Πέμπτη 29 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Mετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 13

Αποκ. 13,1 Καὶ ἐστάθην ἐπὶ τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης· καὶ εἶδον ἐκ τῆς θαλάσσης θηρίον ἀναβαῖνον, ἔχον κέρατα δέκα καὶ κεφαλὰς ἑπτά, καὶ ἐπὶ τῶν κεράτων αὐτοῦ δέκα διαδήματα, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτοῦ ὀνόματα βλασφημίας.
Αποκ. 13,1 Και εστάθηκα εις την αμμουδιά της θαλάσσης και είδα να ανεβαίνη από την θάλασσαν (η οποία συμβολίζει την άβυσον του Αδου και τον τεταραγμένον αμαρτωλόν κόσμον) θηρίον, το οποίον είχε δέκα κέρατα και επτά κεφαλάς και επάνω εις τα κέρατα δέκα διαδήματα, (σύμβολα της κυριαρχίας του επάνω εις τας βασιλείας του κόσμου) και εις τας κεφαλάς αυτού ήσαν γραμμένα ονόματα βλασφημίας. (Ονόματα θεοποιηθέντων αυτοκρατόρων της Ρωμης και άλλων κυριάρχων εις τα βασίλεια της γης).
Αποκ. 13,2 καὶ τὸ θηρίον ὃ εἶδον ἦν ὅμοιον παρδάλει, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὡς ἄρκου, καὶ τὸ στόμα αὐτοῦ ὡς στόμα λέοντος. καὶ ἔδωκεν αὐτῷ ὁ δράκων τὴν δύναμιν αὐτοῦ καὶ τὸν θρόνον αὐτοῦ καὶ ἐξουσίαν μεγάλην· -
Αποκ. 13,2 Και το θηρίον, το οποίον είδα ήτο όμοιον με πάνθηρα και τα πόδια του σαν της αρκούδας και το στόμα του σαν στόμα λέοντος. (Δια των θηρίων αυτών, που εκφράζουν την αιμοβορίαν, την λαιμαργίαν, την θηριωδίαν και αλαζονείαν συμβολίζεται η απανθρωπία, η απληστία και η αλαζονεία των διεφθαρμένων κοσμικών αυτοκρατοριών και ειδικώτερα της Ρωμης). Και ο δράκων έδωκε εις αυτό το θηρίον, που συμβόλιζε τον θηριώδη αντίχριστον, την δύναμιν του και τον θρόνον του και την μεγάλην εξουσίαν του (εφ' εσον άλλωστε θα το εχρησιμοποιούσε ως όργανον του εναντίον της Εκκλησίας).
Αποκ. 13,3 καὶ μίαν ἐκ τῶν κεφαλῶν αὐτοῦ ὡς ἐσφαγμένην εἰς θάνατον. καὶ ἡ πληγὴ τοῦ θανάτου αὐτοῦ ἐθεραπεύθη, καὶ ἐθαύμασεν ὅλη ἡ γῆ ὀπίσω τοῦ θηρίου.
Αποκ. 13,3 Και είδα μίαν από τας κεφαλάς του σαν σφαγμένην κατά ένα τρόπον θανατηφόρον. Αλλ' η θανάσιμος αυτού πληγή εθεραπεύθη (προφανώς από τον σατανά) και εθαύμασεν όλη η οικουμένη και ηκολούθησεν οπίσω από το θηρίον.
Αποκ. 13,4 καὶ προσεκύνησαν τῷ δράκοντι τῷ δεδωκότι τὴν ἐξουσίαν τῷ θηρίῳ, καὶ προσεκύνησαν τῷ θηρίῳ λέγοντες· τίς ὅμοιος τῷ θηρίῳ; τίς δύναται πολεμῆσαι μετ᾿ αὐτοῦ;
Αποκ. 13,4 Και επροσκύνησαν τον δράκοντα, τον σατανά, ο οποίος έδωκε αυτήν την εξουσίαν στο θηρίον, στον αντίχριστον. Και επροσκύνησαν ακόμη το θηρίον, λέγοντες· “ποιός είναι όμοιος με το θηρίον και ποιός ημπορεί να πολεμήση εναντίον του;”
Αποκ. 13,5 καὶ ἐδόθη αὐτῷ στόμα λαλοῦν μεγάλα καὶ βλασφημίαν· καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία πόλεμον ποιῆσαι μῆνας τεσσαράκοντα δύο.
Αποκ. 13,5 Και εδόθη εις αυτό από τον σατανάν βέβηλον στόμα, το οποίον λαλεί αλαζονικάς καυχησιολογίας και βλασφημίας εναντίον του Θεού. Και εδόθη εις αυτό (κατά παραχώρησιν Θεού) η άδεια και η εξουσία να κάμη πόλεμον επί τρία έτη και μισό.
Αποκ. 13,6 καὶ ἤνοιξε τὸ στόμα αὐτοῦ εἰς βλασφημίαν πρὸς τὸν Θεόν, βλασφημῆσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὴν σκηνὴν αὐτοῦ, τοὺς ἐν τῷ οὐρανῷ σκηνοῦντας.
Αποκ. 13,6 Και ήνοιξε το στόμα του εις βλασφημίας εναντίον του Θεού, δια να βλασφημήση το άγιον όνομα του Θεού και την ουράνιον κατοικίαν του και όλους τους αγγέλους και τους αγίους, που κατοικούν μαζή του στον ουρανόν (με την μοχθηράν διάθεσιν να εξαλείψη το όνομα του Θεού από την γην και να θεοποιήση τον φαύλον εαυτόν του).
Αποκ. 13,7 καὶ ἐδόθη αὐτῷ πόλεμον ποιῆσαι μετὰ τῶν ἁγίων καὶ νικῆσαι αὐτούς, καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ πᾶσαν φυλὴν καὶ λαὸν καὶ γλῶσσαν καὶ ἔθνος.
Αποκ. 13,7 Και εδόθη στο θηρίον αυτό, κατά παραχώρησιν Θεού, η άδεια να κάμη πόλεμον εναντίον των Χριστιανών και να τους νικήση· και του εδόθη ακόμη η εξουσία να κυριαρχήση εις κάθε φυλήν και λαόν και γλώσσαν και έθνος (και να γίνη έτσι η Ρωμη, που συμβολίζεται με το θηρίον, με τον αντίχριστον, κοσμοκράτειρα).
Αποκ. 13,8 καὶ προσκυνήσουσιν αὐτὸν πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς, ὧν οὐ γέγραπται τὸ ὄνομα ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου τοῦ ἐσφαγμένου ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
Αποκ. 13,8 Και θα προσκυνήσουν αυτόν, που αλαζονικώς θα παριστάνη τον ευατόν του Θεόν, όλοι οι κάτοικοι της γης, εκείνοι δηλαδή, των οποίων το όνομα από καταβολής κόσμου δεν έχει γραφή στο βιβλίον της ζωής του σφαγμένου Αρνίου.
Αποκ. 13,9 Εἴ τις ἔχει οὖς, ἀκουσάτω.
Αποκ. 13,9 Οποίος έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση.
Αποκ. 13,10 εἴ τις εἰς αἰχμαλωσίαν ἀπάγει, εἰς αἰχμαλωσίαν ὑπάγει· εἴ τις ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτέννει, δεῖ αὐτὸν ἐν μαχαίρᾳ ἀποκτανθῆναι. ὧδέ ἐστιν ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ πίστις τῶν ἁγίων.
Αποκ. 13,10 Οποιος σύρει άλλους εις αιχμαλωσίαν, βαδίζει και ο ίδιος εις αιχμαλωσίαν. Οποιος φονεύσει με μαχαίρι, πρέπει και αυτός σύμφωνα με την δικαιοσύνην του Θεού, με μαχαίρι να φονευθή. (Τα εγκλήματα και τα αδικήματα θα πληρωθούν και θα τιμωρηθούν με το ίδιο μέτρον). Εδώ φαίνεται η υπομονή και η πίστις των Χριστιανών.
Αποκ. 13,11 Καὶ εἶδον ἄλλο θηρίον ἀναβαῖνον ἐκ τῆς γῆς, καὶ εἶχε κέρατα δύο ὅμοια ἀρνίῳ, καὶ ἐλάλει ὡς δράκων.
Αποκ. 13,11 Και είδα άλλο θηρίον να ανεβαίνη από την γην· και είχε δύο κέρατα, που εμοιαζαν σαν κέρατα αρνίου· ωμιλούσε όμως σαν δράκων. (Εσυμβόλιζε τους ψευδοπροφήτας, οι οποίοι σαν αθώα πρόβατα ομιλούν με γλυκύτητα, αλλ' έχουν την καρδίαν και τα φρονήματα του διαβόλου).
Αποκ. 13,12 καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ πρώτου θηρίου πᾶσαν ποιεῖ ἐνώπιον αὐτοῦ. καὶ ποιεῖ τὴν γῆν καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ κατοικοῦντας ἵνα προσκυνήσωσι τὸ θηρίον τὸ πρῶτον, οὗ ἐθεραπεύθη ἡ πληγὴ τοῦ θανάτου αὐτοῦ.
Αποκ. 13,12 Υποτάσσεται δε και εκτελεί όλην την εξουσίαν του πρώτου θηρίου, πειθαρχικόν σαν εκτελεστικόν όργανον εμπρός εις αυτό. Παρασύρει δε και κάμνει την γην και εκείνους που κατοικούν εις αυτήν να προσκυνούν το πρώτον θηρίον, του οποίου η θανάσιμος πληγή έχει θεραπευθή.
Αποκ. 13,13 καὶ ποιεῖ σημεῖα μεγάλα, καὶ πῦρ ἵνα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνῃ εἰς τὴν γῆν ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων.
Αποκ. 13,13 Και κάμνει, το προβατόσχημον αυτό θηρίον (με την δύναμιν του διαβόλου) μεγάλα και τερατώδη σημεία, ώστε και από τον ουρανόν να κατεβαίνη εις την γην εμπρός εις τα μάτια των ανθρώπων φωτιά (κατά μίμησιν του προφήτου Ηλιού).
Αποκ. 13,14 καὶ πλανᾷ τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς διὰ τὰ σημεῖα ἃ ἐδόθη αὐτῷ ποιῆσαι ἐνώπιον τοῦ θηρίου, λέγων τοῖς κατοικοῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς ποιῆσαι εἰκόνα τῷ θηρίῳ, ὃς εἶχε τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρας καὶ ἔζησε.
Αποκ. 13,14 Και παρασύρει εις την πλάνην τους κατοίκους της γης με τα αγυρτικά αυτά θαύματα, δια τα οποία του εδόθη άδεια εκ μέρους του Θεού να τα κάμη, λέγων και προτρέπων τους κατοίκους της γης να κάμουν είδωλον και να θεοποιήσουν το θηρίον, τον Αντίχριστον, το οποίον καίτοι είχε λάβει την πληγήν της μαχαίρας, εν τούτοις έζησε.
Αποκ. 13,15 καὶ ἐδόθη αὐτῷ πνεῦμα δοῦναι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα καὶ λαλήσῃ ἡ εἰκὼν τοῦ θηρίου καὶ ποιήσῃ, ὅσοι ἐὰν μὴ προσκυνήσωσι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα ἀποκτανθῶσι.
Αποκ. 13,15 Και του παρεχωρήθη άδεια να δώση ζωήν στο είδωλον του θηρίου, ώστε να ομιλήση το είδωλον του θηρίου. Ακόμη δε του επετράπη να ενεργήση, ώστε να φονευθούν όσοι δεν θα ήθελαν να προσκυνήσουν το είδωλον του θηρίου.
Αποκ. 13,16 καὶ ποιεῖ πάντας, τοὺς μικροὺς καὶ τοὺς μεγάλους, καὶ τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς πτωχούς, καὶ τοὺς ἐλευθέρους καὶ τοὺς δούλους, ἵνα δώσωσιν αὐτοῖς χάραγμα ἐπὶ τῆς χειρὸς αὐτῶν τῆς δεξιᾶς ἢ ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν,
Αποκ. 13,16 Παρασύρει δε και πείθει όλους, τους μικρούς και τους μεγάλους, τους πλουσίους και τους πτωχούς, τους ελευθέρους και τους δούλους, να προσκυνήσουν το είδωλον και να υποταχθούν στο θηρίον και να τους δώσουν ανεξάλειπτον χαραγμένην σφραγίδα στο δέξι των χέρι και εις τα μέτωπά των, όπως γίνεται με τους δούλους, (δια να διαλαλούν έτσι την ισόβιον υποταγήν των στο θηρίον).
Αποκ. 13,17 καὶ ἵνα μή τις δύνηται ἀγοράσαι ἢ πωλῆσαι εἰ μὴ ὁ ἔχων τὸ χάραγμα, τὸ ὄνομα τοῦ θηρίου ἢ τὸν ἀριθμὸν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ.
Αποκ. 13,17 Και δια να θλίψη και ταλαιπωρήση τους Χριστιανούς, πειθαναγκάζει, κανείς να μη ημπορή να αγοράση η να πωλήση, εκτός εκείνων που έχουν το χάραγμα και την σφραγίδα του θηρίου, η οποία σφραγίς είναι το όνομα του θηρίου η ο αριθμός, που συμβολίζουν τα γράμματα του ονόματός του.
Αποκ. 13,18 Ὧδε ἡ σοφία ἐστίν· ὁ ἔχων νοῦν ψηφισάτω τὸν ἀριθμὸν τοῦ θηρίου· ἀριθμὸς γὰρ ἀνθρώπου ἐστί· καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτοῦ χξς.
Αποκ. 13,18 Εδώ είναι η θεία σοφία· εκείνος που έχει φωτισμένον και καθαρόν νουν ας υπολογίση το σύνολον των αριθμών, που συμβολίζουν τα γράμματα του ονόματός του. Διότι είναι αριθμός ονόματος ανθρώπου. Και ο αριθμός αυτός, που βγαίνει, από την άθροισιν των γραμμάτων λαμβανομένων ως αριθμών, κατά το ελληνικόν σύστημα, είναι εξακόσια εξήκοντα εξ η χξστ'. Είναι δε το όνομα του Αντιχρίστου.



ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 14
Αποκ. 14,1 Καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ τὸ ἀρνίον ἑστηκὸς ἐπὶ τὸ ὄρος Σιών, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες, ἔχουσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς αὐτοῦ γεγραμμένον ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν.
Αποκ. 14,1 Και είδον και ιδού το Αρνίον, το οποίον εστέκετο επάνω στο όρος της νέας Σιών, της αγωνιζομένης Εκκλησίας, και μαζή με αυτό πολυάριθμοι εκλεκτοί πιστοί από όλα τα έθνη, που συμβολίζονται με τον αριθμόν εκατόν σαράντα τέσσαρες χιλιάδες και έχουν γραμμένο επάνω εις τα μέτωπά των το όνομα του Αρνίου και του Πατρός αυτού.
Αποκ. 14,2 καὶ ἤκουσα φωνὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ὡς φωνὴν ὑδάτων πολλῶν καὶ ὡς φωνὴν βροντῆς μεγάλης· καὶ ἡ φωνὴ ἣν ἤκουσα, ὡς κιθαρῳδῶν κιθαριζόντων ἐν ταῖς κιθάραις αὐτῶν.
Αποκ. 14,2 Και ήκουσα φωνήν από την θριαμβεύουσαν Εκκλησίαν του ουρανού, σαν την βοήν υδάτων πολλών, που πίπτουν σαν καταρράκτες από ψηλά, και σαν φωνήν μεγάλης βροντής. Και η φωνή, την οποίαν ήκουσα, δεν ήτο τρομακτική αλλ' ευχάριστος, διότι ήτο σαν φωνή κιθαρωδών, που ψάλλουν και συγχρόνως παίζουν με τας κιθάρας των.
Αποκ. 14,3 καὶ ᾄδουσιν ᾠδὴν καινὴν ἐνώπιον τοῦ θρόνου καὶ ἐνώπιον τῶν τεσσάρων ζῴων καὶ τῶν πρεσβυτέρων· καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο μαθεῖν τὴν ᾠδὴν εἰ μὴ αἱ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες, οἱ ἠγορασμένοι ἀπὸ τῆς γῆς.
Αποκ. 14,3 Και ψάλλουν νέον ύμνον εμπρός στον θρόνον του Θεού και εμπρός εις τα τέσσαρα ζώα και τους εικοσιτέσσαρες πρεσβυτέρους. Και κανείς άλλος δεν ημπορούσε να κατανοήση την νέαν αυτήν ωδήν, παρά μόνον οι εκατόν σαράντα τέσσαρες χιλιάδες, οι οποίοι είχαν εξαγορασθή με το αίμα του Αρνίου ανάμεσα απ' όλους τους κατοίκους της γης.
Αποκ. 14,4 οὗτοί εἰσιν οἳ μετὰ γυναικῶν οὐκ ἐμολύνθησαν· παρθένοι γάρ εἰσιν. οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκολουθοῦντες τῷ ἀρνίῳ ὅπου ἂν ὑπάγῃ. οὗτοι ἠγοράσθησαν ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων ἀπαρχὴ τῷ Θεῷ καὶ τῷ ἀρνίῳ·
Αποκ. 14,4 Αυτοί είναι οι αγνοί και αφωσιωμένοι στο Αρνίον, οι οποίοι δεν ήλθαν εις καμμίαν συνάφειαν με γυναίκας και δεν εμολύνθησαν, διότι είναι παρθένοι. Αυτοί είναι που ακολουθούν πιστώς και θαρραλέως το Αρνίον, όπου και αν υπάγη. Αυτοί έχουν εξαγορασθή ανάμεσα από το πλήθος των ανθρώπων, ως εκλεκτή απαρχή και ευάρεστος προσφορά στον Θεόν και στο Αρνίον.
Αποκ. 14,5 καὶ οὐχ εὑρέθη ψεῦδος ἐν τῷ στόματι αὐτῶν· ἄμωμοι γάρ εἰσιν.
Αποκ. 14,5 Και δεν ευρέθηκε ποτέ ψέμα στο στόμα των, διότι είναι άμεμπτοι και ακέραιοι.
Αποκ. 14,6 Καὶ εἶδον ἄλλον ἄγγελον πετόμενον ἐν μεσουρανήματι, ἔχοντα εὐαγγέλιον αἰώνιον εὐαγγελίσαι ἐπὶ τοὺς καθημένους ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπὶ πᾶν ἔθνος καὶ φυλὴν καὶ γλῶσσαν καὶ λαόν,
Αποκ. 14,6 Και είδα άλλον άγγελον να πετά εις τα μεσουράνια και να έχη χαρμόσυνον, αιωνίου κύρους μήνυμα, το μήνυμα της λυτρώσεως και της ανταποδόσεως, δια να το αναγγείλη και διαλαλήση εις όλους όσοι ευρίσκονται εις την γην, εις κάθε έθνος και κάθε φυλήν και γλώσσαν και λαόν,
Αποκ. 14,7 λέγων ἐν φωνῇ μεγάλῃ· φοβήθητε τὸν Κύριον καὶ δότε αὐτῷ δόξαν, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα τῆς κρίσεως αὐτοῦ, καὶ προσκυνήσατε τῷ ποιήσαντι τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πηγὰς ὑδάτων.
Αποκ. 14,7 λέγων με μεγάλην φωνήν· “φοβηθήτε τον Κυριον και δοξάσατε το όνομα του, διότι ήλθεν η ώρα, που θα κάμη την μεγάλην κρίσιν και θα αποδώση στον καθένα κατά τα έργα αυτού. Και προσκυνήσατε αυτόν, ο οποίος έκαμε τον ουρανόν και την γην και την θάλασσαν και τας πηγάς των υδάτων”.
Αποκ. 14,8 καὶ ἄλλος δεύτερος ἄγγελος ἠκολούθησε λέγων· ἔπεσεν, ἔπεσε Βαβυλὼν ἡ μεγάλη, ἣ ἐκ τοῦ οἴνου τοῦ θυμοῦ τῆς πορνείας αὐτῆς πεπότικε πάντα ἔθνη.
Αποκ. 14,8 Και άλλος δεύτερος άγγελος ήλθεν έπειτα από τον πρώτον λέγων· “έπεσεν, έπεσεν η Βαβυλών η μεγάλη. (Η πολυάνθρωπος και διευθαρμένη Ρωμη, η οποία ως προς την φαυλότητα και εξαθλίωσιν της ομοιάζει με την παλαιάν αμαρτωλήν Βαβυλώνα). Αυτή η νέα, διεφθαρμένη Βαβυλών έχει ποτίσει όλα τα έθνη με την κραιπάλην της ασωτίας της, με την φλόγα και την παραφοράν της σαρκολατρίας της”.
Αποκ. 14,9 Καὶ ἄλλος ἄγγελος τρίτος ἠκολούθησεν αὐτοῖς λέγων ἐν φωνῇ μεγάλη· εἴ τις προσκυνεῖ τὸ θηρίον καὶ τὴν εἰκόνα αὐτοῦ, καὶ λαμβάνει τὸ χάραγμα ἐπὶ τοῦ μετώπου αὐτοῦ ἢ ἐπὶ τὴν χεῖρα αὐτοῦ,
Αποκ. 14,9 Και άλλος, τρίτος άγγελος ήλθεν έπειτα από αυτούς, λέγων με φωνήν μεγάλην· “όποιος προσκυνεί το θηρίον, τον αντίχριστον και την εικόνα αυτού και παίρνει την χαραγμένην σφραγίδα του επάνω στο μέτωπόν του η στο χέρι του (και δηλώνει έτσι δουλικήν υποταγήν εις αυτό)
Αποκ. 14,10 καὶ αὐτὸς πίεται ἐκ τοῦ οἴνου τοῦ θυμοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ κεκερασμένου ἀκράτου ἐν τῷ ποτηρίῳ τῆς ὀργῆς αὐτοῦ, καὶ βασανισθήσεται ἐν πυρὶ καὶ θείῳ ἐνώπιον τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου.
Αποκ. 14,10 και αυτός θα πίη από τον οίνον του θυμού του Θεού, που έχει κερασθή ανόθευτος και δραστικός στο ποτήρι της οργής του και θα βασανισθή με φωτιά και θειάφι (με σωματικάς και ψυχικάς τιμωρίας) εμπρός στους αγίους αγγέλους και εμπρός στο Αρνίον.
Αποκ. 14,11 καὶ ὁ καπνὸς τοῦ βασανισμοῦ αὐτῶν εἰς αἰῶνας αἰώνων ἀναβαίνει, καὶ οὐκ ἔχουσιν ἀνάπαυσιν ἡμέρας καὶ νυκτὸς οἱ προσκυνοῦντες τὸ θηρίον καὶ τὴν εἰκόνα αὐτοῦ, καὶ εἴ τις λαμβάνει τὸ χάραγμα τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ.
Αποκ. 14,11 Και ο καπνός από την φωτιά και το θειάφι του ακαταπαύστου βασανισμού των θα ανεβαίνη εις αιώνας αιώνων και δεν θα έχουν καθόλου ανάπαυσιν ημέραν και νύκτα αυτοί που προσκυνούν το θηρίον και την εικόνα του, και όποιος άλλος παίρνει το χάραγμα της σφραγίδος του ονόματος του θηρίου.
Αποκ. 14,12 Ὧδε ἡ ὑπομονὴ τῶν ἁγίων ἐστίν, οἱ τηροῦντες τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν πίστιν Ἰησοῦ.
Αποκ. 14,12 Εδώ τώρα δείχνεται η υπομονή των Χριστιανών, αυτών που τηρούν τας εντολάς του Θεού και κρατούν σταθερά την πίστιν του Ιησού”.
Αποκ. 14,13 Καὶ ἤκουσα φωνῆς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λεγούσης· γράψον, μακάριοι οἱ νεκροὶ οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ᾿ ἄρτι. ναί, λέγει τὸ Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν· τὰ δὲ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν.
Αποκ. 14,13 Και ήκουσα φωνήν από τον ουρανόν, η οποία έλεγε· “γράψε· μακάριοι απ' εδώ και πέρα είναι οι νεκροί, που πεθαίνουν με την πίστιν και την κοινωνίαν των προς τον Χριστόν. Ναι, πράγματι και αληθεία, είναι μακάριοι, λέγει το Πνεύμα το Αγιον. Και πεθαίνουν, δια ν' αναπαυθούν από τους κόπους των· τα δε ενάρετα έργα των τους συνοδεύουν σαν θησαυρός αναφαίρετος μαζή των,εις την άλλην ζωήν, ως απόδειξις της πίστεώς των και συνήγορός των ενώπιον του δικαίου Θεού”.
Αποκ. 14,14 Καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ νεφέλη λευκή, καὶ ἐπὶ τὴν νεφέλην καθήμενος ὅμοιος υἱῷ ἀνθρώπου, ἔχων ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ στέφανον χρυσοῦν καὶ ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ δρέπανον ὀξύ.
Αποκ. 14,14 Και είδα νέον όραμα· και ιδού ένα λευκόν, ολόφωτον σύνεφον, και επάνω στο σύνεφο είδα να κάθεται ο δικαιοκρίτης Χριστός, που ωμοίαζε προς υιόν ανθρώπου. Και είχεν επάνω στο κεφάλι του, ως βασιλικόν διάδημα, ολόχρυσον στέφανον και στο χέρι του εκρατούσε δρεπάνι κοφτερό.
Αποκ. 14,15 Καὶ ἄλλος ἄγγελος ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ ναοῦ, κράζων ἐν φωνῇ μεγάλῃ τῷ καθημένῳ ἐπὶ τῆς νεφέλης· πέμψον τὸ δρέπανόν σου καὶ θέρισον, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα τοῦ θερίσαι, ὅτι ἐξηράνθη ὁ θερισμὸς τῆς γῆς.
Αποκ. 14,15 Και άλλος άγγελος εβγήκεν από τον ναόν του Θεού εκ του ουρανού, κράζων με μεγάλην φωνήν προς εκείνον, που εκάθητο επάνω εις την νεφέλην· “στείλε το δρεπάνι σου και θέρισε, διότι ήλθεν η ώρα να θερίσης, ωρίμασαν πλέον και εμέστωσαν οι κόκκοι του σίτου και εξηράνθησαν τα στάχυα, έτοιμα προς θερισμόν”. (Μαζεψε ως σίτον εκλεκτόν εις τας ουρανίους αποθήκας σου τους πιστούς εις σε και εκλεκτούς Χριστιανούς).
Αποκ. 14,16 καὶ ἔβαλεν ὁ καθήμενος ἐπὶ τὴν νεφέλην τὸ δρέπανον αὐτοῦ ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ ἐθερίσθη ἡ γῆ.
Αποκ. 14,16 Και αυτός που εκάθητο επάνω στο σύννεφον έρριψε το δρεπάνι του εις την γην και εθερίσθη η γη (και οι δίκαιοι, σαν εκλεκτός σίτος μετεφέρθησαν στον ουρανόν).
Αποκ. 14,17 Καὶ ἄλλος ἄγγελος ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ ναοῦ τοῦ ἐν τῷ οὐρανῷ, ἔχων καὶ αὐτὸς δρέπανον ὀξύ.
Αποκ. 14,17 Και άλλος άγγελος εβγήκεν από τον ουράνιον ναόν του Θεού. Είχε και αυτός δρεπάνι καλοτροχισμένο και κοπτερό.
Αποκ. 14,18 Καὶ ἄλλος ἄγγελος ἐξῆλθεν ἐκ τοῦ θυσιαστηρίου, ἔχων ἐξουσίαν ἐπὶ τοῦ πυρός, καὶ ἐφώνησε κραυγῇ μεγάλῃ τῷ ἔχοντι τὸ δρέπανον τὸ ὀξὺ λέγων· πέμψον σου τὸ δρέπανον τὸ ὀξὺ καὶ τρύγησον τοὺς βότρυας τῆς ἀμπέλου τῆς γῆς, ὅτι ἤκμασεν ἡ σταφυλὴ τῆς γῆς.
Αποκ. 14,18 Και άλλος άγγελος, εβγήκεν από το θυσιαστήριον, (κάτω από το οποίον υπήρχαν αι ψυχαί εκείνων, που είχαν σφαγή δια την πίστιν των στο Αρνίον). Και αυτός, όργανον της θείας δικαιοσύνης, είχε εξουσίαν στο πυρ της κολάσεως, που φλογίζει τους ασεβείς, και έκραξε με μεγάλην κραυγήν στον άγγελον που είχε το κοφτερό δρεπάνι, λέγων· “στείλε το κοφτερό δρεπάνι σου και τρύγησε τα σταφύλια από τα αμπέλια της γης, διότι έχει ωριμάσει πλέον το σταφύλι της γης”. (Στείλε όλεθρον και θάνατον στους ασεβείς και φαύλους, διότι η κακία των έχει φθάσει στο απροχώρητον).
Αποκ. 14,19 καὶ ἔβαλεν ὁ ἄγγελος τὸ δρέπανον αὐτοῦ εἰς τὴν γῆν, καὶ ἐτρύγησε τὴν ἄμπελον τῆς γῆς, καὶ ἔβαλεν εἰς τὴν ληνὸν τοῦ θυμοῦ τοῦ Θεοῦ τὴν μεγάλην.
Αποκ. 14,19 Και έρριψεν ο άγγελος το δρεπάνι του εις την γην και ετρύγησε την άμπελον της παρανομίας και έρριψε τους αμαρτωλούς σαν σταφύλια στο μεγάλο πατητήρι του θυμού του Θεού.
Αποκ. 14,20 καὶ ἐπατήθη ἡ ληνὸς ἔξω τῆς πόλεως, καὶ ἐξῆλθεν αἷμα ἐκ τῆς ληνοῦ ἄχρι τῶν χαλινῶν τῶν ἵππων ἀπὸ σταδίων χιλίων ἑξακοσίων.
Αποκ. 14,20 Και επατήθη το πατητήρι, αυτό, που ήτο έξω από την πόλιν, και εβγήκεν αίμα, που επλημμύρισε την περιοχήν εις έκτασιν χιλίων εξακοσίων σταδίων και εις ύψος μέχρι τα χαλινάρια των ίππων.(συνεχίζεται)

Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Mετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 12

Αποκ. 12,1 Καὶ σημεῖον μέγα ὤφθη ἐν τῷ οὐρανῷ, γυνὴ περιβεβλημένη τὸν ἥλιον, καὶ ἡ σελήνη ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτῆς, καὶ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς στέφανος ἀστέρων δώδεκα,
Αποκ. 12,1 Και εφάνη στον ουρανόν ένα έκτακτον και καταπληκτικόν σημείον, εφάνη δηλαδή μία γυναίκα, που είχε ολόγυρά της, σαν ολόλαμπρο ένδυμα, τον ήλιον, και η σελήνη ήτο κάτω από τα πόδια της σαν υποπόδιόν της, και επάνω στο κεφάλι της υπήρχαν, σαν ολόφωτο στεφάνι, δώδεκα αστέρια. (Και συμβολίζει αυτή την λάμπουσαν από αγιότητα βασιλείαν του Θεού, την οποίαν λαμπρύνει ως ήλιος αυτός ο Χριστός και ως δώδεκα φωτεινοί αστέρες οι δώδεκα Απόστολοι).
Αποκ. 12,2 καὶ ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἔκραζεν ὠδίνουσα καὶ βασανιζομένη τεκεῖν.
Αποκ. 12,2 Και η γυναίκα αυτή ήτο έγκυος και έκραζε, διότι ησθάνετο τους πόνους του τοκετού και εβασανίζετο, δια να γεννήση τον Μεσσίαν (να ενθρονίση δια της Εκκλησίας τον Κυριον Ιησούν Χριστόν εις τας καρδίας των ανθρώπων).
Αποκ. 12,3 καὶ ὤφθη ἄλλο σημεῖον ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ἰδοὺ δράκων πυῤῥὸς μέγας, ἔχων κεφαλὰς ἑπτὰ καὶ κέρατα δέκα, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτοῦ ἑπτὰ διαδήματα,
Αποκ. 12,3 Και εφάνη άλλο σημείον στον ουρανόν. Και ιδού ένας μεγάλος κόκκινος δράκων, που είχε επτά κεφάλια και δέκα κέρατα και επάνω εις τα επτά κεφάλια του επτά διαδήματα, (το απαίσιον αυτό τέρας συμβολίζει τον μοχθηρότατον ανθρωποκτόνον διάβολον με τα πολυάριθμα όργανα του και την τεραστίαν δια την αμαρτωλότητα των λαών εξουσίαν του επί του κόσμου).
Αποκ. 12,4 καὶ ἡ οὐρὰ αὐτοῦ σύρει τὸ τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἔβαλεν αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν. καὶ ὁ δράκων ἕστηκεν ἐνώπιον τῆς γυναικὸς τῆς μελλούσης τεκεῖν, ἵνα, ὅταν τέκῃ, τὸ τέκνον αὐτῆς καταφάγῃ.
Αποκ. 12,4 Και η ουρά αυτού σύρει το εν τρίτον από τα αστέρια του ουρανού, τους αγγέλους δηλαδή που επανεστάτησαν μαζή του εναντίον του Θεού, και τους οποίους έρριψε κάτω εις την γην. Και ο δράκων αυτός εστάθη εμπρός εις την γυναίκα, που επρόκειτο να γεννήση, δια να καταφάγη το τέκνον της όταν το γεννήση. (Ο σατανάς με μανίαν και λύσσαν εστράφη εναντίον του Μεσσίου, δια να τον εξοντώση με την φονικήν απόφασιν του Ηρώδου, με τους ιδικούς του μεγάλους πειρασμούς και με την θεοκτόνον μανίαν των Εβραίων).
Αποκ. 12,5 καὶ ἔτεκεν υἱὸν ἄῤῥενα, ὃς μέλλει ποιμαίνειν πάντα τὰ ἔθνη ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ· καὶ ἡρπάσθη τὸ τέκνον αὐτῆς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸν θρόνον αὐτοῦ.
Αποκ. 12,5 Και εγέννησεν η γυναίκα παιδί αρσενικό, που μέλλει να ποιμάνη τα έθνη με σιδηράν ράβδον. Και ηρπάσθη το τέκνον αυτής πλησίον του Θεού και στον θρόνον αυτού (ο Μεσσίας διέφυγε την εξοντωτικήν μανίαν του διαβόλου και των οργάνων του, ετελείωσε το έργον του και ανελήφθη ένδοξος στον ουρανόν).
Αποκ. 12,6 καὶ ἡ γυνὴ ἔφυγεν εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου ἔχει ἐκεῖ τόπον ἡτοιμασμένον ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, ἵνα ἐκεῖ τρέφωσιν αὐτὴν ἡμέρας χιλίας διακοσίας ἑξήκοντα.
Αποκ. 12,6 Και η γυναίκα έφυγεν εις την έρημον, όπου έχει τόπον ητοιμασμένον από τον Θεόν, δια να την τρέφουν τα όργανα του Θεού χιλίας διακοσίας εξήντα ημέρας, τριάμηση έτη. (Η Εκκλησία διωκομένη από τον αμαρτωλόν κόσμον χωρίζεται από αυτόν όχι τοπικώς αλλά πνευματικώς, ασφαλίζεται όμως και υπάρχει και δρα εις τας καλοπροαιρέτους ψυχάς με την χάριν του ιδρυτού της).
Αποκ. 12,7 Καὶ ἐγένετο πόλεμος ἐν τῷ οὐρανῷ· ὁ Μιχαὴλ καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ -τοῦ πολεμῆσαι μετὰ τοῦ δράκοντος· καὶ ὁ δράκων ἐπολέμησε καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ,
Αποκ. 12,7 Και έγινε πόλεμος στον ουρανόν. Ο Μιχαήλ και οι άγγελοι αυτού ήλθαν να πολεμήσουν εναντίον του δράκοντος, του διαβόλου (ο οποίος είχε επαναστατήσει κατά του Θεού και ηγωνίζετο να αποσπάση τους ανθρώπους από τον αληθινόν Θεόν και να τους υποτάξη στον εαυτόν του και την ειδωλολατρίαν). Και ο δράκων μαζή με τους αγγέλους του επολέμησε.
Αποκ. 12,8 καὶ οὐκ ἴσχυσεν, οὐδὲ τόπος εὑρέθη αὐτῷ ἔτι ἐν τῷ οὐρανῷ.
Αποκ. 12,8 Και δεν υπερίσχυσεν, αλλά ενικήθη ολοσχερώς και η ήττα του ήτο τόσον μεγάλη, ώστε δεν ευρέθη πλέον τόπος δι' αυτόν στον ουρανόν.
Αποκ. 12,9 καὶ ἐβλήθη ὁ δράκων, -ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος, ὁ καλούμενος Διάβολος καὶ ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τὴν οἰκουμένην ὅλην, ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν, καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ ἐβλήθησαν.
Αποκ. 12,9 Και ερρίφθη αυτός ο δράκων, ο μεγάλος, ο παλαιός όφις, που εξηπάτησε τους πρωτοπλάστους, ο καλούμενος διάβολος και σατανάς, ο οποίος παραπλανά στο ψεύδος και την αμαρτίαν όλην την οικουμένην, ερρίφθη εις την γην και μαζή με αυτόν ερρίφθησαν και οι πονηροί άγγελοί του.
Αποκ. 12,10 καὶ ἤκουσα φωνὴν μεγάλην ἐν τῷ οὐρανῷ λέγουσαν· ἄρτι ἐγένετο ἡ σωτηρία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ αὐτοῦ, ὅτι ἐβλήθη ὁ κατήγορος τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν, ὁ κατηγορῶν αὐτῶν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἡμέρας καὶ νυκτός.
Αποκ. 12,10 Και ήκουσα φωνήν μεγάλην στον ουρανόν να λέγη· “τώρα πλέον επραγματοποιήθη εξ ολοκλήρου η σωτηρία των ανθρώπων και η δύναμις και η βασιλεία του Θεού μας και η δύναμις και η κυριαρχία του Χριστού του, διότι κατερρίφθη ο κατήγορος των αδελφών μας, που είναι εις την γην, αυτός που τους κατηγορούσε ενώπιον του Θεού μας συνεχώς ημέραν και νύκτα.
Αποκ. 12,11 καὶ αὐτοὶ ἐνίκησαν αὐτὸν διὰ τὸ αἷμα τοῦ ἀρνίου καὶ διὰ τὸν λόγον τῆς μαρτυρίας αὐτῶν, καὶ οὐκ ἠγάπησαν τὴν ψυχὴν αὐτῶν ἄχρι θανάτου.
Αποκ. 12,11 Και αυτοί, οι πιστοί στον Χριστόν αδελφοί μας, τον ενίκησαν χάρις στο αίμα και την θυσίαν του Αρνίου και χάρις στο κήρυγμα της μαρτυρίας των ενώπιον του κόσμου, και οι οποίοι δεν ηγάπησαν και δεν επροτίμησαν την ζωήν των μέχρι και του μαρτυρικού ακόμη θανάτου δια την πίστιν των και την μαρτυρίαν των υπέρ του Χριστού.
Αποκ. 12,12 διὰ τοῦτο εὐφραίνεσθε οὐρανοὶ καὶ οἱ ἐν αὐτοῖς σκηνοῦντες· οὐαὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν, ὅτι κατέβη ὁ διάβολος πρὸς ὑμᾶς ἔχων θυμὸν μέγαν, εἰδὼς ὅτι ὀλίγον καιρὸν ἔχει.
Αποκ. 12,12 Δια τούτο ευφραίνεσθε ουρανοί και όσοι κατοικούν εις αυτούς. Αλλοίμονον όμως εις την γην και την θάλασσαν, διότι κατέβηκε ο διάβολος προς σας με μανίαν μεγάλην, γνωρίζων καλά, ότι ολίγον ακόμη καιρόν έχει εις την διάθεσιν του διότι η σκοτεινή κυριαρχία του θα καταλυθή έντος ολίγου.
Αποκ. 12,13 Καὶ ὅτε εἶδεν ὁ δράκων ὅτι ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν, ἐδίωξε τὴν γυναῖκα ἥτις ἔτεκε τὸν ἄῤῥενα.
Αποκ. 12,13 Και όταν ο δράκων είδεν ότι ερρίφθη εις την γην, κατεδίωξεν με μανίαν την γυναίκα, που εγέννησε το αρσενικόν τέκνον. (Κατεδίωξε με τα όργανά του την Εκκλησίαν του Χριστού).
Αποκ. 12,14 καὶ ἐδόθησαν τῇ γυναικὶ δύο πτέρυγες τοῦ ἀετοῦ τοῦ μεγάλου, ἵνα πέτηται εἰς τὴν ἔρημον εἰς τὸν τόπον αὐτῆς, ὅπως τρέφηται ἐκεῖ καιρὸν καὶ καιροὺς καὶ ἥμισυ καιροῦ ἀπὸ προσώπου τοῦ ὄφεως.
Αποκ. 12,14 Και εδόθησαν εις την γυναίκα οι δύο φτερούγες του αετού του μεγάλου, δια να πετά εις την έρημον, στον τόπον της, που είχεν ορισθή από τον Θεόν και να τρέφεται εκεί ασφαλής και απρόσβλητος από την μανίαν του όφεως ένα έτος και δύο ακόμη έτη και μισό έτος. (Δεν θα ηττηθή ούτε θα καταβληθή από τους διωγμούς, αλλά φρουρουμένη και ενισχυομένη από τον Θεόν θα τους υπερνικήση).
Αποκ. 12,15 καὶ ἔβαλεν ὁ ὄφις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ ὀπίσω τῆς γυναικὸς ὕδωρ ὡς ποταμόν, ἵνα αὐτὴν ποταμοφόρητον ποιήσῃ.
Αποκ. 12,15 Και τότε ο όφις έβγαλεν από το στόμα του και έρριψε πίσω από την γυναίκα ύδατα πολλά, σαν ποτάμι, δια να την παρασύρη μέσα εις αυτό και την πνίξη. (Ποτάμι έρρευσαν τα αίματα των μαρτύρων, μέσα εις τα οποία ηθέλησεν ο σατανάς να πνίξη και εξολοθρεύση την Εκκλησίαν).
Αποκ. 12,16 καὶ ἐβοήθησεν ἡ γῆ τῇ γυναικί, καὶ ἤνοιξεν ἡ γῆ τὸ στόμα αὐτῆς καὶ κατέπιε τὸν ποταμὸν ὃν ἔβαλεν ὁ δράκων ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ.
Αποκ. 12,16 Και εβοήθησεν η γη την γυναίκα, και ήνοιξεν η γη (κατά διαταγήν Θεού) το στόμα της και κατάπιε τον ποταμόν, τον οποίον ο δράκων έρριψε από το στόμα του. (Οι διωγμοί και οι διώκται δεν θα επιτύχουν τίποτε εναντίον της Εκκλησίας, αλλά θα συντριβούν και θα εξαφανισθούν εις την γην).
Αποκ. 12,17 καὶ ὠργίσθη ὁ δράκων ἐπὶ τῇ γυναικί, καὶ ἀπῆλθε ποιῆσαι πόλεμον μετὰ τῶν λοιπῶν τοῦ σπέρματος αὐτῆς, τῶν τηρούντων τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ καὶ ἐχόντων τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ.
Αποκ. 12,17 Και κατελήφθη από μανίαν ο δράκων εναντίον της γυναικός και επήγε να κάμη πόλεμον εναντίον των υπολοίπων απογόνων της (των ανθρώπων, που θα επίστευαν στον Χριστόν και θα ήσαν αδελφοί αυτού), οι οποίοι θα ετήρουν τας εντολάς του Θεού και θα είχαν σταθεράν και ακλόνητον την ομολογίαν της πίστεως των στον Ιησούν Χριστόν.(συνεχίζεται)

Κυριακή 25 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Μετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 11


Αποκ. 11,1 Καὶ ἐδόθη μοι κάλαμος ὅμοιος ῥάβδῳ, λέγων· ἔγειρε καὶ μέτρησον τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ θυσιαστήριον καὶ τοὺς προσκυνοῦντας ἐν αὐτῷ·
Αποκ. 11,1 Και μου εδόθη ένας κάλαμος όμοιος με ράβδον και ένας άγγελος μου είπε· “σήκω και μέτρησε τον ναόν του Θεού και το θυσιαστήριον, που είναι εμπρός εις αυτόν, και εκείνους που προσκυνούν στον ναόν αυτόν τον αληθινόν Θεόν και ανήκουν στον Χριστόν.
Αποκ. 11,2 καὶ τὴν αὐλὴν τὴν ἔξωθεν τοῦ ναοῦ ἔκβαλε ἔξω καὶ μὴ αὐτὴν μετρήσῃς, ὅτι ἐδόθη τοῖς ἔθνεσι, καὶ τὴν πόλιν τὴν ἁγίαν πατήσουσι μῆνας τεσσαράκοντα δύο.
Αποκ. 11,2 Την δε αυλήν την εξωτερικήν, που περιβάλλει τον ναόν, βγάλε την έξω από το μέτρημα και μη την μετρήσης, διότι αυτή παρεχωρήθη εις τα ειδωλολατρικά έθνη, που μαζή με τους απιστούντας Εβραίους δεν θα έχουν πιστεύσει στον Χριστόν, και θα καταπατήσουν την αγίαν πόλιν σαράντα δύο μήνας, διάστημα δηλαδή προκαθωρισμένον από τον Θεόν.
Αποκ. 11,3 καὶ δώσω τοῖς δυσὶ μάρτυσί μου, καὶ προφητεύσουσιν ἡμέρας χιλίας διακοσίας ἑξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους.
Αποκ. 11,3 Και εγώ, ο Χριστός, θα δώσω φωτισμόν και δύναμιν στους δύο μαγάλους μάρτυράς μου (όπως άλλοτε έδωσα στον Ηλίαν και στον Μωϋσέα) και θα προφητεύσουν και θα κηρύξουν την αλήθειαν επί χιλίας διακοσίας εξήκοντα ημέρας, σαράντα δύο δηλαδή μήνας, και θα φορούν σάκκους, δια να συμβολίζεται η μετάνοια, την οποίαν θα κηρύσσουν”.
Αποκ. 11,4 οὗτοί εἰσιν αἱ δύο ἐλαῖαι καὶ αἱ δύο λυχνίαι αἱ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τῆς γῆς ἑστῶσαι.
Αποκ. 11,4 Οι δύο αυτοί προφήται θα είναι σαν δύο κατάκαρποι ελαίαι και σαν δύο αναμμένοι λύχνοι, που είναι στημένοι ενώπιον του Κυρίου της γης.
Αποκ. 11,5 καὶ εἴ τις αὐτοὺς θέλει ἀδικῆσαι, πῦρ ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν καὶ κατεσθίει τοὺς ἐχθροὺς αὐτῶν· καὶ εἴ τις θέλει αὐτοὺς ἀδικῆσαι, οὕτω δεῖ αὐτὸν ἀποκτανθῆναι.
Αποκ. 11,5 Και εάν κανείς σκεφθή και θελήση να τους παρενοχλήση και κακοποιήση, φωτιά ξεπετιέται από το στόμα των και κατατρώγει τους εχθρούς των. Και εάν κανείς επιχειρήση να τους βλάψη και κακοποιήση, αυτός, σύμφωνα με την απόφασιν του Θεού, πρέπει να φονευθή. (Διότι το παντοδύναμον χέρι του Θεού προστατεύει τους δύο προφήτας).
Αποκ. 11,6 οὗτοι ἔχουσιν ἐξουσίαν τὸν οὐρανὸν κλεῖσαι, ἵνα μὴ ὑετὸς βρέχῃ τὰς ἡμέρας τῆς προφητείας αὐτῶν, καὶ ἐξουσίαν ἔχουσιν ἐπὶ τῶν ὑδάτων στρέφειν αὐτὰ εἰς αἷμα καὶ πατάξαι τὴν γῆν ἐν πάσῃ πληγῇ, ὁσάκις ἐὰν θελήσωσι.
Αποκ. 11,6 Αυτοί έχουν πάρει εξουσίαν από τον Θεόν να κλείσουν, όπως άλλοτε ο Ηλίας, κατά θαυματουργικόν τρόπον τον ουρανόν, δια να μη στέλλη βροχήν κατά τας ημέρας, που αυτοί θα κηρύττουν και θα προφητεύουν. Και έχουν από τον Θεόν εξουσίαν εις τα νερά της γης να τα μεταβάλλουν εις αίμα και να κτυπήσουν την γην με κάθε ειδός πληγής, όσες φορές θα θελήσουν.
Αποκ. 11,7 καὶ ὅταν τελέσωσι τὴν μαρτυρίαν αὐτῶν, τὸ θηρίον τὸ ἀναβαῖνον ἐκ τῆς ἀβύσσου ποιήσει μετ᾿ αὐτῶν πόλεμον καὶ νικήσει αὐτοὺς καὶ ἀποκτενεῖ αὐτούς.
Αποκ. 11,7 Και όταν εκπληρώσουν την αποστολήν των και κηρύξουν την μαρτυρίαν των και συμπληρωθούν οι σαράντα δύο μήνες, τότε το θηρίον, που αναβαίνει από τον Αδην, ο αντίχριστος, θα κάμη πόλεμον εναντίον αυτών και θα τους νικήση και θα τους φονεύση.
Αποκ. 11,8 καὶ τὸ πτῶμα αὐτῶν ἐπὶ τῆς πλατείας τῆς πόλεως τῆς μεγάλης, ἥτις καλεῖται πνευματικῶς Σόδομα καὶ Αἴγυπτος, ὅπου καὶ ὁ Κύριος αὐτῶν ἐσταυρώθη.
Αποκ. 11,8 Και τα πτώματα των θα αφεθούν άταφα εις την πλατείαν της μεγάλης πόλεως της Ιερουσαλήμ, όπου και ο Κυριος αυτών ο Ιησούς Χριστός εσταυρώθη, και η οποία δια την φαυλότητα και ειδωλολατρικήν ζωήν των κατοίκων της ονομάζεται αλληγορικώς Σοδομα και Αίγυπτος.
Αποκ. 11,9 καὶ βλέπουσιν ἐκ τῶν λαῶν καὶ φυλῶν καὶ γλωσσῶν καὶ ἐθνῶν τὸ πτῶμα αὐτῶν ἡμέρας τρεῖς καὶ ἥμισυ, καὶ τὰ πτώματα αὐτῶν οὐκ ἀφήσουσι τεθῆναι εἰς μνῆμα.
Αποκ. 11,9 Και βλέπουν οι αμαρτωλοί και αμετανόητοι από τους διαφόρους λαούς και τας φυλάς και τας γλώσσας και τα έθνη τα πτώματα αυτών τρεις κατά συνέχειαν και μισή ημέρας, (διάστημα, που συμβολίζει τριάμιση έτη, όσον θα έχη διαρκέσει και η αποστολή των δύο αυτών μαρτύρων), και δεν θα αφήσουν να τεθούν τα πτώματα εις μνήμα, (δια να δείξουν έτσι την περιφρόνησίν τους προς αυτούς).
Αποκ. 11,10 καὶ οἱ κατοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς χαίρουσιν ἐπ᾿ αὐτοῖς, καὶ εὐφρανθήσονται καὶ δῶρα πέμψουσιν ἀλλήλοις, ὅτι οὗτοι οἱ δύο προφῆται ἐβασάνισαν τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς.
Αποκ. 11,10 Και οι αμετανόητοι αυτοί κάτοικοι της γης θα χαίρουν δια τον τραγικόν θάνατον των δύο αυτών μαρτύρων και θα ευφρανθούν και θα ανταλλάξουν μεταξύ των δώρα, διότι έλειψαν πλέον οι δύο αυτοί προφήται, που συνεκλόνισαν και κατέθλιψαν με το ελεγκτικόν τους κήρυγμα τους αμετανοήτους κατοίκους της γης.
Αποκ. 11,11 καὶ μετὰ τὰς τρεῖς ἡμέρας καὶ ἥμισυ, πνεῦμα ζωῆς ἐκ τοῦ Θεοῦ εἰσῆλθεν εἰς αὐτούς, καὶ ἔστησαν ἐπὶ τοὺς πόδας αὐτῶν, καὶ φόβος μέγας ἐπέπεσεν ἐπὶ τοὺς θεωροῦντας αὐτούς.
Αποκ. 11,11 Υστερα όμως από τρεις ημέρας και μισή, Πνεύμα ζωοποιόν, που εκπορεύεται από τον Θεόν, εισήλθεν στους δύο νεκρούς μάρτυρας και εστάθηκαν ζωντανοί και ισχυροί εις τα πόδια των και φόβος μεγάλος έπεσε και κατεβάρυνε εκείνους, που έβλεπαν αυτούς αναστημένους.
Αποκ. 11,12 καὶ ἤκουσα φωνὴν μεγάλην ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λέγουσαν αὐτοῖς· ἀνάβητε ὧδε. καὶ ἀνέβησαν εἰς τὸν οὐρανὸν ἐν τῇ νεφέλῃ, καὶ ἐθεώρησαν αὐτοὺς οἱ ἐχθροὶ αὐτῶν.
Αποκ. 11,12 Και ήκουσα μεγάλην φωνήν από τον ουρανόν να λέγη προς αυτούς· “ανεβήτε εδώ”. Και ανέβησαν στον ουρανόν με την νεφέλην και τους είδαν και κατεπτοήθησαν οι εχθροί των.
Αποκ. 11,13 Καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐγένετο σεισμὸς μέγας, καὶ τὸ δέκατον τῆς πόλεως ἔπεσε, καὶ ἀπεκτάνθησαν ἐν τῷ σεισμῷ ὀνόματα ἀνθρώπων χιλιάδες ἑπτά, καὶ οἱ λοιποὶ ἔμφοβοι ἐγένοντο καὶ ἔδωκαν δόξαν τῷ Θεῷ τοῦ οὐρανοῦ.
Αποκ. 11,13 Και κατά την ημέραν εκείνην έγινε μεγάλος σεισμός και το εν δέκατον της αμαρτωλής πόλεως, που εφόνευσε τους μάρτυρας, εκρημνίσθη και εφονεύθησαν με τον σεισμόν επτά χιλιάδες άνθρωποι (όχι όλοι οι αμαρτωλοί, δια να δοθή δίδαγμα και ευκαιρία στους υπολοίπους, όπως μετανοήσουν). Και οι άλλοι, όταν είδαν την τιμωρίαν αυτήν της θείας δικαιοσύνης, κατελήφθησαν από φόβον και υπό την κυριαρχίαν αυτού εδόξασαν τον Θεόν του ουρανού.
Αποκ. 11,14 Ἡ οὐαὶ ἡ δευτέρα ἀπῆλθεν· ἡ οὐαὶ ἡ τρίτη ἰδοὺ ἔρχεται ταχύ.
Αποκ. 11,14 Η ουαί, δηλαδή η πληγή η δευτέρα επέρασε. Η πληγή η τρίτη ιδού έρχεται σύντομα.
Αποκ. 11,15 Καὶ ὁ ἕβδομος ἄγγελος ἐσάλπισε· καὶ ἐγένοντο φωναὶ μεγάλαι ἐν τῷ οὐρανῷ λέγουσαι· ἐγένετο ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ τοῦ Χριστοῦ αὐτοῦ, καὶ βασιλεύσει εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Αποκ. 11,15 Και τότε εσάλπισεν ο έβδομος άγγελος. Και έγιναν φωναί μεγάλαι, αλαλαγμοί θριάμβου στον ουρανόν, που έλεγαν· “επραγματοποιήθη και επεκράτησεν οριστικώς η βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του επί όλου του κόσμου και θα βασιλεύση χωρίς διακοπήν στους απεράντους αιώνας των αιώνων”.
Αποκ. 11,16 καὶ οἱ εἴκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι οἱ ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, οἳ κάθηνται ἐπὶ τοὺς θρόνους αὐτῶν, ἔπεσαν ἐπὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν καὶ προσεκύνησαν τῷ Θεῷ
Αποκ. 11,16 Και οι εικόσι τέσσαρες πρεσβύτεροι, που κάθηνται επάνω στους θρόνους των, εμπρός στον θρόνον του Θεού, έπεσαν με τα πρόσωπα κατά γης και επροσκύνησαν τον Θεόν
Αποκ. 11,17 λέγοντες· εὐχαριστοῦμέν σοι, Κύριε ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος, ὅτι εἴληφας τὴν δύναμίν σου τὴν μεγάλην καὶ ἐβασίλευσας,
Αποκ. 11,17 λέγοντες· “σε ευχαριστούμεν, Κυριε ο Θεός ο Παντοκράτωρ, σε που υπάρχεις εξ εαυτού πάντοτε και υπήρχες προ πάντων των αιώνων χωρίς καμμίαν ποτέ αρχήν και θα υπάρχης στο αιώνιον μέλλον χωρίς τέλος ποτέ, διότι ανέλαβες την δύναμίν σου την μεγάλην και εβασίλευσες.
Αποκ. 11,18 καὶ τὰ ἔθνη ὠργίσθησαν, καὶ ἦλθεν ἡ ὀργή σου καὶ ὁ καιρὸς τῶν ἐθνῶν κριθῆναι καὶ δοῦναι τὸν μισθὸν τοῖς δούλοις σου τοῖς προφήταις καὶ τοῖς ἁγίοις τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά σου, τοῖς μικροῖς καὶ τοῖς μεγάλοις, καὶ διαφθεῖραι τοὺς διαφθείροντας τὴν γῆν.
Αποκ. 11,18 Και τα ειδωλολατρικά ασεβή έθνη κατελήφθησαν από μανίαν και παραφοράν εναντίον σου και ήλθεν η δικαία σου οργή, που τα ετιμώρησε. Και ήλθε επίσης ο καιρός της αναστάσεως όλων των νεκρών, δια να κριθούν και να δώσης συ, ως δίκαιος κριτής, την ανταμοιβήν στους δούλους σου, στους προφήτας και τους αγίους, εις όλους που φοβούνται το όνομά σου, στους μικρούς και στους μεγάλους, και δια να εξολοθρεύσης εκείνους, οι οποίοι με την προκλητικήν των φαυλότητα διαφθείρουν την γην”.
Αποκ. 11,19 Καὶ ἠνοίγη ὁ ναὸς τοῦ Θεοῦ ὁ ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὤφθη ἡ κιβωτὸς τῆς διαθήκης Κυρίου ἐν τῷ ναῷ αὐτοῦ, καὶ ἐγένοντο ἀστραπαὶ καὶ φωναὶ καὶ βρονταὶ καὶ σεισμὸς καὶ χάλαζα μεγάλη.
Αποκ. 11,19 Και τότε ανοίχθηκε ο αχειροποίητος ναός του Θεού, που είναι στον ουρανόν, και όλοι είδαν την κιβωτόν της διαθήκης του Κυρίου, που ευρίσκεται μέσα στον ναόν (είδαν τον τελικόν θρίαμβον του Χριστού και την ένδοξον βασιλείαν, την ητοιμασμένην από καταβολής κόσμου) και έγιναν αστραπαί και φωναί και βρονταί και σεισμός και χάλαζα πυκνή και χονδρή (που εσυμβόλιζαν, όπως και στο όρος Σινά κατά την παράδοσιν του Νομου, την παντοδύναμον παρουσίαν του Θεού).(συνεχίζεται)

Σάββατο 24 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Mετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 10

Αποκ. 10,1 Καὶ εἶδον ἄλλον ἄγγελον ἰσχυρὸν καταβαίνοντα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, περιβεβλημένον νεφέλην, καὶ ἡ ἶρις ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ, καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὡς στῦλοι πυρός,
Αποκ. 10,1 Και είδα άλλον άγγελον ισχυρόν να κατεβαίνη από τον ουρανόν. Και όπως ο Υιός του ανθρώπου, είχε και αυτός ολόγυρά του σύννεφον και το ουράνιον τόξον επάνω εις την κεφαλήν του, και το πρόσωπόν του ήτο λαμπρόν και ακτινοβολούσεν ως ο ήλιος, και τα πόδια του ήσαν σαν στύλοι πυρός,
Αποκ. 10,2 καὶ ἔχων ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ βιβλίον ἀνεῳγμένον. καὶ ἔθηκε τὸν πόδα αὐτοῦ τὸν δεξιὸν ἐπὶ τῆς θαλάσσης, τὸν δὲ εὐώνυμον ἐπὶ τῆς γῆς,
Αποκ. 10,2 και εκρατούσεν εις τα χέρια του βιβλίον ανοιγμένον. Και έβαλε το ένα του πόδι, το δεξιόν, επάνω εις την θάλασσαν, το δε αριστερόν επάνω εις την γην.
Αποκ. 10,3 καὶ ἔκραξε φωνῇ μεγάλῃ ὥσπερ λέων μυκᾶται. καὶ ὅτε ἔκραξεν, ἐλάλησαν αἱ ἑπτὰ βρονταὶ τὰς ἑαυτῶν φωνάς.
Αποκ. 10,3 Και έκραξε με βροντερήν φωνήν, σαν τον λέοντα που βρυχάται. Και όταν έκραξε, ωμίλησαν οι επτά έγγελοι με τας ισχυράς φωνάς των, που ήσαν ωσάν βρονταί.
Αποκ. 10,4 Καὶ ὅτε ἐλάλησαν αἱ ἑπτὰ βρονταί, ἔμελλον γράφειν· καὶ ἤκουσα φωνὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λέγουσαν· σφράγισον ἃ ἐλάλησαν αἱ ἑπτὰ βρονταί, καὶ μὴ αὐτὰ γράψῃς.
Αποκ. 10,4 Και όταν ελάλησαν οι επτά αυτοί μεγαλόφωνοι άγγελοι, ετοιμαζόμουν εγώ να γράψω τους λόγους των. Και ήκουσα τότε φωνήν από τον ουρανόν να λέγη· “σφράγισε και κρύψε αυτά, που είπαν οι επτά μεγαλόφωνοι άγγελοι και μη τα γράψης”.
Αποκ. 10,5 Καὶ ὁ ἄγγελος, ὃν εἶδον ἑστῶτα ἐπὶ τῆς θαλάσσης καὶ ἐπὶ τῆς γῆς, ἦρε τὴν χεῖρα αὐτοῦ τὴν δεξιὰν εἰς τὸν οὐρανὸν
Αποκ. 10,5 Και ο άγγελος ο ισχυρός και μέγας, τον οποίον είδα να στέκεται επάνω εις την θάλασσαν και επάνω εις την γην, ύψωσε προς τον ουρανόν το δέξι του χέρι
Αποκ. 10,6 καὶ ὤμοσεν ἐν τῷ ζῶντι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, ὃς ἔκτισε τὸν οὐρανὸν καὶ τὰ ἐν αὐτῷ καὶ τὴν γῆν καὶ τὰ ἐν αὐτῇ καὶ τὴν θάλασσαν καὶ τὰ ἐν αὐτῇ, ὅτι χρόνος οὐκέτι ἔσται,
Αποκ. 10,6 και με τον επίσημον αυτόν τρόπον ωρκίσθη εις Εκείνον, τον αιώνιον και αναλλοίωτον, που ζη στους αιώνας των αιώνων, στον Θεόν, ο οποίος έκτισε τον ουρανόν και όσα υπάρχουν εις αυτόν και την γην και όσα υπάρχουν εις αυτήν και την θάλασσαν και όσα υπάρχουν εις αυτήν. Ωρκίσθη και επισήμως διεβεβαίωσεν, ότι δεν υπολείπεται πλέον καιρός (δια την πραγματοποίησιν της τελικής βουλής του Θεού περί του κόσμου).
Αποκ. 10,7 ἀλλ᾿ ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς φωνῆς τοῦ ἑβδόμου ἀγγέλου, ὅταν μέλλῃ σαλπίζειν, καὶ ἐτελέσθη τὸ μυστήριον τοῦ Θεοῦ, ὡς εὐηγγέλισε τοὺς δούλους αὐτοῦ τοὺς προφήτας.
Αποκ. 10,7 Αλλά κατά τας ημέρας, που θα ακουσθή η φωνή του εβδόμου αγγέλου, όταν αυτός θα σαλπίση, θα εκτελεσθή η μυστηριώδης τελική βουλή του Θεού περί του κόσμου, όπως ο ίδιος ο Θεός, σαν εξαιρετικώς χαρμόσυνον αγγελίαν, την προείπεν στους δούλους του, τους προφήτας της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.
Αποκ. 10,8 Καὶ ἡ φωνὴ ἣν ἤκουσα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, πάλιν λαλοῦσα μετ᾿ ἐμοῦ καὶ λέγουσα· ὕπαγε λάβε τὸ βιβλιδάριον τὸ ἀνεῳγμένον ἐν τῇ χειρὶ τοῦ ἀγγέλου τοῦ ἑστῶτος ἐπὶ τῆς θαλάσσης καὶ ἐπὶ τῆς γῆς.
Αποκ. 10,8 Και η φωνή, την οποίαν προηγουμένως ήκουσα από τον ουρανόν, ελάλησε πάλιν προς εμέ και είπε· “πήγαινε, πάρε το βιβλιαράκι το ανοιγμένον, που είναι στο χέρι του αγγέλου, ο οποίος στέκεται επάνω εις την θάλασσαν και επάνω εις την γην”.
Αποκ. 10,9 καὶ ἀπῆλθα πρὸς τὸν ἄγγελον, λέγων αὐτῷ δοῦναί μοι τὸ βιβλιδάριον. καὶ λέγει μοι· λάβε καὶ κατάφαγε αὐτό, καὶ πικρανεῖ σου τὴν κοιλίαν, ἀλλ᾿ ἐν τῷ στόματί σου ἔσται γλυκὺ ὡς μέλι.
Αποκ. 10,9 Και επήγα προς τον άγγελον και του είπα· να μου δώση το βιβλιαράκι. Και εκείνος μου είπε· “πάρε το και φάγε το ολόκληρο (Κατενόησε καλά, αφομοίωσε και βάλε μέσα στον νουν και την καρδιά σου την προφητείαν, που περιέχει το βιβλιαράκι). Και θα σου πικράνη την κοιλίαν, αλλά στο στόμα σου θα είναι γλυκό σαν το μέλι”. (Θα είναι γλυκό και ευχάριστον το άγγελμα της προσεχούς ολοκληρώσεως του θείου σχεδίου και της βεβαίας απολυτρώσεως, θα γεννά όμως και το αίσθημα της πικρίας και της θλίψεως εξ αιτίας των δοκιμασιών, που θα το συνοδεύουν).
Αποκ. 10,10 καὶ ἔλαβον τὸ βιβλίον ἐκ τῆς χειρὸς τοῦ ἀγγέλου καὶ κατέφαγον αὐτό, καὶ ἦν ἐν τῷ στόματί μου ὡς μέλι γλυκύ· καὶ ὅτε ἔφαγον αὐτό, ἐπικράνθη ἡ κοιλία μου.
Αποκ. 10,10 Και επήρα το βιβλίον από το χέρι του αγγέλου και το κατέφαγα. Και ήτο πράγματι στο στόμα γλυκό σαν μέλι. Οταν όμως το έφαγα, εγέμισε πικρίαν η κοιλία μου.
Αποκ. 10,11 καὶ λέγουσί μοι· δεῖ σε πάλιν προφητεῦσαι ἐπὶ λαοῖς καὶ ἔθνεσι καὶ γλώσσαις καὶ βασιλεῦσι πολλοῖς.
Αποκ. 10,11 Και μου είπαν τότε ο ισχυρός άγγελος και οι άλλοι επτά· “τώρα που κατενόησες πλέον την προφητείαν, πρέπει να την αναγγείλης πάλιν στους λαούς και εις τα έθνη και εις τας γλώσσας της οικουμένης και εις πολλούς βασιλείς”.(συνεχίζεται)

Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Μετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 9

Αποκ. 9,1 Καὶ ὁ πέμπτος ἄγγελος ἐσάλπισε· καὶ εἶδον ἀστέρα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεπτωκότα εἰς τὴν γῆν, καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἡ κλεὶς τοῦ φρέατος τῆς ἀβύσσου,
Αποκ. 9,1 Και ο πέμπτος άγγελος εσάλπισε· και είδα ένα αστέρι να έχη πέσει από τον ουρανόν εις την γην, τον σατανάν τον επαναστάτην εναντίον του Θεού, και εδόθη εις αυτόν το κλειδί και του παρεχωρήθη η άδεια να ανοίξη το πηγάδι της κατασκότεινης αβύσσου.
Αποκ. 9,2 καὶ ἤνοιξε τὸ φρέαρ τῆς ἀβύσσου, καὶ ἀνέβη καπνὸς ἐκ τοῦ φρέατος ὡς καπνὸς καμίνου καιομένης, καὶ ἐσκοτίσθη ὁ ἥλιος καὶ ὁ ἀὴρ ἐκ τοῦ καπνοῦ τοῦ φρέατος.
Αποκ. 9,2 Και ήνοιξε πράγματι το πηγάδι της φρικτής αβύσσου και αναρίθμητον πλήθος πονηρών πνευμάτων, που ήσαν εκεί φυλακισμένα, ξεπετάχθησαν και ανέβηκαν σαν πυκνός καπνός καιομένης καμίνου και εσκοτίσθη ο ήλιος και ο αέρας από τον καπνόν του πηγαδιού.
Αποκ. 9,3 καὶ ἐκ τοῦ καπνοῦ ἐξῆλθον ἀκρίδες εἰς τὴν γῆν, καὶ ἐδόθη αὐταῖς ἐξουσία ὡς ἔχουσιν ἐξουσίαν οἱ σκορπίοι τῆς γῆς·
Αποκ. 9,3 Και από τον καπνόν αυτών, των δαιμονικών πνευμάτων, εξεχώρισαν και εβγήκαν προς τα διάφορα μέρη της γης ακρίδες, κακοποιά δηλαδή πνεύματα, και παρεχωρήθη εις αυτά τυραννική και κακοποιός εξουσία, σαν αυτήν που έχουν οι σκορπιοί εις την γην, να βασανίζουν τους ανθρώπους με τα δηλητηριώδη κεντριά των.
Αποκ. 9,4 καὶ ἐῤῥέθη αὐταῖς ἵνα μὴ ἀδικήσωσι τὸν χόρτον τῆς γῆς οὐδὲ πᾶν χλωρὸν οὐδὲ πᾶν δένδρον, εἰ μὴ τοὺς ἀνθρώπους οἵτινες οὐκ ἔχουσι τὴν σφραγῖδα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν.
Αποκ. 9,4 Και ελέχθη εις αυτά να μη βλάψουν το χορτάρι της γης, ούτε κάθε πράσινον φυτόν ούτε κανένα δένδρον, παρά μόνον τους ανθρώπους, που δεν έχουν εις τα μέτωπα των την σφραγίδα του Θεού.
Αποκ. 9,5 καὶ ἐδόθη αὐταῖς ἵνα μὴ ἀποκτείνωσιν αὐτούς, ἀλλ᾿ ἵνα βασανισθῶσι μῆνας πέντε· καὶ ὁ βασανισμὸς αὐτῶν ὡς βασανισμὸς σκορπίου, ὅταν παίσῃ ἄνθρωπον.
Αποκ. 9,5 Και εδόθη εις αυτά η διαταγή να μη φονεύσουν τους ανθρώπους, αλλά να τους βασανίσουν επί ωρισμένον χρονικόν διάστημα, που συμβολίζεται με τον αριθμόν των πέντε μηνών. Και ο ψυχικός και σωματικός αυτός βασανισμός και πόνος θα είναι σαν τον φρικτόν πόνον, που φέρνει ο σκορπιός, όταν κεντρίση τον άνθρωπον.
Αποκ. 9,6 καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ζητήσουσιν οἱ ἄνθρωποι τὸν θάνατον καὶ οὐ μὴ εὑρήσουσιν αὐτόν, καὶ ἐπιθυμήσουσιν ἀποθανεῖν, καὶ φεύξεται ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ θάνατος.
Αποκ. 9,6 Και κατά τας ημέρας εκείνας οι άνθρωποι, εξ αιτίας των φρικτών ψυχικών και σωματικών οδυνών και εκ του γεγονότος ότι δεν θα έχουν ελπίδα θεραπείας, θα ζητήσουν επάνω εις την απόγνωσίν των τον θάνατον και δεν θα τον εύρουν, και θα επιθυμήσουν να πεθάνουν, και ο θάνατος θα φεύγη από αυτούς.
Αποκ. 9,7 καὶ τὰ ὁμοιώματα τῶν ἀκρίδων ὅμοια ἵπποις ἡτοιμασμένοις εἰς πόλεμον, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτῶν ὡς στέφανοι ὅμοιοι χρυσίῳ, καὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὡς πρόσωπα ἀνθρώπων,
Αποκ. 9,7 Και αι μορφαί των δαιμονικών αυτών ακρίδων είναι και τρομακτικαί και δελεαστικαί. Ομοιάζουν με άλογα ετοιμασμένα δια τον πόλεμον. Και επάνω εις τα κεφάλια των έχουν στεφάνους σαν από χρυσάφι, και τα πρόσωπά των είναι σαν πρόσωπα ανθρώπων.
Αποκ. 9,8 καὶ εἶχον τρίχας ὡς τρίχας γυναικῶν, καὶ οἱ ὀδόντες αὐτῶν ὡς λεόντων ἦσαν,
Αποκ. 9,8 Και είχαν τρίχας, σαν τρίχας γυναικών· και τα δόντια των ήσαν σαν δόντια λεόντων (δια να συμβολίζουν την θηριωδίαν των και το καταστρεπτικόν των έργον).
Αποκ. 9,9 καὶ εἶχον θώρακας ὡς θώρακας σιδηροῦς, καὶ ἡ φωνὴ τῶν πτερύγων αὐτῶν ὡς φωνὴ ἁρμάτων ἵππων πολλῶν τρεχόντων εἰς πόλεμον.
Αποκ. 9,9 Και είχαν στήθη σαν σιδερένιους θώρακας. Και ο θόρυβος από τις πτέρυγές των, σαν θόρυβος και βοή πολλών αρμάτων, που τα σέρνουν ίπποι και τρέχουν εις την μάχην.
Αποκ. 9,10 καὶ ἔχουσιν οὐρὰς ὁμοίας σκορπίοις καὶ κέντρα, καὶ ἐν ταῖς οὐραῖς αὐτῶν ἐξουσίαν ἔχουσι τοῦ ἀδικῆσαι τοὺς ἀνθρώπους μῆνας πέντε.
Αποκ. 9,10 Και έχουν ουρές, σαν τις ουρές των σκορπιών, και κεντριά εις τις ουρές των. Και τους παρεχωρήθη η άδεια να βασανίζουν με τις δηλητηριώδεις ουρές των τους ανθρώπους επί πέντε μήνες, εις περιωρισμένον δηλαδή χρονικόν διάστημα.
Αποκ. 9,11 ἔχουσι βασιλέα ἐπ᾿ αὐτῶν τὸν ἄγγελον τῆς ἀβύσσου· ὄνομα αὐτῷ ἑβραϊστὶ Ἀβαδδών, ἐν δὲ τῇ ἑλληνικῇ ὄνομα ἔχει Ἀπολλύων.
Αποκ. 9,11 Εχουν δε βασιλέα και αρχηγόν της πονηράς παρατάξεώς των τον άγγελον της αβύσσου. Το όνομα αυτού εις την Εβραϊκήν είναι Αβαδδών, εις δε την Ελληνικήν ονομάζεται Απολλύων, δηλαδή εξολοθρευτής.
Αποκ. 9,12 Ἡ οὐαὶ ἡ μία ἀπῆλθεν· ἰδοὺ ἔρχονται ἔτι δύο οὐαὶ μετὰ ταῦτα.
Αποκ. 9,12 Και αφού τα δαιμονικά αυτά πνεύματα εβασάνιζαν φρικτά τους ανθρώπους κατά τους πέντε αυτούς μήνας, η πρώτη ουαί, δηλαδή η πρώτη πληγή, επέρασε. Ιδού έρχονται δύο ακόμη ουαί, δύο πληγαί, ύστερα από αυτά.
Αποκ. 9,13 Καὶ ὁ ἕκτος ἄγγελος ἐσάλπισε· καὶ ἤκουσα φωνὴν μίαν ἐκ τῶν τεσσάρων κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ χρυσοῦ τοῦ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ,
Αποκ. 9,13 Και ο εκτός άγγελος, εσάλπισε. Και ήκουσα μίαν φωνήν, που έβγαινε από τα τέσσαρα κέρατα του χρυσού θυσιαστηρίου, το οποίον ευρίσκεται ενώπιον του Θεού,
Αποκ. 9,14 λέγοντος τῷ ἕκτῳ ἀγγέλῳ· ὁ ἔχων τὴν σάλπιγγα, λῦσον τοὺς τέσσαρας ἀγγέλους τοὺς δεδεμένους ἐπὶ τῷ ποταμῷ τῷ μεγάλῳ Εὐφράτῃ.
Αποκ. 9,14 να λέγη στον έκτον άγγελον· “συ που έχεις την σάλπιγγα, λύσε τους τέσσαρας αγγέλους, που είναι δεμένοι κοντά στον μεγάλον ποταμόν, τον Ευφράτην”.
Αποκ. 9,15 καὶ ἐλύθησαν οἱ τέσσαρες ἄγγελοι οἱ ἡτοιμασμένοι εἰς τὴν ὥραν καὶ εἰς τὴν ἡμέραν καὶ μῆνα καὶ ἐνιαυτόν, ἵνα ἀποκτείνωσι τὸ τρίτον τῶν ἀνθρώπων.
Αποκ. 9,15 Και ελύθησαν οι τέσσαρες άγγελοι, οι οποίοι σύμφωνα με την βουλήν του Θεού ήσαν προετοιμασμένοι δια την ωρισμένην ώραν και ημέραν και τον μήνα και το έτος, ως εκδικητικά όργανα της θείας δικαιοσύνης, δια να φονεύσουν το ένα τρίτον των ανθρώπων.
Αποκ. 9,16 καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν στρατευμάτων τοῦ ἵππου δύο μυριάδες μυριάδων· ἤκουσα τὸν ἀριθμὸν αὐτῶν.
Αποκ. 9,16 Και τα στρατεύματα των αποτελούντο από αναρίθμητον ιππικόν. Ηκουσα, ότι ο αριθμός των ήτο δύο μυριάδες μυριάδων, δηλαδή διακόσια εκατομμύρια.
Αποκ. 9,17 καὶ οὕτως εἶδον τοὺς ἵππους ἐν τῇ ὁράσει καὶ τοὺς καθημένους ἐπ᾿ αὐτῶν, ἔχοντας θώρακας πυρίνους καὶ ὑακινθίνους καὶ θειώδεις· καὶ αἱ κεφαλαὶ τῶν ἵππων ὡς κεφαλαὶ λεόντων, καὶ ἐκ τῶν στομάτων αὐτῶν ἐκπορεύεται πῦρ καὶ καπνὸς καὶ θεῖον.
Αποκ. 9,17 Και έτσι είδα εις την οπτασίαν αυτήν τα αναρίθμητα άλογα και τους πολεμιστάς, που εκάθηντο επάνω εις αυτά και οι οποίοι είχαν πυρίνους θώρακας, ενώ από τα στόματα των ίππων έβγαινε καπνός, που είχε σαν χρώμα υακίνθου και ήταν καπνός θειαφιού. Αι δε κεφαλαί των ίππων ήσαν σαν κεφαλαί λεόντων και από τα στόματα αυτών βγαίνει προς τα έξω με ορμή φωτιά και καπνός και θειάφι (Τα αναρίθμητα αυτά κακοποιά στρατεύματα συμβολίζουν τους τρομερούς βαρβάρους επιδρομείς, που θα επήρχοντο με καταστρεπτικήν μανίαν εναντίον διαφόρων λαών).
Αποκ. 9,18 ἀπὸ τῶν τριῶν πληγῶν τούτων ἀπεκτάνθησαν τὸ τρίτον τῶν ἀνθρώπων, ἐκ τοῦ πυρὸς καὶ τοῦ καπνοῦ καὶ τοῦ θείου τοῦ ἐκπορευομένου ἐκ τῶν στομάτων αὐτῶν.
Αποκ. 9,18 Και από τας τρεις αυτάς πληγάς, από την φωτιά, τον καπνό και το θειάφι, που έβγαινε από τα στόματα των βαρβάρων επιδρομέων, εφονεύθησαν το εν τρίτον εκ των ανθρώπων.
Aποκ. 9,19 ἡ γὰρ ἐξουσία τῶν ἵππων ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἐστι καὶ ἐν ταῖς οὐραῖς αὐτῶν· αἱ γὰρ οὐραὶ αὐτῶν ὅμοιαι ὄφεσιν, ἔχουσαι κεφαλάς, καὶ ἐν αὐταῖς ἀδικοῦσι.
Αποκ. 9,19 Διότι η καταστρεπτική δύναμις των ίπππων αυτών υπήρχε στο στόμα των, αλλά και εις τας ουράς των. Διότι αι ουραί των ωμοίαζον με φείδια, που είχαν κεφάλια, και με το δηλητήριον αυτών εβασάνιζαν και έβλαπταν τους ανθρώπους.
Αποκ. 9,20 καὶ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, οἳ οὐκ ἀπεκτάνθησαν ἐν ταῖς πληγαῖς ταύταις, οὐ μετενόησαν ἐκ τῶν ἔργων τῶν χειρῶν αὐτῶν, ἵνα μὴ προσκυνήσωσι τὰ δαιμόνια καὶ τὰ εἴδωλα τὰ χρυσᾶ καὶ τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χαλκᾶ καὶ τὰ λίθινα καὶ τὰ ξύλινα, ἃ οὔτε βλέπειν δύναται οὔτε ἀκούειν οὔτε περιπατεῖν,
Αποκ. 9,20 Και εν τούτοις παρά την σκληράν αυτήν τιμωρίαν, οι υπόλοιποι από τους αμαρτωλούς ανθρώπους, οι οποίοι δεν εφονεύθησαν από τα θανατηφόρα κτυπήματα των ίππων, δεν συνησθάνθησαν την ενόχην των και δεν μετενόησαν και δεν απηρνήθησαν την λατρείαν των ειδώλων, που τα κατεσκεύαζαν οι ίδιοι με τα χέρια των, ώστε να μη προσκυνήσουν πλέον τα δαιμόνια και τα χρυσά και τα αργυρά και τα χαλκά και τα λίθινα και τα ξύλινα είδωλα και τα οποία ούτε να βλέπουν ημπορούν, ούτε ν' ακούουν, ούτε να περιπατούν.
Αποκ. 9,21 καὶ οὐ μετενόησαν ἐκ τῶν φόνων αὐτῶν οὔτε ἐκ τῶν φαρμακειῶν αὐτῶν οὔτε ἐκ τῆς πορνείας αὐτῶν οὔτε ἐκ τῶν κλεμμάτων αὐτῶν.
Αποκ. 9,21 Και δεν μετενόησαν οι άνθρωποι αυτοί και δεν ξέκοψαν από τους φόνους των, ούτε από τας μαγείας των, ούτε από τας πορνείας των, ούτε από τας κλοπάς των. (Εμειναν σκληροί και αμετανόητοι μέσα εις την διαστροφήν και φαυλότητά των).(συνεχίζεται)

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Μετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 8

Αποκ. 8,1 Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν ἑβδόμην, ἐγένετο σιγὴ ἐν τῷ οὐρανῷ ὡς ἡμιώριον.
Αποκ. 8,1 Και όταν το Αρνίον ήνοιξεν την εβδόμην σφραγίδα, έγινε σιγή στον ουράνιον κόσμον, περίπου μισήν ώραν, δια την κρισιμότητα των συνταρακτικών γεγονότων, που έντος ολίγου θα επακολουθούσαν.
Αποκ. 8,2 Καὶ εἶδον τοὺς ἑπτὰ ἀγγέλους οἳ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἑστήκασι, καὶ ἐδόθησαν αὐτοῖς ἑπτὰ σάλπιγγες.
Αποκ. 8,2 Και είδα τους επτά επισήμους αγγέλους, που στέκονται πάντοτε εμπρός στον Θεόν, και εδόθησαν εις αυτούς επτά σάλπιγγες.
Αποκ. 8,3 καὶ ἄλλος ἄγγελος ἦλθε καὶ ἐστάθη ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου ἔχων λιβανωτὸν χρυσοῦν, καὶ ἐδόθη αὐτῷ θυμιάματα πολλά, ἵνα δώσῃ ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων πάντων ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὸ χρυσοῦν τὸ ἐνώπιον τοῦ θρόνου.
Αποκ. 8,3 Και ένας άλλος άγγελος ήλθε και εστάθη στο επουράνιον θυσιαστήριον, κρατών εις τα χέρια του ολόχρυσον θυμιατήριον. Και εδόθησαν εις αυτόν πολλά θυμιάματα, αι προσευχαί των αγίων, που ευρίσκονται στους ουρανούς, δια να προσφέρη και συνενώση αυτάς με τας προσευχάς των πιστών της στρατευομένης Εκκλησίας στο ολόχρυσον θυσιαστήριον, που είναι εμπρός στον θρόνον του Θεού.
Αποκ. 8,4 καὶ ἀνέβη ὁ καπνὸς τῶν θυμιαμάτων ταῖς προσευχαῖς τῶν ἁγίων ἐκ χειρὸς τοῦ ἀγγέλου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Αποκ. 8,4 Και η ευωδία των θυμιαμάτων αυτών μαζή με τας προσευχάς των πιστών, που αγωνίζονται εις την γην, ανέβη από το χέρι του αγγέλου εμπρός στον Θεόν.
Αποκ. 8,5 καὶ εἴληφεν ὁ ἄγγελος τὸν λιβανωτὸν καὶ ἐγέμισεν αὐτὸν ἐκ τοῦ πυρὸς τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἔβαλεν εἰς τὴν γῆν. καὶ ἐγένοντο βρονταὶ καὶ φωναὶ καὶ ἀστραπαὶ καὶ σεισμός.
Αποκ. 8,5 Και επήρεν ο άγγελος το θυμιατήριον και το εγέμισεν από την φωτιάν του θυσιαστηρίου και έρριψεν αυτήν την φωτιάν εις την γην. Και αμέσως τότε έγιναν βρονταί και φωναί και αστραπαί και σεισμός. (Είναι αι θλίψεις, αι οποίαι δια μεν τους πιστούς αποτελούν παιδαγωγίαν προς την αρετήν, δια δε τους απίστους τιμωρίαν και όλεθρον).
Αποκ. 8,6 Καὶ οἱ ἑπτὰ ἄγγελοι οἱ ἔχοντες τὰς ἑπτὰ σάλπιγγας ἡτοίμασαν ἑαυτοὺς ἵνα σαλπίσωσι.
Αποκ. 8,6 Μετά το γεγονός αυτό και οι επτά άγγελοι, που είχαν τας επτά σάλπιγγας, ητοίμασαν τους εαυτούς των, δια να σαλπίσουν.
Αποκ. 8,7 Καὶ ὁ πρῶτος ἐσάλπισε, καὶ ἐγένετο χάλαζα καὶ πῦρ μεμιγμένα ἐν αἵματι, καὶ ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν· καὶ τὸ τρίτον τῆς γῆς κατεκάη, καὶ τὸ τρίτον τῶν δένδρων κατεκάη, καὶ πᾶς χόρτος χλωρὸς κατεκάη.
Αποκ. 8,7 Και ο πρώτος άγγελος εσάλπισε και έγινε χαλάζι και φωτιά, ανακατεμένα με αίμα, και ερρίφθησαν με ορμήν εις την γην. Και τότε τον εν τρίτον της γης κατεκάη και το εν τρίτο των δένδρων έγινε παρανάλωμα του πυρός και κάθε πράσινο χορτάρι κατεκάη. (Θεομηνία μερική, δια να συνέλθουν και μετανοήσουν οι άνθρωποι).
Αποκ. 8,8 Καὶ ὁ δεύτερος ἄγγελος ἐσάλπισε, καὶ ὡς ὄρος μέγα πυρὶ καιόμενον ἐβλήθη εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἐγένετο τὸ τρίτον τῆς θαλάσσης αἷμα,
Αποκ. 8,8 Και ο δεύτερος άγγελος εσάλπισε και ερρίφθη με ορμήν εις την θάλασσαν κάτι σαν μεγάλο βουνό, που εκαίετο. Και έγινε το εν τρίτον της θαλάσσης αίμα.
Αποκ. 8,9 καὶ ἀπέθανε τὸ τρίτον τῶν κτισμάτων τῶν ἐν τῇ θαλάσσῃ, τὰ ἔχοντα ψυχάς, καὶ τὸ τρίτον τῶν πλοίων διεφθάρη.
Αποκ. 8,9 Και απέθανε το εν τρίτον από τα κτίσματα, που υπάρχουν εις την θάλασσαν και έχουν ζωήν και το εν τρίτον των πλοίων, που πλέουν εις τας θαλάσσας, κατεστράφη ολοκληρωτικώς. (Μετά την ξηράν επηκολούθησε θεομηνία και εις την θάλασσαν).
Αποκ. 8,10 Καὶ ὁ τρίτος ἄγγελος ἐσάλπισε, καὶ ἔπεσεν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀστὴρ μέγας καιόμενος ὡς λαμπάς, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ τὸ τρίτον τῶν ποταμῶν καὶ ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων.
Αποκ. 8,10 Και ο τρίτος άγγελος εσάλπισε και έπεσεν από τον ουρανόν μεγάλο αστέρι, που εφλέγετο και εκαίετο σαν λαμπάδα. Και έπεσεν στο εν τρίτον των ποταμών και εις τας πηγάς των υδάτων.
Αποκ. 8,11 καὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἀστέρος λέγεται ὁ Ἄψινθος. καὶ ἐγένετο τὸ τρίτον τῶν ὑδάτων εἰς ἄψινθον, καὶ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων ἀπέθανον ἐκ τῶν ὑδάτων, ὅτι ἐπικράνθησαν.
Αποκ. 8,11 Και το όνομα του αστέρος αυτού λέγεται ο Αψινθος, δια την πικρίαν την οποίαν είχε και εσκόρπισεν εις τα ύδατα. Και έγινε τότε το εν τρίτο των υδάτων πικρόν σαν την αψινθιάν και δηλητηριασμένον. Και πολλοί από τους ανθρώπους απέθαναν από τα νερά αυτά, διότι εδηλητηριάσθησαν.
Αποκ. 8,12 Καὶ ὁ τέταρτος ἄγγελος ἐσάλπισε, καὶ ἐπλήγη τὸ τρίτον τοῦ ἡλίου καὶ τὸ τρίτον τῆς σελήνης καὶ τὸ τρίτον τῶν ἀστέρων, ἵνα σκοτισθῇ τὸ τρίτον αὐτῶν, καὶ τὸ τρίτον αὐτῆς μὴ φανῇ ἡ ἡμέρα, καὶ ἡ νὺξ ὁμοίως.
Αποκ. 8,12 Και ο τέταρτος άγγελος εσάλπισε και εκτυπήθη και εχάθη το εν τρίτον από τον ήλιον, ώστε να μειωθή το φως και η θερμότης του και το εν τρίτον της σελήνης και το εν τρίτον των αστέρων, ώστε να σκοτισθή και να χαθή το εν τρίτον από το φως των ουρανίων αυτών σωμάτων. Και η ημέρα έχασε το εν τρίτον από το φως της και η νύκτα επίσης έχασε το εν τρίτον από την αστροφεγγιά της και από το σεληνόφως.
Αποκ. 8,13 Καὶ εἶδον καὶ ἤκουσα ἑνὸς ἀετοῦ πετομένου ἐν μεσουρανήματι, λέγοντος φωνῇ μεγάλῃ· οὐαί, οὐαί, οὐαὶ τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς ἐκ τῶν λοιπῶν φωνῶν τῆς σάλπιγγος τῶν τριῶν ἀγγέλων τῶν μελλόντων σαλπίζειν.
Αποκ. 8,13 Και είδα και ήκουσα τότε ένα αετόν (άγγελον του Θεού) να πετά εις τα μεσουράνια και να φωνάζη με φωνήν μεγάλην· “αλλοίμονον, αλλοίμονον, αλλοίμονον στους απίστους και ασεβείς, που κατοικούν εις την γην, δια τας άλλας συμφοράς που θα επακολουθήσουν εις τας φωνάς της σάλπιγγος των τριών αγγέλων, οι οποίοι πρόκειται με την σειράν των να σαλπίσουν”.(συνεχίζεται)

Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Μετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 7


Αποκ. 7,1 Καὶ μετὰ τοῦτο εἶδον τέσσαρας ἀγγέλους ἑστῶτας ἐπὶ τὰς τέσσαρας γωνίας τῆς γῆς, κρατοῦντας τοὺς τέσσαρας ἀνέμους τῆς γῆς, ἵνα μὴ πνέῃ ἄνεμος ἐπὶ τῆς γῆς μήτε ἐπὶ τῆς θαλάσσης μήτε ἐπὶ πᾶν δένδρον.
Αποκ. 7,1 Υστερα από το άνοιγμα της έκτης σφραγίδος και πριν ανοιχθή η εβδόμη σφραγίς, είδα τέσσαρας αγαθούς αγγέλους να στέκωνται εις τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος και να κρατούν τους τέσσαρας ανέμους της γης, δια να μη φυσά άνεμος επάνω εις την γην, ούτε επάνω εις την θάλασσαν, ούτε εις κανένα δένδρον (δια να προληφθούν έτσι καταστροφαί και επικρατήση ηρεμία).
Αποκ. 7,2 καὶ εἶδον ἄλλον ἄγγελον ἀναβαίνοντα ἀπὸ ἀνατολῆς ἡλίου, ἔχοντα σφραγῖδα Θεοῦ ζῶντος, καὶ ἔκραξε φωνῇ μεγάλῃ τοῖς τέσσαρσιν ἀγγέλοις, οἷς ἐδόθη αὐτοῖς ἀδικῆσαι τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν,
Αποκ. 7,2 Και είδα άλλον άγγελον να ανεβαίνη από την ανατολήν του ηλίου (από την περιοχήν δηλαδή του παραδείσου, του φωτός και της ζωής). Αυτός είχε την σφραγίδα του Θεού, ο οποίος είναι η ζωή και η πηγή της ζωής, και εφώναξε στους τέσσαρας αγγέλους, στους οποίους είχε δοθή άδεια και εξουσία να εξαπολύσουν τους ανέμους και να προξενήσουν καταστροφάς εις την γην και την θάλασσαν,
Αποκ. 7,3 λέγων· μὴ ἀδικήσητε τὴν γῆν μήτε τὴν θάλασσαν μήτε τὰ δένδρα, ἄχρις οὗ σφραγίσωμεν τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν.
Αποκ. 7,3 και τους είπε· “περιμένετε, μη εξαπολύσετε ακόμη καταστροφήν εις την γην, ούτε εις την θάλασσαν, ούτε εις τα δένδρα, μέχρις ότου σφραγίσωμεν με την σφραγίδα του ζώντος Θεού και σημαδέψωμεν επάνω εις τα μέτωπά των τους πιστούς δούλους του Θεού μας, ώστε να μη επέλθουν εναντίον αυτών αι καταστροφαί”.
Αποκ. 7,4 Καὶ ἤκουσα τὸν ἀριθμὸν τῶν ἐσφραγισμένων· ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες ἐσφραγισμένοι ἐκ πάσης φυλῆς υἱῶν Ἰσραήλ·
Αποκ. 7,4 Και ήκουσα τον αριθμόν των εσφαγισμένων· ήσαν εκατόν σαράντα τέσσαρες χιλιάδες σφραγισμένοι από όλας τας φυλάς των απογόνων του Ισραήλ.
Αποκ. 7,5 ἐκ φυλῆς Ἰούδα δώδεκα χιλιάδες ἐσφραγισμένοι, ἐκ φυλῆς Ῥουβὴν δώδεκα χιλιάδες, ἐκ φυλῆς Γὰδ δώδεκα χιλιάδες,
Αποκ. 7,5 Από την φυλήν του Ιούδα δώδεκα χιλιάδες σφραγισμένοι, από την φυλήν Ρουβήν δώδεκα χιλιάδες, από την φυλήν Γαδ δώδεκα χιλιάδες,
Αποκ. 7,6 ἐκ φυλῆς Ἀσὴρ δώδεκα χιλιάδες, ἐκ φυλῆς Νεφθαλεὶμ δώδεκα χιλιάδες, ἐκ φυλῆς Μανασσῆ δώδεκα χιλιάδες,
Αποκ. 7,6 από την φυλήν Ασήρ δώδεκα χιλιάδες, από την φυλήν Νεφθαλείμ δώδεκα χιλιάδες, από την φυλήν Μανασσή δώδεκα χιλιάδες,
Αποκ. 7,7 ἐκ φυλῆς Συμεὼν δώδεκα χιλιάδες, ἐκ φυλῆς Λευΐ δώδεκα χιλιάδες, ἐκ φυλῆς Ἰσσάχαρ δώδεκα χιλιάδες,
Αποκ. 7,7 από την φυλήν Συμεών δώδεκα χιλιάδες, από την φυλήν Λευί δώδεκα χιλιάδες, από την φυλήν Ισσάχαρ δώδεκα χιλιάδες,
Αποκ. 7,8 ἐκ φυλῆς Ζαβουλὼν δώδεκα χιλιάδες, ἐκ φυλῆς Ἰωσὴφ δώδεκα χιλιάδες, ἐκ φυλῆς Βενιαμὶν δώδεκα χιλιάδες ἐσφραγισμένοι.
Αποκ. 7,8 από την φυλήν Ζαβουλών δώδεκα χιλιάδες, από την φυλήν Ιωσήφ δώδεκα χιλιάδες, και από την φυλήν Βενιαμίν δώδεκα χιλιάδες σφραγισμένοι. (Οι σφραγισμένοι αυτοί των δώδεκα φυλών του Ισραήλ συμβολίζουν τους Εβραίους, που δια μέσου των αιώνων θα πιστεύσουν στον Χριστόν και των οποίων ο αριθμός θα είναι μεγάλος).
Αποκ. 7,9 Μετὰ ταῦτα εἶδον, καὶ ἰδοὺ ὄχλος πολύς, ὃν ἀριθμῆσαι αὐτὸν οὐδεὶς ἐδύνατο, ἐκ παντὸς ἔθνους καὶ φυλῶν καὶ λαῶν καὶ γλωσσῶν, ἑστῶτας ἐνώπιον τοῦ θρόνου καὶ ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου, περιβεβλημένους στολὰς λευκάς, καὶ φοίνικες ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῶν·
Αποκ. 7,9 Επειτα από αυτά είδα, και ιδού πολύς λαός, τον οποίον κανείς δεν ημπορούσε να αριθμήση. Και ο απροσμέτρητος αυτός λαός προήρχετο από κάθε έθνος και από όλας τας φυλάς και τους λαούς και τας γλώσσας της οικουμένης. Και όλοι αυτοί (που αποτελούν την ένδοξον και θριαμβεύουσαν Εκκλησίαν των ουρανών) εστέκοντο σαν οικείοι και φίλοι του Θεού εμπρός στον θρόνον του Θεού και εμπρός στο Αρνίον και εφορούσαν λευκάς στολάς (σύμβολον της νίκης κατά της αμαρτίας και της νέας, καθαράς και φωτεινής ζωής) και εκρατούσαν εις τα χέρια των φοίνικας (σύμβολα του θριάμβου των και της αιωνίας πλησίον του Θεού ζωής).
Αποκ. 7,10 καὶ κράζουσι φωνῇ μεγάλῃ λέγοντες· ἡ σωτηρία τῷ Θεῷ ἡμῶν τῷ καθημένῳ ἐπὶ τοῦ θρόνου καὶ τῷ ἀρνίῳ.
Αποκ. 7,10 Και κράζουν με μεγάλην την φωνήν, λέγοντες· “η σωτηρία μας οφείλεται στον Θεόν μας, που κάθεται επάνω στον θρόνον και στο Αρνίον, που εθυσιάσθη δια την λύτρωσίν μας”.
Αποκ. 7,11 καὶ πάντες οἱ ἄγγελοι εἱστήκεισαν κύκλῳ τοῦ θρόνου καὶ τῶν πρεσβυτέρων καὶ τῶν τεσσάρων ζῴων, καὶ ἔπεσαν ἐνώπιον τοῦ θρόνου ἐπὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν καὶ προσεκύνησαν τῷ Θεῷ
Αποκ. 7,11 Και όλοι οι άγγελοι εστέκοντο ολόγυρα από τον θρόνον του Θεού και γύρω από τους πρεσβυτέρους και από τα τέσσαρα ζώα. Και έπεσαν κατά πρόσωπον πρηνείς εμπρός στον θρόνον και επροσκύνησαν τον Θεόν
Αποκ. 7,12 λέγοντες· ἀμήν· ἡ εὐλογία καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ ἰσχὺς τῷ Θεῷ ἡμῶν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
Αποκ. 7,12 λέγοντες· “πράγματι η σωτηρία όλων προέρχεται από αυτόν· πλήρης και απόλυτος η ευλογία και η δόξα και η σοφία και η ευχαριστία και η τιμή και η δύναμις και η ισχύς ανήκει στον Θεόν μας στους απεράντους αιώνας των αιώνων. Αμήν”.
Αποκ. 7,13 Καὶ ἀπεκρίθη εἷς ἐκ τῶν πρεσβυτέρων λέγων μοι· οὗτοι οἱ περιβεβλημένοι τὰς στολὰς τὰς λευκὰς τίνες εἰσὶ καὶ πόθεν ἦλθον;
Αποκ. 7,13 Και ένας από τους πρεσβυτέρους (εκφράζων ιδικήν μου απορίαν) απεκρίθη και μου είπε· “αυτοί, που φορούν τας λευκάς στολάς, ποίοι είναι και από που ήλθαν;”
Αποκ. 7,14 καὶ εἴρηκα αὐτῷ· κύριέ μου, σὺ οἶδας. καὶ εἶπέ μοι· οὗτοί εἰσιν οἱ ἐρχόμενοι ἐκ τῆς θλίψεως τῆς μεγάλης, καὶ ἔπλυναν τὰς στολὰς αὐτῶν καὶ ἐλεύκαναν αὐτὰς ἐν τῷ αἵματι τοῦ ἀρνίου.
Αποκ. 7,14 Και είπα εις αυτόν· “κύριέ μου, συ το γνωρίζεις αυτό”. Και εκείνος μου είπε· “αυτοί είναι οι πιστοί και ατρόμητοι μάρτυρες, που έρχονται από την θλίψην την μεγάλην του διωγμού και όλων των διωγμών, που θα γίνουν δια μέσου των αιώνων. Και έπλυναν τας στολάς των και τας ελεύκαναν με το αίμα του Αρνίου (Η νίκη των κατά της αμαρτίας, η καθαριότης και αγιότης της ζωής των και ο θησαυρός των αρετών των οφείλεται εις την λυτρωτικήν θυσίαν του Χριστού).
Αποκ. 7,15 διὰ τοῦτό εἰσιν ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ καὶ λατρεύουσιν αὐτῷ ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἐν τῷ ναῷ αὐτοῦ. καὶ ὁ καθήμενος ἐπὶ τοῦ θρόνου σκηνώσει ἐπ᾿ αὐτούς.
Αποκ. 7,15 Δια τούτο ευρίσκονται τώρα ως υιοί του Θεού εμπρός στον θρόνον του Θεού και λατρεύουν αυτόν ημέραν και νύκτα στον επουράνιον ναόν. Και αυτός που κάθεται επάνω στον ένδοξον θρόνον, θα κατοικήση ανάμεσα των (διότι ευαρεστείται και επαναπαύεται εις αυτούς).
Αποκ. 7,16 οὐ πεινάσουσιν ἔτι οὐδὲ διψήσουσιν ἔτι, οὐδ᾿ οὐ μὴ πέσῃ ἐπ᾿ αὐτοὺς ὁ ἥλιος οὐδὲ πᾶν καῦμα,
Αποκ. 7,16 Και δεν θα πεινάσουν πλέον και δεν θα διψάσουν πλέον και δεν θα πέση επάνω τους καυστικός ο ήλιος, ούτε κανένα άλλο καύμα (Δεν θα δοκιμάσουν ποτέ πλέον καμμίαν θλίψιν, δεν θα στερηθούν από τίποτε, αλλά θα χορτάσουν από την χαράν και την δόξαν και την μακαριότητα του Θεού).
Αποκ. 7,17 ὅτι τὸ ἀρνίον τὸ ἀνὰ μέσον τοῦ θρόνου ποιμανεῖ αὐτούς, καὶ ὁδηγήσει αὐτοὺς ἐπὶ ζωῆς πηγὰς ὑδάτων, καὶ ἐξαλείψει ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν.
Αποκ. 7,17 Διότι το Αρνίον, ο Θεάνθρωπος λυτρωτής και ποιμήν που είναι στο μέσον του θρόνου του Θεού, θα τους ποιμαίνη με στοργήν και αγάπην και θα τους οδηγήση εις τας ανεξαντλήτους πηγάς των υδάτων, που έχουν ζωήν και δίδουν ζωήν. Και θα εξαλείψη ο Θεός από τα μάτια των κάθε δάκρυ και κάθε θλίψι (Διότι θα τους έχη δώσει την αιωνίαν μακαριότητα και χαράν της βασιλείας των ουρανών).(συνεχίζεται)

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ(Μετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 6

Αποκ. 6,1 Καὶ εἶδον ὅτι ἤνοιξε τὸ ἀρνίον μίαν ἐκ τῶν ἑπτὰ σφραγίδων· καὶ ἤκουσα ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ζῴων λέγοντος, ὡς φωνὴ βροντῆς· ἔρχου.
Αποκ. 6,1 Και είδα, ότι το Αρνίον ήνοιξε πράγματι την πρώτην από τας επτά σφραγίδας. Και ήκουσα το πρώτον από τα τέσσαρα ζώα, που διακονούν στο θέλημα του Θεού, να λέγη με φωνήν ισχυράν, σαν βροντήν· “έλα”.
Αποκ. 6,2 καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ ἵππος λευκός, καὶ ὁ καθήμενος ἐπ᾿ αὐτὸν ἔχων τόξον· καὶ ἐδόθη αὐτῷ στέφανος, καὶ ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ.
Αποκ. 6,2 Και είδα· και ιδού ένα κατάλευκο άλογο. Και εκείνος που εκάθητο επάνω εις αυτό, είχε τόξον, σύμβολον της δυνάμεώς του. Και του εδόθη στέφανος, σύμβολον της νίκης του και της βασιλικής εξουσίας του. Και αμέσως μόλις εξήλθε, ήρχισε να νικά και θα εξακολουθή να νικά μέχρι συντελείας των αιώνων. (Η εικών συμβολίζει το κήρυγμα του Ευαγγελίου, το οποίον απ' αρχής νικά και θα νικά το κακόν και τον πονηρόν εις σωτηρίαν των ανθρώπων. Είναι η νίκη, η νικήσσασα τον κόσμον).
Αποκ. 6,3 Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν δευτέραν, ἤκουσα τοῦ δευτέρου ζῴου λέγοντος· ἔρχου.
Αποκ. 6,3 Και όταν το Αρνίον ήνοιξε την δευτέραν σφραγίδα, ήκουσα το δεύτερον ζώον να λέγη· “έλα”.
Αποκ. 6,4 καὶ ἐξῆλθεν ἄλλος ἵππος πυῤῥός, καὶ τῷ καθημένῳ ἐπ᾿ αὐτὸν ἐδόθη αὐτῷ λαβεῖν τὴν εἰρήνην ἐκ τῆς γῆς καὶ ἵνα ἀλλήλους σφάξωσι, καὶ ἐδόθη αὐτῷ μάχαιρα μεγάλη.
Αποκ. 6,4 Και εβγήκεν άλλος ίππος κόκκινος, (που συμβολίζει τους αιματηρούς εξωτερικούς και εμφυλίους πολέμους), και εις εκείνον, που εκάθητο επάνω εις αυτόν τον ίππον παρεχωρήθη από τον Θεόν η άδεια, να αφαιρέση την ειρήνην από την γην και να σφαγούν μεταξύ των οι άνθρωποι. Και εδόθη εις αυτόν μάχαιρα μεγάλη (σύμβολον του ολέθρου).
Αποκ. 6,5 Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν τρίτην, ἤκουσα τοῦ τρίτου ζῴου λέγοντος· ἔρχου. καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ ἵππος μέλας, καὶ ὁ καθήμενος ἐπ᾿ αὐτὸν ἔχων ζυγὸν ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ·
Αποκ. 6,5 Και όταν το Αρνίον ήνοιξε την τρίτην σφραγίδα, ήκουσα το τρίτον ζώον να λέγη· “έλα”. Και είδα· και ιδού ένα μαύρο άλογο (που συμβολίζει τας στερήσεις και τους λιμούς) και εκείνος που εκάθητο επάνω του, είχε ζυγαριά στο χέρι του.
Αποκ. 6,6 καὶ ἤκουσα ὡς φωνὴν ἐν μέσῳ τῶν τεσσάρων ζῴων λέγουσαν· χοῖνιξ σίτου δηναρίου, καὶ τρεῖς χοίνικες κριθῆς δηναρίου· καὶ τὸ ἔλαιον καὶ τὸν οἶνον μὴ ἀδικήσῃς.
Αποκ. 6,6 Και ήκουσα σαν φωνήν ανάμεσα από τα τέσσαρα ζώα να λέγη· “ένα κιλόν σίτου έφθασε να πωλήται, λόγω του λιμού, ένα δηνάριον και τρία κιλά κριθαριού, ένα δηνάριον. Το έλαιον όμως και τον οίνον μη τα στερήσης· ας τα έχουν με κάποιαν αφθονίαν”.
Αποκ. 6,7 Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν τετάρτην, ἤκουσα φωνὴν τοῦ τετάρτου ζῴου λέγοντος· ἔρχου.
Αποκ. 6,7 Και όταν το αρνίον ήνοιξε την τετάρτην σφραγίδα, ήκουσα την φωνήν του τετάρτου ζώου να λέγη· “έλα”.
Αποκ. 6,8 καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ ἵππος χλωρός, καὶ ὁ καθήμενος ἐπάνω αὐτοῦ, ὄνομα αὐτῷ ὁ θάνατος, καὶ ὁ ᾅδης ἠκολούθει μετ᾿ αὐτοῦ· καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ τὸ τέταρτον τῆς γῆς, ἀποκτεῖναι ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν λιμῷ καὶ ἐν θανάτῳ καὶ ὑπὸ τῶν θηρίων τῆς γῆς.
Αποκ. 6,8 Και είδα· Και ιδού ένα κίτρινο άλογο, (που συμβολίζει τας επιδημίας και το θανατικό) και εκείνος που εκάθητο επάνω εις αυτό, είχεν όνομα του· Ο θάνατος. Και ακολουθούσε μαζή του ο Αδης, δια να μαζεύη τας ψυχάς εκείνων, που θα επέθαιναν. Και παρεχωρήθη εις αυτόν από τον Θεόν η εξουσία επάνω στο τέταρτον των κατοίκων της γης, να τους φονεύση με την μάχαιραν και με τον λιμόν και με το θανατικό και με τα θηρία της γης, που θα κατασπαράξουν μερικούς.
Αποκ. 6,9 Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν πέμπτην σφραγῖδα, εἶδον ὑποκάτω τοῦ θυσιαστηρίου τὰς ψυχὰς τῶν ἐσφαγμένων διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τὴν μαρτυρίαν τοῦ ἀρνίου ἣν εἶχον·
Αποκ. 6,9 Και όταν το Αρνίον ήνοιξε την πέμπτην σφραγίδα, είδα κάτω από το ουράνιον θυσιαστήριον τας ψυχάς των μαρτύρων, που είχαν σφαγή κατά τους διωγμούς δια τον λόγον του Θεού και δια την μαρτυρίαν του Αρνίου, την οποίαν είχαν παραλάβει και εκρατούσαν ως ανεκτίμητον θησαυρόν.
Αποκ. 6,10 καὶ ἔκραξαν φωνῇ μεγάλῃ λέγοντες· ἕως πότε, ὁ δεσπότης ὁ ἅγιος καὶ ὁ ἀληθινός, οὐ κρίνεις καὶ ἐκδικεῖς τὸ αἷμα ἡμῶν ἐκ τῶν κατοικούντων ἐπὶ τῆς γῆς;
Αποκ. 6,10 Και έκραξαν με φωνήν μεγάλην λέγοντες· “έως πότε, συ Κυριε, ο απόλυτος εξουσιαστής και κυρίαρχος των πάντων, ο άγιος και αληθινός, δεν κάμνεις δικαίαν κρίσιν και δεν παίρνεις εκδίκησιν και δεν επιβάλλεις τιμωρίαν δια το αίμα μας, που εχύθη αδίκως από τους κατοίκους της γης;”
Αποκ. 6,11 καὶ ἐδόθη αὐτοῖς ἑκάστῳ στολὴ λευκή, καὶ ἐῤῥέθη αὐτοῖς ἵνα ἀναπαύσωνται ἔτι χρόνον μικρόν, ἕως πληρώσωσι καὶ οἱ σύνδουλοι αὐτῶν καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτῶν οἱ μέλλοντες ἀποκτέννεσθαι ὡς καὶ αὐτοί.
Αποκ. 6,11 Και εδόθη εις καθένα από αυτούς στολή λευκή, αγγελική (που συμβολίζει τον θρίαμβον και την δόξαν), και ελέχθη εις αυτούς να αναπαυθούν και περιμένουν ολίγον ακόμη χρόνον, έως ότου συμπληρώσουν τον αριθμόν των μαρτύρων και των αγίων οι σύνδουλοί των και οι αδελφοί των, που έμελλον να μαρτυρήσουν και φονευθούν από τους διώκτας, όπως εμαρτύρησαν και αυτοί.
Αποκ. 6,12 Καὶ εἶδον ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν ἕκτην, καὶ σεισμὸς μέγας ἐγένετο, καὶ ὁ ἥλιος μέλας ἐγένετο ὡς σάκκος τρίχινος, καὶ ἡ σελήνη ὅλη ἐγένετο ὡς αἷμα,
Αποκ. 6,12 Και όταν το Αρνίον ήνοιξε την έκτην σφραγίδα, είδα συνταρακτικά γεγονότα στον φυσικόν κόσμον. Εγινε σεισμός μέγας, που συνεκλόνισε την γην, και ο ήλιος έχασε το φως του, εσκοτίσθη και έγινε μαύρος σαν σάκκος τρίχινος, και όλη η επιφάνεια της σελήνης έγινε κατακόκκινη σαν αίμα.
Αποκ. 6,13 καὶ οἱ ἀστέρες τοῦ οὐρανοῦ ἔπεσαν εἰς τὴν γῆν, ὡς συκῆ βάλλουσα τοὺς ὀλύνθους αὐτῆς, ὑπὸ ἀνέμου μεγάλου σειομένη,
Αποκ. 6,13 Και τα αστέρια του ουρανού έπεσαν εις την γην, όπως η συκιά, που συγκλονιζομένη από σφοδρόν άνεμον ρίχνει τα άγουρα σύκα της.
Αποκ. 6,14 καὶ ὁ οὐρανὸς ἀπεχωρίσθη ὡς βιβλίον ἑλισσόμενον, καὶ πᾶν ὄρος καὶ νῆσος ἐκ τῶν τόπων αὐτῶν ἐκινήθησαν·
Αποκ. 6,14 Και ο ουρανός εξέκοψε και εχωρίσθη σαν βιβλίο, που τυλίγεται. Και κάθε όρος και κάθε νήσος μετεκινήθησαν από τον τόπον των.
Αποκ. 6,15 καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ οἱ μεγιστᾶνες καὶ οἱ χιλίαρχοι καὶ οἱ πλούσιοι καὶ οἱ ἰσχυροὶ καὶ πᾶς δοῦλος καὶ ἐλεύθερος ἔκρυψαν ἑαυτοὺς εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς τὰς πέτρας τῶν ὀρέων,
Αποκ. 6,15 Και οι βασιλείς της γης και οι μεγιστάνες και οι άρχοντες των στρατών και οι πλούσιοι και οι ισχυροί και κάθε δούλος και κάθε ελεύθερος έκρυψαν τους εαυτούς των εις τα σπήλαια και ανάμεσα από τις πέτρες των ορέων·
Αποκ. 6,16 καὶ λέγουσι τοῖς ὄρεσι καὶ ταῖς πέτραις· πέσατε ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ κρύψατε ἡμᾶς ἀπὸ προσώπου τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου καὶ ἀπὸ τῆς ὀργῆς τοῦ ἀρνίου,
Αποκ. 6,16 και έλεγαν εις τα όρη και στους βράχους· “πέσατε επάνω μας και κρύψατέ μας από το φοβερόν πρόσωπον εκείνου, που κάθεται επάνω στον θρόνον, και από την οργήν του Αρνίου”.
Αποκ. 6,17 ὅτι ἦλθεν ἡ ἡμέρα ἡ μεγάλη τῆς ὀργῆς αὐτοῦ, καὶ τίς δύναται σταθῆναι;
Αποκ. 6,17 Διότι ήλθε η μεγάλη ημέρα, που θα εκσπάση και θα εκδηλωθή η οργή αυτού. Και ποιός ημπορεί να σταθή εις τα πόδια του, εμπρός στον δικαίως ωργισμένον Θεόν; (Τα συμβολικά αυτά γεγονότα υποδουλώνουν τας δια μέσου των αιώνων αναστατώσεις της φύσεως και τας θεομηνίας, τα δε τελευταία και συνταρακώτερα όλων υποδηλώνουν εκείνα, που θα προηγηθούν από την Δευτέραν Παρουσίαν του κριτού).(συνεχίζεται)

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ(Μετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 5

Αποκ. 5,1 Καὶ εἶδον ἐπὶ τὴν δεξιὰν τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου βιβλίον γεγραμμένον ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν, κατεσφραγισμένον σφραγῖσιν ἑπτά.
Αποκ. 5,1 Και είδα εις την δεξιάν απλωμένην χείρα του Θεού, ο οποίος εκάθητο επάνω στον θρόνον, βιβλίον γραμμένον και εις τας δύο σελίδας του κάθε φύλλου του, κατεσφραγισμένον με επτά σφραγίδας.
Αποκ. 5,2 καὶ εἶδον ἄγγελον ἰσχυρὸν κηρύσσοντα ἐν φωνῇ μεγάλη· τίς ἄξιός ἐστιν ἀνοῖξαι τὸ βιβλίον καὶ λῦσαι τὰς σφραγῖδας αὐτοῦ;
Αποκ. 5,2 Και είδα ένα δυνατόν άγγελον να διαλαλή με μεγάλην φωνήν· “ποιός είναι ικανός να αποσφραγίση το βιβλίον τούτο και να εννοήση το περιεχόμενον αυτού και να εκτελέση τα μυστηριώδη σχέδια του Θεού, που είναι γραμμένα εις αυτό;”
Αποκ. 5,3 καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο ἐν τῷ οὐρανῷ οὔτε ἐπὶ τῆς γῆς οὔτε ὑποκάτω τῆς γῆς ἀνοῖξαι τὸ βιβλίον οὔτε βλέπειν αὐτό.
Αποκ. 5,3 Και κανείς, ούτε από τους αγγέλους και τους αγίους του ουρανού, ούτε από τους ανθρώπους της γης, ούτε από τους νεκρούς και τας υποχθονίους δυνάμεις, ημπόρεσε να κατανοήση το βιβλίον, ούτε καν και να ατενίζη αυτό.
Αποκ. 5,4 καὶ ἐγὼ ἔκλαιον πολύ, ὅτι οὐδεὶς ἄξιος εὑρέθη ἀνοῖξαι τὸ βιβλίον οὔτε βλέπειν αὐτό.
Αποκ. 5,4 Και εγώ έκλαια, έκλαια πολύ, διότι δεν ευρέθη κανείς ικανός να κατανοήση το περιεχόμενον του βιβλίου, ούτε καν και να ατενίση αυτό.
Αποκ. 5,5 καὶ εἷς ἐκ τῶν πρεσβυτέρων λέγει μοι· μὴ κλαῖε. ἰδοὺ ἐνίκησεν ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς Ἰούδα, ἡ ῥίζα Δαυΐδ, ἀνοῖξαι τὸ βιβλίον καὶ τὰς ἑπτὰ σφραγῖδας αὐτοῦ.
Αποκ. 5,5 Και ένας από τους πρεσβυτέρους μου λέγει· “μη κλαίης· ιδού ενίκησε ισχυρός σαν λέων αυτός που κατάγεται από την φυλήν Ιούδα, ο απόγονος του Δαυίδ κατά το ανθρώπινον, ο Ιησούς Χριστός, ώστε να ανοίξη το βιβλίον και να λύση τας επτά σφραγίδας του”.
Αποκ. 5,6 Καὶ εἶδον ἐν μέσῳ τοῦ θρόνου καὶ τῶν τεσσάρων ζῴων καὶ ἐν μέσῳ τῶν πρεσβυτέρων ἀρνίον ἑστηκὸς ὡς ἐσφαγμένον, ἔχον κέρατα ἑπτὰ καὶ ὀφθαλμοὺς ἑπτά, ἅ εἰσι τὰ ἑπτὰ πνεύματα τοῦ Θεοῦ ἀποστελλόμενα εἰς πᾶσαν τὴν γῆν.
Αποκ. 5,6 Και είδα στο μέσον του θρόνου του Θεού και των τεσσάρων ζώων και στο μέσον των πρεσβυτέρων, που εκπροσωπούν την Εκκλησίαν, να στέκεται γεμάτο ζωήν ένα Αρνίον, που εφαίνετο σαν σφαγμένο, διότι είχε σημάδια της σφαγής του. Και αυτό είχε επτά κέρατα (σύμβολα της βασιλικής εξουσίας και δυνάμεώς του) και επτά μάτια, που συμβολίζουν τα αναρίθμητα χαρίσματα του Πνεύματος του Θεού, που αποστέλλονται στους πιστούς όλης της γης. (Το αρνίον ήτο ο Ιησούς Χριστός, που εσφάγη επί του σταυρού και ετάφη και ανεστήθη και εδοξάσθη στον θρόνον του Πατρός και έλαβε και ως άνθρωπος βασιλικήν εξουσίαν και στέλλει το Πνεύμα το Αγιον με τα ανεκτίμητά του χαρίσματα προς τους ανθρώπους).
Αποκ. 5,7 καὶ ἦλθε καὶ εἴληφεν ἐκ τῆς δεξιᾶς τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου.
Αποκ. 5,7 Και ήλθε και επήρε το κατεσφραγισμένο βιβλίον από το δέξι χέρι εκείνου, που εκάθητο στον ένδοξον θρόνον.
Αποκ. 5,8 καὶ ὅτε ἔλαβε τὸ βιβλίον, τὰ τέσσαρα ζῷα καὶ οἱ εἴκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι ἔπεσαν ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου, ἔχοντες ἕκαστος κιθάραν καὶ φιάλας χρυσᾶς γεμούσας θυμιαμάτων, αἵ εἰσιν αἱ προσευχαὶ τῶν ἁγίων·
Αποκ. 5,8 Και όταν επήρε το βιβλίον, τα τέσσαρα ζώα και οι είκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι (κατανοήσαντες πλέον ότι αυτό ήτο άξιον να ανοίξη το βιβλίον) έπεσαν εις προσκύνησιν εμπρός στο Αρνίον. Και είχε ο κάθε πρεσβύτερος κιθάραν, δια να ψάλλη ύμνους δοξολογίας, και φιάλες χρυσές, γεμάτες από ευώδη θυμιάματα, τα οποία είναι αι προσευχαί των Χριστιανών.
Αποκ. 5,9 καὶ ᾄδουσιν ᾠδὴν καινὴν λέγοντες· ἄξιος εἶ λαβεῖν τὸ βιβλίον καὶ ἀνοῖξαι τὰς σφραγῖδας αὐτοῦ, ὅτι ἐσφάγης καὶ ἠγόρασας τῷ Θεῷ ἡμᾶς ἐν τῷ αἵματί σου ἐκ πάσης φυλῆς καὶ γλώσσης καὶ λαοῦ καὶ ἔθνους,
Αποκ. 5,9 Και ψάλλουν οι πρεσβύτεροι νέαν δοξολογίαν, λέγοντες προς το Αρνίον· “άξιος είσαι συ να πάρης το βιβλίον, να ανοίξης τας σφραγίδας του, να το εννοήσης και να το ερμηνεύσης, διότι εσφάγης επάνω στον σταυρόν και με το τίμιον αίμα σου μας εξηγόρασες από την δουλείαν της αμαρτίας και του πονηρού, δια να μας παραδώσης στον Θεόν, ως λυτρωμένα τέκνα του, όλους όσοι, επίστευσαν εις σε, από κάθε φυλήν και γλώσσαν και λαόν και έθνος.
Αποκ. 5,10 καὶ ἐποίησας αὐτοὺς τῷ Θεῷ ἡμῶν βασιλεῖς καὶ ἱερεῖς, καὶ βασιλεύσουσιν ἐπὶ τῆς γῆς.
Αποκ. 5,10 Και κατέστησες αυτούς βασιλείς και ιερείς προς δόξαν του Θεού και θα βασιλεύσουν μαζή του εις την αγωνιζομένην επί της γης και εις την θριαμβεύουσαν εν ουρανοίς Εκκλησίαν του”.
Αποκ. 5,11 καὶ εἶδον καὶ ἤκουσα ὡς φωνὴν ἀγγέλων πολλῶν κύκλῳ τοῦ θρόνου καὶ τῶν ζῴων καὶ τῶν πρεσβυτέρων, καὶ ἦν ὁ ἀριθμὸς αὐτῶν μυριάδες μυριάδων καὶ χιλιάδες χιλιάδων,
Αποκ. 5,11 Και είδα και ήκουσα ισχυροτάτην φωνήν πολλών αγγέλων ολόγυρα από τον θρόνον του Θεού και την φωνήν των τεσσάρων ζώων και των εικόσι τεσσάρων πρεσβυτέρων· και ήτο αναρίθμητον το πλήθος αυτό, μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων.
Αποκ. 5,12 λέγοντες φωνῇ μεγάλῃ· ἄξιόν ἐστι τὸ ἀρνίον τὸ ἐσφαγμένον λαβεῖν τὴν δύναμιν καὶ τὸν πλοῦτον καὶ σοφίαν καὶ ἰσχὺν καὶ τιμὴν καὶ δόξαν καὶ εὐλογίαν.
Αποκ. 5,12 Και έλεγαν με φωνήν μεγάλην· “έξιον είναι το Αρνίον, που έχει σφαγή, να λάβη την δύναμιν και τον πλούτον και την σοφίαν και την ισχύν και την τιμήν και την δόξαν και την ευλογίαν”.
Αποκ. 5,13 καὶ πᾶν κτίσμα ὃ ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ὑποκάτω τῆς γῆς καὶ ἐπὶ τῆς θαλάσσης ἐστί, καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς πάντα, ἤκουσα λέγοντας· τῷ καθημένῳ ἐπὶ τοῦ θρόνου καὶ τῷ ἀρνίῳ ἡ εὐλογία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Αποκ. 5,13 Και κάθε κτίσμα, που είναι επάνω στον ουρανόν και κάτω εις την γην και υποκάτω από την γην και επάνω εις την θάλασσαν και όλα όσα υπάρχουν εις τας περιοχάς αυτάς, ήκουσα να λέγουν όλοι μαζή, άγγελοι και άνθρωποι, ηνωμένος ο ουράνιος και επίγειος κόσμος· “στον Θεόν, που κάθεται επί του θρόνου, και στο Αρνίον, τον ενανθρωπήσαντα Λογον του Θεού, ανήκει το κάθε εγκώμιον και η τιμή και η δόξα και η εξουσία στους αιώνας των αιώνων”.
Αποκ. 5,14 καὶ τὰ τέσσαρα ζῷα ἔλεγον, ἀμήν· καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεσαν καὶ προσεκύνησαν.
Αποκ. 5,14 Και τα τέσσαρα ζώα έλεγαν· “αμήν”. Και οι πρεσβύτεροι έπεσαν και επροσκύνησαν.(συνεχίζεται)

Κυριακή 18 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 4

Αποκ. 4,1 Μετὰ ταῦτα εἶδον, καὶ ἰδοὺ θύρα ἀνεῳγμένη ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ἡ φωνὴ ἡ πρώτη ἣν ἤκουσα ὡς σάλπιγγος λαλούσης μετ᾿ ἐμοῦ, λέγων· ἀνάβα ὧδε καὶ δείξω σοι ἃ δεῖ γενέσθαι μετὰ ταῦτα.
Αποκ. 4,1 Επειτα από αυτά, που ήκουσα από τον Θεάνθρωπον Κυριον δια τους επισκόπους των επτά Εκκλησιών, είδα άλλο όραμα· και ιδού θύρα ανοικτή στον ουρανόν και η φωνή, την οποίαν προηγουμένως είχα ακούσει σαν σάλπιγγα να συνομιλή με εμέ, μου είπε· “ανέβα εδώ και θα σου δείξω εκείνα, που πρέπει να γίνουν μετά ταύτα, σύμφωνα με την βουλήν του Θεού”.
Αποκ. 4,2 καὶ εὐθέως ἐγενόμην ἐν πνεύματι· καὶ ἰδοὺ θρόνος ἔκειτο ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τὸν θρόνον καθήμενος,
Aποκ. 4,2 Και αμέσως περιέπεσα εις έκτασιν και εφωτίσθη το πνεύμα μου από το Πνεύμα του Θεού και ανέβηκα εν πνεύματι στον ουρανόν. Και ιδού θρόνος είχε στηθή στον ουρανόν και επάνω στον θρόνον καθήμενος ήτο ο Θεός.
Αποκ. 4,3 ὅμοιος ὁράσει λίθῳ ἰάσπιδι καὶ σαρδίῳ· καὶ ἶρις κυκλόθεν τοῦ θρόνου, ὁμοίως ὅρασις σμαραγδίνων.
Αποκ. 4,3 Εφαίνετο όμοιος σαν ολόλαμπρον διαμάντι, προς συμβολισμόν της απολύτου αυτού αγιότητος και καθαρότητος, σαν κόκκινο αστραφτερό πετράδι των Σαρδεων εις συμβολισμόν της δικαιοσύνης του. Και ολόγυρα από τον θρόνον του ακτινοβολούσε τα ολόγλυκα χρώματα της ίριδος σαν σμαράγδια, προς συμβολισμόν της αγάπης και της ειρήνης.
Αποκ. 4,4 καὶ κυκλόθεν τοῦ θρόνου θρόνοι εἴκοσι τέσσαρες, καὶ ἐπὶ τοὺς θρόνους τοὺς εἴκοσι τέσσαρας πρεσβυτέρους καθημένους, περιβεβλημένους ἐν ἱματίοις λευκοῖς, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτῶν στεφάνους χρυσοῦς.
Αποκ. 4,4 Και γύρω από τον θρόνον ήσαν στημένοι εικόσι τέσσαρες άλλοι θρόνοι και επάνω εις αυτούς είδα να κάθωνται είκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι ενδεδυμένοι με λευκά ενδύματα, προς συμβολισμόν της αγιότητος και αγνότητός των, και έχοντες εις τας κεφαλάς των ολόχρυσα στεφάνια, σύμβολα της νίκης των στους πνευματικούς των αγώνας. (Αυτοί εκπροσωπούν την θριαμβεύουσαν Εκκλησίαν των ουρανών).
Αποκ. 4,5 καὶ ἐκ τοῦ θρόνου ἐκπορεύονται ἀστραπαὶ καὶ φωναὶ καὶ βρονταί· καὶ ἑπτὰ λαμπάδες πυρὸς καιόμεναι ἐνώπιον τοῦ θρόνου, αἵ εἰσι τὰ ἑπτὰ πνεύματα τοῦ Θεοῦ·
Αποκ. 4,5 Και από τον θρόνον του Θεού εξέρχονται αστραπές και φωνές και βροντές. Και επτά πύρινες λαμπάδες καίουν συνεχώς εμπρός στον θρόνον, αι οποίαι λαμπάδες συμβολίζουν τα αναρίθμητα χαρίσματα του Πνεύματος του Θεού, που συνεχώς φωτίζουν και θερμαίνουν και ζωογονούν.
Αποκ. 4,6 καὶ ἐνώπιον τοῦ θρόνου ὡς θάλασσα ὑαλίνη, ὁμοία κρυστάλλῳ· καὶ ἐν μέσῳ τοῦ θρόνου καὶ κύκλῳ τοῦ θρόνου τέσσαρα ζῷα γέμοντα ὀφθαλμῶν ἔμπροσθεν καὶ ὄπισθεν·
Αποκ. 4,6 Και εμπρός στον θρόνον υπήρχε σαν γυάλινη διαφανής θάλασσα, που εμοιαζε με κρύσταλλο, (δια να συμβολίζη, ότι ολόκληρος η ορατή και αόρατος δημιουργία είναι ολοφάνερη εμπρός στον παντεπόπτην και παντογνώστην Θεόν). Και εμπρός εις τας βαθμίδας του θρόνου και γύρω από τον θρόνον υπήρχαν τέσσαρα ζωντανά πνευματικά όντα, γεμάτα μάτια εμπρός και πίσω (δια να συμβολίζουν τους αγίους αγγέλους, που υπηρετούν τας βουλάς του Θεού άγρυπνοι και προσεκτικοί).
Αποκ. 4,7 καὶ τὸ ζῷον τὸ πρῶτον ὅμοιον λέοντι, καὶ τὸ δεύτερον ζῷον ὅμοιον μόσχῳ, καὶ τὸ τρίτον ζῷον ἔχον τὸ πρόσωπον ὡς ἀνθρώπου, καὶ τὸ τέταρτον ζῷον ὅμοιον ἀετῷ πετομένῳ.
Αποκ. 4,7 Και το πρώτον ζώον ομοιάζει με λέοντα, δια να συμβολίζη την βασιλικήν μεγαλοπρέπειαν, και το δεύτερον ζώον ομοιάζει με μόσχον, δια να συμβιολίζη την δύναμιν, και το τρίτον ζώον έχει σαν πρόσωπον ανθρώπου, δια να συμβολίζη την νόησιν και την σοφίαν, και το τέταρτον ζώον ομοιάζει προς αετόν, που πετά, δια να συμβολίζη την ταχύτητα και πνευματικήν ανάτασιν.
Αποκ. 4,8 καὶ τὰ τέσσαρα ζῷα, ἓν καθ᾿ ἓν αὐτῶν ἔχον ἀνὰ πτέρυγας ἕξ, κυκλόθεν καὶ ἔσωθεν γέμουσιν ὀφθαλμῶν, καὶ ἀνάπαυσιν οὐκ ἔχουσιν ἡμέρας καὶ νυκτὸς λέγοντες· ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, ὁ ἦν καὶ ὁ ὢν καὶ ὁ ἐρχόμενος.
Αποκ. 4,8 Και τα τέσσαρα ζώα, που το καθ' ένα από αυτά είχε εξ πτέρυγας, δια να συμβολίζεται η ταχύτης των εις την εκτέλεσιν του θείου θελήματος, είναι γεμάτα μάτια ολόγυρα και από μέσα, δια να βλέπουν το κάθε τι. Και ανάπαυσιν δεν έχουν. Ημέραν και νύκτα ασταμάτητα δοξολογούν τον Θεόν, λέγοντα· Αγιος, άγιος, άγιος, Κυριος ο Θεός ο παντοκράτωρ, που υπήρχε προ πάντων των αιώνων και υπάρχει εις όλους τους αιώνας και θα υπάρχη εις την ατελείωτον αιωνιότητα.
Αποκ. 4,9 Καὶ ὅταν δῶσι τὰ ζῷα δόξαν καὶ τιμὴν καὶ εὐχαριστίαν τῷ καθημένῳ ἐπὶ τοῦ θρόνου, τῷ ζῶντι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων,
Αποκ. 4,9 Και κάθε φοράν, που θα δώσουν τα ζώα δόξαν και τιμήν και ευχαριστίαν εις Εκείνον, που κάθεται επάνω στον θρόνον και ζη στους αιώνας των αιώνων, χωρίς αρχήν και τέλος,
Αποκ. 4,10 πεσοῦνται οἱ εἴκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι ἐνώπιον τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου, καὶ προσκυνήσουσι τῷ ζῶντι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, καὶ βαλοῦσι τοὺς στεφάνους αὐτῶν ἐνώπιον τοῦ θρόνου λέγοντες·
Αποκ. 4,10 θα προσπίπτουν εις λατρευτικήν προσκύνησιν οι εικόσι τέσσαρες πρεσβύτεροι εμπρός στον καθήμενον επί του θρόνου και θα προσκυνούν αυτόν, που ζη στους αιώνας των αιώνων, και θα αποθέτουν ευλαβώς τους στεφάνους των εμπρός στον θρόνον, λέγοντες·
Αποκ. 4,11 ἄξιος εἶ, ὁ Κύριος καὶ Θεὸς ἡμῶν, λαβεῖν τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν καὶ τὴν δύναμιν, ὅτι σὺ ἔκτισας τὰ πάντα, καὶ διὰ τὸ θέλημά σου ἦσαν καὶ ἐκτίσθησαν.
Αποκ. 4,11 Αξιος είσαι συ, ο Κυριος και Θεός μας, να λάβης κάθε δόξαν και τιμήν και δύναμιν, διότι συ έκτισες τα πάντα, ορατά και αόρατα, και διότι, σύμφωνα με το άγιον και πανάγαθον θέλημά σου, εκτίσθησαν και υπάρχουν.(συνεχίζεται)

Σάββατο 17 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Μετάφρασις)

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 3

Αποκ. 3,1 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σάρδεσιν ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ ἔχων τὰ ἑπτὰ πνεύματα τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἑπτὰ ἀστέρας· οἶδά σου τὰ ἔργα, ὅτι ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καὶ νεκρὸς εἶ.
Αποκ. 3,1 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας των Σαρδεων γράψε τα εξής· Αυτά λέγει εκείνος που έχει το Αγιον Πνεύμα με τα αναρίθμητα αυτού χαρίσματα και τους επτά αστέρας, τους επτά δηλαδή επισκόπους της Εκκλησίας. Γνωρίζω καλά τα έργα σου και εξ αιτίας αυτών των ατελών έργων σου σου λέγω, ότι όνομα μόνον έχεις που δηλώνει ότι ζης, και όμως είσαι νεκρός.
Αποκ. 3,2 γίνου γρηγορῶν, καὶ στήρισον τὰ λοιπὰ ἃ ἔμελλον ἀποθνήσκειν· οὐ γὰρ εὕρηκά σου τὰ ἔργα πεπληρωμένα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μου.
Αποκ. 3,2 Γινε άγρυπνος και προσεκτικός, και στήριζε τους υπολοίπους πιστούς, οι οποίοι ολίγον έλειψε να αποθάνουν· διότι μέχρι σήμερα δεν ευρήκα τα έργα σου ως επισκόπου πλήρη και τέλεια ενώπιον του Θεού, ο οποίος κατά το ανθρώπινον είναι και ιδικός μου Θεός.
Αποκ. 3,3 μνημόνευε οὖν πῶς εἴληφας καὶ ἤκουσας, καὶ τήρει καὶ μετανόησον. ἐὰν οὖν μὴ γρηγορήσῃς, ἥξω ἐπὶ σὲ ὡς κλέπτης, καὶ οὐ μὴ γνώσῃ ποίαν ὥραν ἥξω ἐπὶ σέ.
Αποκ. 3,3 Να ενθυμήσαι λοιπόν, με ποίον ζήλον έχεις παραλάβει και ήκουσες το κήρυγμα του Ευαγγελίου και φυλάττε αυτό που ήκουσες, και μετανόησε δια την μέχρι σήμερον ραθυμίαν και αμέλειάν σου. Εάν όμως δεν εξυπνήσης και δεν γίνης προσεκτικός απ' εδώ και πέρα, θα έλθω εις σε έξαφνα, εις ώραν που δεν περιμένεις, όπως έρχεται ο κλέπτης, και δεν θα γνωρίσης ποίαν ώραν θα έλθω να σε παραλάβω δια του θανάτου.
Αποκ. 3,4 ἀλλὰ ἔχεις ὀλίγα ὀνόματα ἐν Σάρδεσιν, ἃ οὐκ ἐμόλυναν τὰ ἱμάτια αὐτῶν, καὶ περιπατήσουσι μετ᾿ ἐμοῦ ἐν λευκοῖς, ὅτι ἄξιοί εἰσιν.
Αποκ. 3,4 Εχεις όμως μερικούς πιστούς εις τας Σαρδεις, οι οποίοι δεν εμόλυναν τα ενδύματά των με τον ρύπον της αμαρτίας. Και θα περιπατήσουν μαζή μου ντυμένοι ολόλευκα (εις συμβολισμόν της αγνότητός των) διότι τους αξίζει να είναι μαζή μου.
Αποκ. 3,5 Ὁ νικῶν οὗτος περιβαλεῖται ἐν ἱματίοις λευκοῖς, καὶ οὐ μὴ ἐξαλείψω τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐκ τῆς βίβλου τῆς ζωῆς, καὶ ὁμολογήσω τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐνώπιον τοῦ πατρός μου καὶ ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ.
Αποκ. 3,5 Οποιοσδήποτε, που δια μέσου των αιώνων θα νικά, θα περιβάλλεται έτσι ολόλευκα λαμπρά ενδύματα, και δεν θα σβήσω ποτέ το όνομα του από το βιβλίον της ζωής και θα διαλαλήσω το όνομά του εμπρός στον Πατέρα μου και εμπρός στους αγγέλους, διακυρήσσων τας αρετάς του και την πίστιν του προς εμέ.
Αποκ. 3,6 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις.
Αποκ. 3,6 Εκείνος που έχει τα αυτιά της ψυχής του ανοικτά, ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας.
Αποκ. 3,7 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Φιλαδελφείᾳ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ ἅγιος, ὁ ἀληθινός, ὁ ἔχων τὴν κλεῖν τοῦ Δαυΐδ, ὁ ἀνοίγων καὶ οὐδεὶς κλείσει, καὶ κλείων καὶ οὐδεὶς ἀνοίξει·
Αποκ. 3,7 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας, που είναι εις την Φιλαδέλφειαν, γράψε· Αυτά λέγει ο απολύτως άγιος, ο απολύτως αληθινός Κυριος, ο οποίος έχει την μεσσιανικήν εξουσίαν και βασιλείαν, όπως προεικονίσθη και προανηγγέλθη δια του κατά σάρκα προγόνου του Δαυΐδ. Και με την εξουσίαν αυτήν, σαν με άλλο κλειδί, ανοίγει την θύραν της βασιλείας των ουρανών και κανείς δεν ημπορεί να την κλείση· την κλείει και κανείς δεν ημπορεί να την ανοίξη.
Αποκ. 3,8 οἶδά σου τὰ ἔργα· -ἰδοὺ δέδωκα ἐνώπιόν σου θύραν ἀνεῳγμένην, ἣν οὐδεὶς δύναται κλεῖσαι αὐτήν·- ὅτι μικρὰν ἔχεις δύναμιν, καὶ ἐτήρησάς μου τὸν λόγον καὶ οὐκ ἠρνήσω τὸ ὄνομά μου.
Αποκ. 3,8 Γνωρίζω τα έργα σου· ιδού έχω δώσει εμπρός σου θύραν ανοικτήν, (ελευθερίαν και τα μέσα να εργασθής χωρίς εμπόδια). Και αυτήν την θύραν κανείς δεν ημπορεί να την κλείση. Εγώ σου άνοιξα την θύραν, διότι συ έχεις μικράν δύναμιν, και εν τούτοις ετήρησες το θέλημά μου και δεν ηρνήθης την πίστιν στο όνομά μου κατά τον καιρόν του διωγμού.
Αποκ. 3,9 ἰδοὺ δίδωμι ἐκ τῆς συναγωγῆς τοῦ σατανᾶ τῶν λεγόντων ἑαυτοὺς Ἰουδαίους εἶναι, καὶ οὐκ εἰσίν, ἀλλὰ ψεύδονται· ἰδοὺ ποιήσω αὐτοὺς ἵνα ἥξουσι καὶ προσκυνήσουσιν ἐνώπιον τῶν ποδῶν σου, καὶ γνῶσιν ὅτι ἐγὼ ἠγάπησά σε.
Αποκ. 3,9 Iδού, σου δίδω τώρα μερικούς από την συναγωγήν του σατανά, από εκείνους οι οποίοι λέγουν με κομπασμόν δια τον ευατόν των ότι είναι Ιουδαίοι, ενώ εις την πραγματικότητα δεν είναι, αλλά ψεύδονται. Ιδού, θα τους κατευθύνω και θα τους κάμω να έλθουν και να προσκυνήσουν εμπρός εις τα πόδια σου, ως προς άξιον επίσκοπον της Εκκλησίας μου και να μάθουν ότι εγώ σε έχω αγαπήσει.
Αποκ. 3,10 ὅτι ἐτήρησας τὸν λόγον τῆς ὑπομονῆς μου, κἀγώ σε τηρήσω ἐκ τῆς ὥρας τοῦ πειρασμοῦ τῆς μελλούσης ἔρχεσθαι ἐπὶ τῆς οἰκουμένης ὅλης, πειράσαι τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς.
Αποκ. 3,10 Και τούτο, διότι συ ετήρησες τον λόγον μου, που ομιλεί περί της υπομονής εις τας θλίψεις και τους διωγμούς. Και εγώ θα σε προφυλάξω από την ώραν του πειρασμού και της ταλαιπωρίας, που μέλλει να έλθη και να απλωθή εις όλην την οικουμένην, δια να θέση εις δοκιμασίαν αυτούς, που κατοικούν εις την γην.
Αποκ. 3,11 ἔρχομαι ταχύ· κράτει ὃ ἔχεις, ἵνα μηδεὶς λάβῃ τὸν στέφανόν σου.
Αποκ. 3,11 Ερχομαι γρήγορα· κράτει καλά και σταθερά τον θησαυρόν της αληθείας και της πίστεως, που έχεις, δια να μη πάρη κανείς τον στέφανον της νίκης σου.
Αποκ. 3,12 Ὁ νικῶν, ποιήσω αὐτὸν στῦλον ἐν τῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ μου, καὶ ἔξω οὐ μὴ ἐξέλθῃ ἔτι, καὶ γράψω ἐπ᾿ αὐτὸν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ μου καὶ τὸ ὄνομα τῆς πόλεως τοῦ Θεοῦ μου, τῆς καινῆς Ἱερουσαλήμ, ἣ καταβαίνει ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ μου, καὶ τὸ ὄνομά μου τὸ καινόν.
Αποκ. 3,12 Εκείνον που νικά τους πειρασμούς της αμαρτίας και τας θλίψεις των διωγμών, θα τον κάμω στύλον εις την Εκκλησίαν, που είναι ναός του Θεού και δεν θα βγη ποτέ πλέον έξω από την μακαρίαν αυτήν περιοχήν. Και θα γράψω επάνω εις αυτόν το όνομα του Θεού μου και το όνομα της πόλεως του Θεού μου, της νέας Ιερουσαλήμ, η οποία ολόλαμπρος κατεβαίνει από τον ουρανόν του Θεού μου. Και θα γράψω ακόμη εις αυτόν το νέον μου όνομα (του Θεανθρώπου λυτρωτού και Μεσσίου, δια να φαίνεται στους αιώνας των αιώνων ότι αυτός είναι ιδικός μου).
Αποκ. 3,13 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις.
Αποκ. 3,13 Εκείνος που έχει τα αυτιά της ψυχής του ανοικτά, ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας.
Αποκ. 3,14 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ ἀμήν, ὁ μάρτυς ὁ πιστὸς καὶ ἀληθινός, ἡ ἀρχὴ τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ·
Αποκ. 3,14 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας της Λαοδικείας γράψε· Αυτά λέγει ο Αμήν, ο απολύτως αξιόπιστος και αληθινός μάρτυς, η άναρχος και δημιουργική αιτία και αρχή της ορατής και αοράτου δημιουργίας του Θεού.
Αποκ. 3,15 οἶδά σου τὰ ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρὸς εἶ οὔτε ζεστός· ὄφελον ψυχρὸς ἦς ἢ ζεστός.
Αποκ. 3,15 Γνωρίζω καλά τα έργα σου, τα ολίγα, τα ατελή και χλιαρά. Αυτά και μαρτυρούν, ότι ούτε ψυχρός είσαι ως προς την πίστιν, ούτε θερμός. Είθε να ήσουν ψυχρός (διότι υπήρχεν ελπίς να μετανοήσης και θερμανθής) η να ήσουν ζεστός και θερμός.
Αποκ. 3,16 οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ, καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου.
Αποκ. 3,16 Ετσι επειδή είσαι χλιαρός και δεν είσαι ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, πρόκειται να σε εμέσω από το στόμα μου, (να σε αποδοκιμάσω και σε αποκόψω από την Εκκλησίαν μου).
Αποκ. 3,17 ὅτι λέγεις ὅτι πλούσιός εἰμι καὶ πεπλούτηκα καὶ οὐδενὸς χρείαν ἔχω, -καὶ οὐκ οἶδας ὅτι σὺ εἶ ὁ ταλαίπωρος καὶ ὁ ἐλεεινὸς καὶ πτωχὸς καὶ τυφλὸς καὶ γυμνός,-
Αποκ. 3,17 Διότι παρά την πνευματικήν σου πτωχείαν, λέγεις ότι είμαι πλούσιος εις αρετάς και έχω πλουτήσει εις πνευματικούς θησαυρούς και δεν έχω ανάγκην από τίποτε. Και δεν γνωρίζεις ότι εις την πραγματικότητα συ είσαι ο ταλαίπωρος και ο ελεεινός και ο πτωχός εις πνευματικότητα και ο τυφλός εις την επίγνωσιν της αληθείας και ο γυμνός εις τα έργα της αρετής.
Αποκ. 3,18 συμβουλεύω σοι ἀγοράσαι παρ᾿ ἐμοῦ χρυσίον πεπυρωμένον ἐκ πυρὸς ἵνα πλουτήσῃς, καὶ ἱμάτια λευκὰ ἵνα περιβάλῃ καὶ μὴ φανερωθῇ ἡ αἰσχύνη τῆς γυμνότητός σου, καὶ κολλύριον ἵνα ἐγχρίσῃ τοὺς ὀφθαλμούς σου ἵνα βλέπῃς.
Αποκ. 3,18 Σε συμβουλεύω να προμηθευθής από εμέ ολοκάθαρον χρυσίον, που έχει λυώσει και καθαρισθή στο καμίνι της φωτιάς, τον πνευματικόν δηλαδή πλούτον, δια να γίνης έτσι πλούσιος εις την αρετήν. Να προμηθευθής ακόμη από εμέ αγνότητα και καθαρότητα ψυχής, που σαν ολόλευκα ενδύματα να περιβληθής, ώστε να μη γίνη φανερά η εντροπή της πνευματικής σου γυμνότητος. Να προμηθευθής και το φως της διδασκαλίας μου, δια να χρίσης, σαν με κολλύριον, τα μάτια της ψυχής σου, ώστε να βλέπης την κατάστασίν σου και τον δρόμον, που πρέπει να ακολουθήσης.
Αποκ. 3,19 ἐγὼ ὅσους ἐὰν φιλῶ, ἐλέγχω καὶ παιδεύω· ζήλευε οὖν καὶ μετανόησον.
Αποκ. 3,19 Σου απευθύνω αυτούς τους ελέγχους από αγάπην, διότι εγώ όσους αγαπώ τους ελέγχω δια τα σφάλματα των και τους παιδαγωγώ δια την πνευματικήν των μόρφωσιν. Προσπάθησε, λοιπόν, να έχης ζήλον και μετανόησε.
Αποκ. 3,20 ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ᾿ ἐμοῦ.
Αποκ. 3,20 Ιδού, έχω σταθή έξω από την θύραν και κτυπώ δυνατά. Εάν κανείς ακούση την φωνήν μου και ανοίξη την θύραν της καρδίας του, τότε εγώ θα εισέλθω εις αυτόν και με πολλήν αγάπην και οικειότητα θα φάγω μαζή του και εκείνος θα φάγη μαζή μου (και θα χαρώμεν και οι δύο δια την επιστροφήν και σωτηρίαν του).
Αποκ. 3,21 Ὁ νικῶν, δώσω αὐτῷ καθίσαι μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ θρόνῳ μου, ὡς κἀγὼ ἐνίκησα καὶ ἐκάθισα μετὰ τοῦ πατρός μου ἐν τῷ θρόνῳ αὐτοῦ.
Αποκ. 3,21 Εις εκείνον που νικά, θα του δώσω το ανεκτίμητον δικαίωμα και δώρον να καθίση μαζή μου στον ολόλαμπρον θρόνον μου, όπως και εγώ, όταν σαν άνθρωπος ενίκησα τον πονηρόν, εκάθισα μετά την ανάληψίν μου μαζή με τον Πατέρα μου στον ένδοξον θρόνον του.
Αποκ. 3,22 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις.
Αποκ. 3,22 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας. (συνεχίζεται)

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 2

Αποκ. 2,1 Τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Ἐφέσῳ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ κρατῶν τοὺς ἑπτὰ ἀστέρας ἐν τῇ δεξιᾷ αὐτοῦ, ὁ περιπατῶν ἐν μέσῳ τῶν ἑπτὰ λυχνιῶν τῶν χρυσῶν·
Αποκ. 2,1 Προς τον επίσκοπον της Εκκλησίας της Εφέσου γράψε· Αυτά λέγει εκείνος, που κρατεί στο δεξί του χέρι ως εξουσιαστής τους επτά επισκόπους, και που περιπατεί ως κυρίαρχος και κυβερνήτης, ανάμεσα εις τας επτά χρυσάς λυχνίας, αι οποίαι συμβολίζουν τας επτά Εκκλησίας.
Αποκ. 2,2 οἶδα τὰ ἔργα σου καὶ τὸν κόπον σου καὶ τὴν ὑπομονήν σου, καὶ ὅτι οὐ δύνῃ βαστάσαι κακούς, καὶ ἐπείρασας τοὺς λέγοντας ἑαυτοὺς ἀποστόλους εἶναι, καὶ οὐκ εἰσί, καὶ εὗρες αὐτοὺς ψευδεῖς·
Αποκ. 2,2 Γνωρίζω καλά το έργον σου και τον κόπον σου στον οποίον ως επίσκοπος υποβάλλεσαι, και την υπομονήν που δικνύεις εις τας διαφόρους δοκιμασίας, και ότι χάρις εις την ηθικήν σου ευαισθησίαν δεν ημπορείς να ανέχεσαι τους κακούς. Και δι' αυτό ηρεύνησες με προσοχήν και εδοκίμασες εκείνους, που λέγουν τους εαυτούς των αποστόλους χωρίς να είναι, και τους ευρήκες ψευδείς.
Αποκ. 2,3 καὶ ὑπομονὴν ἔχεις, καὶ ἐβάστασας διὰ τὸ ὄνομά μου, καὶ οὐ κεκοπίακας.
Αποκ. 2,3 Και έχεις υπομονήν εις τας διαφόρους δοκιμασίας και έδειξες αντοχήν δια το όνομά μου και δεν απέκαμες από τους κόπους, στους οποίους υπεβλήθης.
Αποκ. 2,4 ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ, ὅτι τὴν ἀγάπην σου τὴν πρώτην ἀφῆκας.
Αποκ. 2,4 Αλλ' έχω εναντίον σου, διότι αφήκες και έχασες κάπως την πρώτην σου αγάπην.
Αποκ. 2,5 μνημόνευε οὖν πόθεν πέπτωκας, καὶ μετανόησον καὶ τὰ πρῶτα ἔργα ποίησον· εἰ δὲ μή, ἔρχομαί σοι ταχὺ καὶ κινήσω τὴν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς, ἐὰν μὴ μετανοήσῃς.
Αποκ. 2,5 Να ενθυμήσαι, λοιπόν, συνεχώς από που έχεις ξεπέσει και μετανόησε και κάμε πάλιν τα πρώτα αγαθά έργα σου. Ει δ' άλλως θα έλθω πολύ σύντομα προς σε και θα μετακινήσω την Εκκλησίαν σου από την θέσιν, που κατέχει σήμερα, εάν όλοι σας δεν μετανοήσετε.
Αποκ. 2,6 ἀλλὰ τοῦτο ἔχεις, ὅτι μισεῖς τὰ ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἃ κἀγὼ μισῶ.
Αποκ. 2,6 Εχεις όμως τούτο το πλεονέκτημα, ότι μισείς τα αισχρά σαρκικά έργα των Νικολαϊτών, τα οποία και εγώ μισώ.
Αποκ. 2,7 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. Τῷ νικῶντι δώσω αὐτῷ φαγεῖν ἐκ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς, ὅ ἐστιν ἐν τῷ παραδείσῳ τοῦ Θεοῦ μου.
Αποκ. 2,7 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι με τας προφητείας αυτάς λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας. Εις εκείνον που θα νικήση, αγωνιζόμενος κατά του πονηρού και της αμαρτίας, θα του δώσω να φάγη από το ξύλον της ζωής. Θα του δώσω τα αγαθά της αιωνίου ζωής μέσα στον Παράδεισον του Θεού και Πατρός, ο οποίος είναι και Θεός ιδικός μου κατά την ανθρωπίνην μου φύσιν.
Αποκ. 2,8 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ὃς ἐγένετο νεκρὸς καὶ ἔζησεν·
Αποκ. 2,8 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας της Σμύρνης γράψε· Αυτά λέγει εκείνος που υπάρχει προαιωνίως πρώτος από όλα και θα υπάρχη αιωνίως έσχατος από όλα, που κλείει εις την άπειρον αυτού ύπαρξιν και παρουσίαν τα πάντα· αυτός που έγινε νεκρός δια της σταυρικής του θυσίας και έζησε πάλιν.
Αποκ. 2,9 οἶδά σου τὰ ἔργα καὶ τὴν θλῖψιν καὶ τὴν πτωχείαν· ἀλλὰ πλούσιος εἶ καὶ τὴν βλασφημίαν ἐκ τῶν λεγόντων Ἰουδαίους εἶναι ἑαυτούς, καὶ οὐκ εἰσίν, ἀλλὰ συναγωγὴ τοῦ σατανᾶ.
Αποκ. 2,9 Γνωρίζω καλά τα έργα σου και την θλίψιν και την πτωχείαν εξ αιτίας των διωγμών. Αλλ' είσαι πλούσιος από απόψεως πνευματικών χαρισμάτων και δωρεών. Ειξεύρω ακόμη την ασεβή εναντίον της υπολήψεώς σου διαβολήν, που σου έγινε εκ μέρους εκείνων που λέγουν τον ευατόν των ότι είναι Ιουδαίοι, ενώ πραγματικώς δεν είναι, αλλ' είναι συναγωγή του σατανά.
Αποκ. 2,10 μηδὲν φοβοῦ ἃ μέλλεις παθεῖν. ἰδοὺ δὴ μέλλει βαλεῖν ὁ διάβολος ἐξ ὑμῶν εἰς φυλακὴν ἵνα πειρασθῆτε, καὶ ἕξετε θλῖψιν ἡμέρας δέκα. γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς.
Αποκ. 2,10 Μη φοβείσαι καθόλου δι' εκείνα τα οποία πρόκειται να πάθης. Ιδού τώρα ο σατανάς μέλλει να ρίψη εις την φυλακήν μερικούς από σας, δια να δοκιμασθήτε έτσι όλοι σας, και θα έχετε θλίψιν δέκα ημέρας, (δηλαδή επί ολίγον διάστημα). Προσπάθησε και αγωνίσου να γίνης πιστός μέχρι και μαρτυρικού ακόμη θανάτου δια την πίστιν σου και θα σου δώσω ως βραβείον των αγώνων σου τον στέφανον της αιωνίου ζωής.
Αποκ. 2,11 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. Ὁ νικῶν οὐ μὴ ἀδικηθῇ ἐκ τοῦ θανάτου τοῦ δευτέρου.
Αποκ. 2,11 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας. Ο νικητής στους πνευματικούς αγώνας δεν θα αδικηθή από τον πνευματικόν και αιώνιον θάνατον, που σαν δεύτερος, αλλά ασυγκρίτως φοβερώτερος μετά τον σωματικόν θάνατον, περιμένει τους αμαρτωλούς.
Αποκ. 2,12 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Περγάμῳ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ ἔχων τὴν ῥομφαίαν τὴν δίστομον τὴν ὀξεῖαν·
Αποκ. 2,12 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας της Περγάμου γράψε· Αυτά λέγει εκείνος που έχει την δίκοπον και κοπτεράν ρομφαίαν·
Αποκ. 2,13 οἶδα τὰ ἔργα σου καὶ ποῦ κατοικεῖς· ὅπου ὁ θρόνος τοῦ σατανᾶ· καὶ κρατεῖς τὸ ὄνομά μου, καὶ οὐκ ἠρνήσω τὴν πίστιν μου καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐν αἷς Ἀντίπας ὁ μάρτυς μου ὁ πιστός, ὃς ἀπεκτάνθη παρ᾿ ὑμῖν, ὅπου ὁ σατανᾶς κατοικεῖ.
Αποκ. 2,13 Γνωρίζω καλά τα έργα σου και την ειδωλολατρικήν περιοχήν, εις την οποίαν κατοικείς, όπου έχεις στήσει τον θρόνον του ο σατανάς. Και κρατείς στερεά το όνομά μου και δεν ηρνήθης την πίστιν μου ακόμη και κατά τας ημέρας εκείνας του διωγμού, κατά τας οποίας κατεδιώχθη ο πιστός μάρτυς μου ο Αντίπας, ο οποίος και εφονεύθη εις την πόλιν σας όπου κατοικεί ο σατανάς.
Αποκ. 2,14 ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ ὀλίγα, ὅτι ἔχεις ἐκεῖ κρατοῦντας τὴν διδαχὴν Βαλαάμ, ὃς ἐδίδαξε τὸν Βαλὰκ βαλεῖν σκάνδαλον ἐνώπιον τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ φαγεῖν εἰδωλόθυτα καὶ πορνεῦσαι.
Αποκ. 2,14 Αλλ' έχω μερικά εναντίον σου· διότι έχεις εκεί μερικούς, που σέβονται και κρατούν την διδασκαλίαν του Βαλαάμ (μάγου και μάντεως των εθνικών), ο οποίος εδίδαξε και προέτρεψε τον βασιλέα των Μωαβιτών Βαλάκ να βάλη σκάνδαλον εμπρός στους Ισραηλίτας, δια να φάγουν ειδωλόθυτα και να παρεκτραπούν εις πορνείαν.
Αποκ. 2,15 οὕτως ἔχεις καὶ σὺ κρατοῦντας τὴν διδαχὴν τῶν Νικολαϊτῶν ὁμοίως.
Αποκ. 2,15 Ετσι και συ έχεις μερικούς, που κρατούν την αισχράν διδασκαλίαν των Νικολαϊτών, όπως την εκράτησαν και μερικοί Ιουδαίοι της εποχής του Βαλαάμ.
Αποκ. 2,16 μετανόησον οὖν· εἰ δὲ μή, ἔρχομαί σοι ταχὺ καὶ πολεμήσω μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῇ ῥομφαίᾳ τοῦ στόματός μου.
Αποκ. 2,16 Μετανόησε, λοιπόν· ει δ' άλλως έρχομαι εναντίον σου σύντομα και θα πολεμήσω εναντίον αυτών με την ρομφαίαν του στόματός μου.
Αποκ. 2,17 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. Τῷ νικῶντι δώσω αὐτῷ τοῦ μάννα τοῦ κεκρυμμένου, καὶ δώσω αὐτῷ ψῆφον λευκήν, καὶ ἐπὶ τὴν ψῆφον ὄνομα καινὸν γεγραμμένον, ὃ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ ὁ λαμβάνων.
Αποκ. 2,17 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι λέγει το Αγιον Πνεύμα εις τας Εκκλησίας. Εις τον νικητήν του αγώνος κατά της αμαρτίας θα του δώσω από το μάννα, που είναι κρυμμένον στους ουρανούς, (δηλαδή την κοινωνίαν του ουρανίου Αρτου, που παρέχει αιωνίαν ζωήν). Και ακόμη θα του δώσω λευκήν, αθωωτικήν ψήφον, και επάνω εις την ψήφον θα είναι γραμμένον ένα νέον όνομα, αιώνιον, όνομα, το οποίον κανένας δεν γνωρίζει, παρά μόνος εκείνος που το λαμβάνει.
Αποκ. 2,18 Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Θυατείροις ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἔχων τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ ὡς φλόγα πυρός, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὅμοιοι χαλκολιβάνῳ·
Αποκ. 2,18 Και στον επίσκοπον της Εκκλησίας των Θυατείρων γράψε· Αυτά λέγει ο Υιός του Θεού, που έχει τα μάτια αυτού σαν φλόγα πυρός, ώστε να βλέπη και να παρακολουθή τα πάντα, και του οποίου τα πόδια είναι στερεά και λαμπρά, όμοια με μίγμα αργύρου και χρυσού.
Αποκ. 2,19 οἶδά σου τὰ ἔργα καὶ τὴν ἀγάπην καὶ τὴν πίστιν καὶ τὴν διακονίαν καὶ τὴν ὑπομονήν σου, καὶ τὰ ἔργα σου τὰ ἔσχατα πλείονα τῶν πρώτων.
Αποκ. 2,19 Γνωρίζω τα έργα σου και την αγάπην και την πίστιν και την υπηρεσίαν, που προσφέρεις προς τους έχοντας ανάγκην, και την υπομονήν που δεικνύεις εις τας θλίψεις και τους διωγμούς. Και γνωρίζω ακόμη, ότι τα έργα σου της τελευταίας περιόδου είναι περισσότερα από τα της πρώτης.
Αποκ. 2,20 ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ ὀλίγα, ὅτι ἀφεῖς τὴν γυναῖκά σου Ἰεζάβελ, ἣ λέγει ἑαυτὴν προφῆτιν, καὶ διδάσκει καὶ πλανᾷ τοὺς ἐμοὺς δούλους πορνεῦσαι καὶ φαγεῖν εἰδωλόθυτα.
Αποκ. 2,20 Αλλ' έχω εναντίον σου και ολίγας κατηγορίας, ότι δηλαδή αφίνεις την γυναίκα σου, που ομοιάζει κατά την ασέβειαν και αμαρτωλότητά της με την Ιεζάβελ, η οποία λέγει τον ευατόν της προφήτιν και με τα λόγια και τα έργα της διδάσκει ασεβείς διδασκαλίας και παρασύρει εις την πλάνην τους δούλους μου, να πορνεύσουν και να φάγουν ειδωλόθυτα.
Αποκ. 2,21 καὶ ἔδωκα αὐτῇ χρόνον ἵνα μετανοήσῃ, καὶ οὐ θέλει μετανοῆσαι ἐκ τῆς πορνείας αὐτῆς.
Αποκ. 2,21 Και έδωκα εις αυτήν καιρόν, δια να μετανοήση, και δεν θέλει να μετανοήση και να απαρνηθή την διαφθοράν και ασέβειάν της.
Αποκ. 2,22 ἰδοὺ βάλλω αὐτὴν εἰς κλίνην καὶ τοὺς μοιχεύοντας μετ᾿ αὐτῆς εἰς θλῖψιν μεγάλην, ἐὰν μὴ μετανοήσωσιν ἐκ τῶν ἔργων αὐτῆς,
Αποκ. 2,22 Ιδού θα την ρίψω στο κρεββάτι τιμωρίας μεγάλης, πόνου και οδύνης. Και εκείνους που αμαρτάνουν μαζή της και όσους παρασύρονται εξ αιτίας της εις φαυλότητας, θα τους βάλω μαζή με αυτήν και θα τους καταδικάσω εις μεγάλην θλίψιν, εάν δεν μετανοήσουν και δεν απαρνηθούν τα φαύλα έργα, εις τα οποία αυτή τους παρεπλάνησε.
Αποκ. 2,23 καὶ τὰ τέκνα αὐτῆς ἀποκτενῶ ἐν θανάτῳ, καὶ γνώσονται πᾶσαι αἱ ἐκκλησίαι ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας, καὶ δώσω ὑμῖν ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα ὑμῶν.
Αποκ. 2,23 Και τα παιδιά της θα τα φονεύσω με θανατηφόρον επιδημίαν και έτσι θα μάθουν όλαι αι Εκκλησίαι, ότι εγώ είμαι εκείνος, που ερευνά και γνωρίζει νεφρά και καρδιές, (και τας πλέον απόκρυφα βάθη της ψυχής και διανοίας του ανθρώπου) και θα ανταποδώσω στον καθένα από σας, σύμφωνα με τα έργα σας.
Αποκ. 2,24 ὑμῖν δὲ λέγω τοῖς λοιποῖς τοῖς ἐν Θυατείροις, ὅσοι οὐκ ἔχουσι τὴν διδαχὴν ταύτην, οἵτινες οὐκ ἔγνωσαν τὰ βαθέα τοῦ σατανᾶ, ὡς λέγουσιν· οὐ βάλλω ἐφ᾿ ὑμᾶς ἄλλο βάρος·
Αποκ. 2,24 Λεγω δε εις σας τους υπολοίπους που κατοικείτε εις τα Θυάτειρα, όσοι δεν έχουν δεχθή την ασεβή και πλανεμένην αυτήν διδασκαλίαν, τας δήθεν βαθυτέρας αληθείας όπως τας παρουσιάζουν οι αιρετικοί και φαύλοι, πράγματι δε σατανικάς πλάνας. Δεν θα σας επιβάλω άλλας υποχρεώσεις, εκτός από εκείνας που γνωρίζετε.
Αποκ. 2,25 πλὴν ὃ ἔχετε κρατήσατε ἄχρις οὗ ἂν ἥξω.
Αποκ. 2,25 Πλην όμως εκείνο που σας έχει παραδοθή από τους Αποστόλους, την αλήθειαν δηλαδή του Ευαγγελίου, κρατήσατέ την καλά μέχρις ότου έλθω.
Αποκ. 2,26 Καὶ ὁ νικῶν καὶ ὁ τηρῶν ἄχρι τέλους τὰ ἔργα μου, δώσω αὐτῷ ἐξουσίαν ἐπὶ τῶν ἐθνῶν,
Αποκ. 2,26 Και εκείνος που θα νικήση και θα τηρήση μέχρι τέλους του βίου του τα έργα μου, εγώ θα δώσω εις αυτόν εξουσίαν επάνω εις τα ειδωλολατρικά και πολέμια έθνη.
Αποκ. 2,27 καὶ ποιμανεῖ αὐτοὺς ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ, ὡς τὰ σκεύη τὰ κεραμικὰ συντριβήσεται, ὡς κἀγὼ εἴληφα παρὰ τοῦ πατρός μου,
Αποκ. 2,27 Και θα ποιμάνη και θα υποτάξη τους εθνικούς και ειδωλολάτρας με ράβδον σιδερένιαν και θα συντριβούν οι σκληροί και ανυπότακτοι σαν τα πήλινα σκεύη. Και θα αποκτήση αυτός τέτοιαν εξουσίαν και δύναμιν, ωσάν εκείνην που εγώ ο ίδιος έχω λάβει από τον Πατέρα μου.
Αποκ. 2,28 καὶ δώσω αὐτῷ τὸν ἀστέρα τὸν πρωϊνόν.
Αποκ. 2,28 Και θα του δώσω ακόμη το λαμπρό πρωϊνό αστέρι, (την θείαν δηλαδή λαμπρότητα και αίγλην) ώστε να γίνη και αυτός φως.
Αποκ. 2,29 Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις.
Αποκ. 2,29 Εκείνος που έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του, ας ακούση τι λέγει το Πνεύμα το Αγιον εις τας Εκκλησίας.(συνεχίζεται)