Προσευχόμενος κάποτε ο Κύριος μας προς τον Πατέρα του, είπε: «Σε ευχαριστώ, Πατέρα μου, εσένα που είσαι κύριος και κυβερνήτης του ουρανού και της γης. Σε ευχαριστώ, διότι απέκρυψες τις ουράνιες αλήθειες της σοφίας και της αγάπης σου από τους ανθρώπους που νομίζουν ότι είναι σοφοί και συνετοί, και τις φανέρωσες σε ανθρώπους νηπίους». (Ματθ. 11, 25)
Ποιοί είναι οι «νήπιοι»; Για… μωρά μιλάει εδώ ο Χριστός;
Όλοι γνωρίζομε ότι το νήπιο, δεν έχει ακόμα προσβληθεί από δύο δυσκολοθεράπευτες αρρώστιες· τον εγωισμό της σάρκας και τον εγωισμό του μυαλού. Με άλλα λόγια, δεν έχει ακόμα υποδουλωθεί στα δύο χειρότερα αφεντικά, που τυραννούν τους ανθρώπους: τον πόθο καλοπέρασης του σώματος, και την πλάνη ότι το μυαλουδάκι τους τα ξέρει όλα.
Ο Χριστός διδάσκει: Μόνον οι άνθρωποι, που με τα γιατρικά της νηστείας και της προσευχής νικούν αυτή την πανούκλα του διπλού εγωισμού, μόνο αυτοί -με τη χάρη του Θεού- μένουν νήπιοι. Και μόνο σ’ αυτούς ο Θεός αποκαλύπτει τα μυστήρια της σοφίας και της αγάπης του. Και οι νήπιοι άνθρωποι, όχι απλώς μαθαίνουν τα θεία, αλλά τα πάσχουν. Τα ζουν. Τα κάνουν ζωή τους. Τα αισθάνονται με όλο τους το είναι.
Το ίδιο ισχύει και για το μεγάλο μυστήριο της σωτηρίας μας που λέγεται Ανάσταση του Χριστού. Γι’ αυτό ακριβώς και το πρώτο τροπάριο στον Αναστάσιμο κανόνα, λέει: «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα, και χαίρετε φάσκοντα τρανώς ακουσόμεθα, επινίκιον αδοντες». Δηλαδή, για να δούμε το Χριστό που ακτινοβολεί μέσα στο λαμπρό φως της Αναστάσεως, και για να τον ακούσουμε να μας λέει «χαίρετε», πρέπει να έχουμε μάτια και αυτιά καθαρά. Αισθήσεις καθαρές. Όπως του μικρού παιδιού. Ενδεικτικό είναι και το ακόλουθο γεγονός.
Πριν το 1900 έγινε καθηγητής της Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ο Ρήγας Νικολαΐδης. Ο νέος τότε επιστήμονας, επηρεασμένος από τις ιδέες του Δαρβίνου και του Χαίκελ, δεν, δεχόταν ότι ο Θεός είναι δημιουργός και κυβερνήτης του κόσμου. Το 1926 η νεοϊδρυθείσα Ακαδημία Αθηνών τον εξέλεξε μέλος της. Εκείνη την εποχή είχε αρχίσει να αμφιβάλλει για την ορθότητα των υλιστικών και αθεϊστικών του αντιλήψεων.
Τη Μ. Παρασκευή του 1927, ένας φίλος του -επίσης καθηγητής Πανεπιστημίου- τον συνάντησε στην περιφορά του Επιταφίου του Ι. Ν. Αγίου Διονυσίου Αθηνών, και τον ρώτησε γιατί δεν κρατούσε λαμπάδα. Ο Νικολαΐδης δάκρυσε… Τον άλλο χρόνο, μερικοί φοιτητές του τον είδαν με την λαμπάδα στο χέρι, να ακολουθεί τον Επιτάφιο του Μητροπολιτικού Ναού των Αθηνών. Έκπληκτοι τον ρώτησαν, πώς συμβιβάζονται οι αθεϊστικές του απόψεις με την συμμετοχή του σ’ αυτή την ιερή ακολουθία. Και ο καθηγητής απάντησε: «Και όμως, κύριοι, η αλήθεια της ζωής βρίσκεται στο Πάθος και στην Ανάσταση του Χριστού» Ο ίδιος ο καθηγητής ομολογούσε ότι αφορμή της μετανοίας του ήταν το φωτεινό παράδειγμα μιας αγράμματης χωρικής! Αυτή τον… δίδαξε.
Γι’ αυτό, λοιπόν, ο Χριστός δοξολογούσε τον Πατέρα του και Θεό μας, ο οποίος «απέκρυψε ταύτα από σοφών και συνετών και απεκάλυψε αυτά νηπίοις».