Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Η προσμονή των Χριστουγέννων στην ”κατ’ οίκον Εκκλησίαν”

«Του Αγίου Φιλίππου αποκριά, πως μοιάζεις με το αστέρι που -όπως τους Μάγους- στο Χριστό και μας μπορεί να φέρει!»
Θαρρείς τους έγραψε ο ποιητής για τούτη την περίσταση αυτούς τους στίχους, καθώς η αυριανή εσπέρα μας εισάγει σε μια περίοδο γλυκιάς προσμονής και προετοιμασίας. Δεν διαρκούν τα Χριστούγεννα της Ρωμιοσύνης μια μονάχα μέρα όπως αλλού. Στον τόπο μας η προσδοκία της γιορτής κρατάει σαράντα μέρες, από του Αγίου Φιλίππου, με ετοιμασίες, με νηστεία, με πνευματική προετοιμασία και καθαρότητα, με χίλιες δύο φροντίδες του νοικοκύρη και της κυράς, με τη συμμετοχή ολόκληρης της φαμελιάς. Χριστούγεννα Ελληνικά, γιορτή πνευματική με ψυχική ανάταση, θεία μέθεξη, βαθειά κατάνυξη, μυστήριο μεγάλο, όπως υπήρξε και ο ερχομός του Χριστού στον κόσμο. Γιορτή που αρχίζει στην ολόφωτη Εκκλησιά κι επεκτείνεται και συνεχίζεται στην ”κατ’ οίκον Εκκλησίαν”, στη ζεστή οικογενειακή σύναξη.
Αυτά τα Χριστούγεννα γνωρίσαμε και βιώσαμε εμείς οι παλαιότεροι. Και κάθε που πλησιάζουν τέτοιες μέρες, οι ψυχές όλων μας ζεσταίνονται από μια γλυκιά νοσταλγία καθώς ξαναζωντανεύουν στη μνήμη μας όμορφες εικόνες· Στο πρωινό χειμωνιάτικο σύθαμπο όλη η οικογένεια μαζί να πορεύεται προς την Εκκλησιά, ”το Χριστό να προσκυνήσουν” όλοι κι έπειτα να γιορτάσουν συναγμένοι στο ”Χριστουγεννιάτικο της φαμελιάς τραπέζι”. Στην ψυχή του Έλληνα η γιορτή αυτή έχει συνδεθεί βαθειά με την οικογενειακή εστία. Εκεί βιώνουν όλοι τη χαρά της μεγάλης προσμονής, εκεί και την ευφροσύνη της μεγάλης γιορτής. Έτσι ήταν τότε.
Σήμερα όμως; Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για προσμονή των Χριστουγέννων στην ”κατ’ οίκον Εκκλησία”;
Ίσως ακούγεται σαν ηχώ παρωχημένης εποχής το ερώτημα αυτό. Για ποιά Χριστουγεννιάτικη προσμονή άραγε μπορούμε να μιλάμε σήμερα, αναρωτιέται εύλογα κανείς. Μήπως για την προσμονή της γιορταστικής ατμόσφαιρας, που θέλουμε να την αποκαλούμε Χριστουγεννιάτικη; Αυτή θυμίζει περισσότερο ένα καλοστημένο σκηνικό επίκαιρο μεν, ταυτόχρονα όμως σχεδιασμένο για να ανταποκρίνεται στο καταναλωτικό παραλήρημα της εποχής μας. Για ποιά Χριστουγεννιάτικη προσμονή μπορούμε να μιλάμε στη σύγχρονη εποχή; Μήπως για την προσμονή μιας απόδρασης από τα πλοκάμια της καθημερινότητας, μιας ευκαιρίας διακοπών στην καρδιά του χειμώνα;
Αλλά και σε ποιά ”κατ’ οίκον Εκκλησίαν” μπορούμε ν’ αναφερόμαστε σήμερα; Στην ανατολή της τρίτης χιλιετίας στον πλανήτη μας είμαστε όλοι μάρτυρες ενός εγκληματικού ξηλώματος των αξιών και των θεσμών. Βλέπουμε να διαβρώνεται η πατροπαράδοτη δομή της ζωής μας, να αμφισβητείται και να υποτιμάται η ιερότητα της οικογένειας, να ξεφτίζει και να διαφοροποιείται ο πανάρχαιος αυτός θεσμός, το καταφύγιο της ευτυχίας, όπως το χαρακτήριζε ο Κικέρων. Παράλληλα προβάλλονται και προωθούνται και δυστυχώς χειροκροτούνται στη μεταμοντέρνα κοινωνία μας καινούργια μοντέλα συμβίωσης δήθεν απελευθερωμένα από καταπιεστικές προκαταλήψεις περασμένων εποχών. Ήδη μια περιδίνηση στοιχείων νέων και ετερόκλητων και ξένων για τα δεδομένα της πατρίδος μας μάς αναστατώνει και μας αποκαρδιώνει. Και στοχαστικά αναρωτιόμαστε· Μπορούμε σήμερα να μιλήσουμε για προσμονή των Χριστουγέννων στην ”κατ’ οίκον Εκκλησίαν”;
Ας μπούμε σε κάποια σπιτικά σήμερα να δούμε τι συμβαίνει. Όλοι εδώ το ξέρουν ότι πλησιάζουν Χριστούγεννα και χαίρονται. Οι εργαζόμενοι γονείς γιατί θα πάρουν το δώρο τους η την άδειά τους· η μάννα γιατί θα υποδεχθεί τα ξενιτεμένα της φοιτητόπουλα· οι μαθητές γιατί θα ξεκουραστούν δύο εβδομάδες. Μα και τα μικρότερα παιδιά το ξέρουν και χαίρονται. Δεν το έμαθαν από τις γιαγιάδες και τους παππούδες, αφού αυτοί δεν μένουν μαζί τους – μπορεί να είναι και σε οίκο ευγηρίας. Δεν το έμαθαν από τους γονείς, αφού εκείνοι δεν βρίσκουν χρόνο να ασχοληθούν μαζί τους. Ούτε βέβαια διαβάζοντας. Άλλωστε στα νέα σπιτικά δεν υπάρχουν η έχουν μπει στο περιθώριο τα βιβλία που διάβαζαν γενιές ολόκληρες παιδιών -του Παπαδιαμάντη, του Λέοντος Μελά, του Παλαμά, του Δροσίνη, της Πηνελόπης Δέλτα- και που διέσωζαν τη θρησκευτική, την εθνική και την πολιτιστική μας κληρονομιά. Έχουν αντικατασταθεί από κόμικς με δύσμορφες ανθρώπινες φιγούρες, που χρησιμοποιούν τη βία για να επιβληθούν. Και όμως ξέρουν τα παιδιά ότι έρχονται Χριστούγεννα. Από που το έμαθαν και τι έμαθαν; Σε μια χώρα που ανθεί η τεχνολογία και ο καταναλωτισμός, όπως στη δική μας, παρέχονται άφθονα πληροφορίες -και όχι μόνο – μέσα από τη μικρή οθόνη. Παρουσιάζεται η χλιδή που δεν θα γευθούν τα παιδιά ίσως ποτέ. Δελεάζουν τα πλούτη, η αίγλη, τα γιορταστικά ρεβεγιόν, οι ήρωες -πολλές φορές ύποπτου ήθους- πού αργότερα μπορεί να σταθούν αφορμή για έναν κατήφορο χωρίς επιστροφή. Όλοι στο σπίτι ξέρουμε ότι πλησιάζουν Χριστούγεννα και πρέπει να ετοιμαστούμε. Να επιμεληθούμε την καθαριότητα, να στολίσουμε περίτεχνα το δένδρο, να τοποθετήσουμε πολύχρωμα λαμπιόνια σε ποικίλους σχηματισμούς, ώστε να εντυπωσιάζουν αναβοσβήνοντας πρωτότυπα. Να αγοράσουμε και δώρα, να προμηθευτούμε και δίσκους με επίκαιρα άσματα, να φροντίσουμε και για το πλούσιο γιορτινό τραπέζι, να εξασφαλίσουμε και θέση στα κέντρα διασκέδασης. Ίσως να ενδιαφερθούμε και για εορτοδάνειο ακόμα, προκειμένου να καλύψουμε τα γιορτινά μας έξοδα. Βέβαια κάποιες φορές δεν ξεχνάμε να κάνουμε και μια μικρή νηστεία, έτσι ”για το καλό”.
Και το αποτέλεσμα;
Γιορτάζουμε ανάλογα με την προετοιμασία που κάναμε. Τις περισσότερες φορές Χριστούγεννα χωρίς Χριστό. Κι αρνούμαστε πεισματικά ν’ αποδεχθούμε την ευθύνη μας. Μα, στα χρόνια που ζούμε, τι μπορώ να κάνω περισσότερο; Θέλω ν’ ανακαλύψω τέτοιες μέρες το Νεογέννητο Χριστό, όμως δεν μπορώ, γιατί η ματιά μου σκοντάφτει στα φανταχτερά στολίδια και τα λαμπερά φώτα της αγοράς κι αποπροσανατολίζεται. Προσπαθώ να εστιάσω το βλέμμα μου στη Φάτνη, όμως αυτό το ανάλαφρο υπόστεγο που σχεδίασαν οι καλλιτέχνες δεν μοιάζει σε τίποτα με τον αληθινό σταύλο, που υπήρξε το πρώτο ενδιαίτημα του θείου Βρέφους. Επιχειρώ ν’ αφουγκραστώ κάτι από τα ”Δόξα εν υψίστοις” των Αγγέλων, με εμποδίζουν όμως τα πεζά δημοσιογραφικά λόγια για τις τιμές της αγοράς και το πλήθος των διαφημιστικών μηνυμάτων. Λαχταρώ να στοχαστώ, όμως είναι τόσοι οι θόρυβοι γύρω μου! Θα χαιρόμουν να πάω στην Εκκλησία με τα παιδιά μου, όμως πως να τα πείσω; Επιθυμώ να καθίσουμε όλοι μαζί στο σπίτι και να μιλήσουμε γι’ αυτή τη γιορτή· όμως που να βρω τέτοια ευκαιρία;
Πράγματι, είναι μέρες που βιαζόμαστε πολύ. Ένας ρυθμός πιο γοργός μας στροβιλίζει στους δρόμους, στα σπίτια μας. Γιατί περιμένουμε Χριστούγεννα. Ας το προσέξουμε αυτό. Είναι κάτι εξαιρετικά σημαντικό και παρήγορο. Περιμένουμε Χριστούγεννα. Περιμένουμε κάτι καινούργιο στη ζωή μας. Πιο πολύ φως. Περισσότερη χαρά. Περιμένουμε ενδεχομένως μια αλλαγή που θα κάνει στο βίο μας ελαφρύτερο το μόχθο, λιγότερη τη μιζέρια. Αυτό το γνώριμο χτυποκάρδι εν όψει των Χριστουγέννων είναι μια ανάσα ελπίδος στην ψυχή μας. Είναι μια ζεστασιά τόσο επιθυμητή και σπάνια για τις στεγνές και κρύες μέρες της ζωής μας. Είναι «η χαρά της προσμονής και η προσμονή της χαράς», όπως θα το διατύπωνε ο Σμέμαν. Ασχέτως εάν είμαστε η όχι σε θέση να την βιώσουμε αυθεντικά και απόλυτα. Μπορούμε συνεπώς να μιλάμε και σήμερα για προσμονή των Χριστουγέννων στην Οικογένεια.
Είναι όμως η οικογένεια σήμερα ”κατ’ οίκον Εκκλησίαν”; Στην Ορθόδοξη παράδοσή μας από τη στιγμή που τελείται ο γάμος ιδρύεται μια μικρή Εκκλησία. ”Και γαρ η οικία Εκκλησία εστί μικρά”, θα μας πει ο ιερός Χρυσόστομος. Τούτος ο χαρακτηρισμός βέβαια δεν αποδίδεται στη νέα οικογένεια ως έπαινος η ως τιμή, αλλά προβάλλεται ταυτόχρονα ως σκοπός, ως παρότρυνση. ”Κάνε το σπίτι σου Εκκλησία”, συμβουλεύουν οι Άγιοι Πατέρες. Ζώντας δηλαδή ο άνδρας και η γυναίκα μέσα στο γάμο, που είναι μυστήριο αγάπης, καλούνται ν’ ανοιχτούν στις διαστάσεις της Εκκλησίας και να οικοδομήσουν μαζί τη μικρή τους Εκκλησία. Αυτό το άνοιγμα είναι μια ενδιαφέρουσα πρόταση και μπορεί να χαράξει πολλούς δρόμους στο χώρο της Οικογένειας. Η αλήθεια είναι ότι εμείς οι Χριστιανοί πολύ συχνά κηρύττουμε το μοντέλο της παραδοσιακής οικογένειας, με μια πικρία και νοσταλγία μάλιστα, καθώς τείνει να εκλείψει από την κοινωνία μας. Θεωρούμε ότι εκείνη η παραδοσιακή μορφή μπορεί να χαρακτηρίζεται ως κατ’ οίκον Εκκλησία, όπου όλοι μαζί βρίσκονταν στο κοινό τραπέζι κι έτρωγαν, που συνήθιζαν τη νηστεία και το σταυρό και την προσευχή και τον εκκλησιασμό και την τακτική συμμετοχή στα μυστήρια της πίστης μας, που μάθαιναν τα παιδιά να σκέφτονται και να αισθάνονται σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, κι όχι με το πνεύμα του κόσμου και τις διάφορες μόδες του. Βέβαια είναι παρήγορο ότι και σήμερα υπάρχουν ευτυχώς τέτοιες οικογένειες, που κρατούν το σπίτι τους πνευματικά ζωντανό και ηθικά καθαρό, έτσι που η μυρωδιά του λιβανιού να μην είναι κάτι το ξένο και σπάνιο, αλλά κάτι το οικείο και ευχάριστο, αφού το σπίτι είναι μια προέκταση της Εκκλησίας και ναός του Θεού, κρατώντας μέσα του την κατ’ οίκον Εκκλησία. Ναι, μέσα στον άτακτο και ξέφρενο ρυθμό της εποχής μας αυτές οι οικογένειες είναι ασφαλώς οάσεις που ζωογονούν τον κοινωνικό ιστό. Είναι όντως ”κατ’ οίκον Εκκλησίες”. Όμως αυτές ήδη έχουν μειωθεί αισθητά. Η δομή της οικογένειας διαμορφώνεται πια από την αναγκαιότητα που επιβάλλουν οι εξελίξεις της εποχής. Δεν είναι δυνατόν να επιτύχει οποιαδήποτε προσπάθεια ”αναπαλαίωσης” της παραδοσιακής οικογένειας. Στα βιώματα δεν χωράει αναπαλαίωση. Κατά συνέπειαν δεν μπορούμε να κοιτάμε πίσω. Κοιτάζεις πίσω, σημαίνει ότι γίνεσαι στήλη άλατος. Πρέπει να κοιτάζουμε μπροστά. Άλλωστε πρέπει να αντιληφθούμε ότι ο Χριστιανισμός, η βίωση του μυστηρίου της Εκκλησίας, έχει μέσα του τη δυναμική να είναι πάντοτε κάτι καινούργιο και πρωτότυπο, το νέο κρασί που μπαίνει σε νέους ασκούς. Όσο κι αν αλλάζουν οι εποχές, κι αν οι κοινωνικές δομές εξελιχθούν, πάντα η οικογένεια θα είναι η κατ’ οίκον Εκκλησία.
Ιδού λοιπόν εν όψει των Χριστουγέννων η κατ’ οίκον Εκκλησία. Έχει όλα τα χαρακτηριστικά της μεγάλης Εκκλησίας. Είναι μία, αγία, καθολική και αποστολική. Μ’ αυτές τις διαστάσεις της ως προϋποθέσεις θα υποδεχθεί τον Μεγάλο Αναμενόμενο.

Η κατ’ οίκον Εκκλησία είναι Μία. Σημαίνει ότι έχει ενότητα. Ο σύνδεσμος της αγάπης ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας είναι το θεμέλιο της ευτυχίας τους αλλά και η προϋπόθεση να γιορτάσουν αληθινά Χριστούγεννα· ”Αυτη γαρ αληθής εορτή”, διακηρύσσει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ”ενθα ειρήνη και ομόνοια”. Και είναι βέβαια οι γονείς που επωμίζονται στην οικογένεια την ευθύνη για την καλλιέργεια της ενότητας. Πως; Μόνο μέσα από τη διαδικασία της αγάπης. Οταν αγαπήσουν οι ίδιοι και αγαπηθούν. Ένα ζευγάρι που ζει μια αυθεντική αγάπη, ο,τι και να πει στα παιδιά θα έχει απήχηση. Και περισσότερη απήχηση θα έχει αυτό που δεν θα πει με λόγια αλλά που θα πράξει. Αποτυγχάνουμε στην αγάπη, γι’ αυτό τα λόγια μας δεν πείθουν πια, γι’ αυτό οι παιδαγωγικές μέθοδοι δεν αποδίδουν, γι’ αυτό οι ποικίλες πρακτικές που χρησιμοποιούνται αποδεικνύονται ανεπαρκείς, γι’ αυτό φεύγουν τα παιδιά από κοντά μας, γι’ αυτό αναζητούν την ευτυχία τους σε άλλα στέκια μακριά απ’ το σπίτι τους. Ενώ η λύση είναι απλή και βρίσκεται στο άθλημα της αγάπης. Όταν οι γονείς αγαπιούνται πραγματικά, όταν αλληλοπροσφέρονται χωρίς να διεκδικούν, όταν αγαπούν χωρίς να περιμένουν ανταπόδοση στην αγάπη τους, τότε πείθουν, τότε συσπειρώνουν τα παιδιά κοντά τους, τότε μπορούν να ενσταλάξουν στην ψυχή τους ο,τι ωραίο και υψηλό. Τότε κάθε μέρα στο σπίτι είναι γιορτή, καθώς εκεί βρίσκουν όλοι το πιο ευτυχισμένο καταφύγιο. Οι παλαιότεροι έλεγαν απλά· όπου αγάπη κι ενότητα, εκεί ο Θεός.
Ο φιλοσοφικός όμως στοχασμός των Πατέρων της Εκκλησίας προχωράει πιο βαθειά και μας αποκαλύπτει ότι η αγαπητική σχέση μεταξύ των συζύγων μπορεί να αναδειχθεί σε κατ’ εξοχήν γνωστική δυνατότητα, σε αφετηρία θείου έρωτα, και τότε ο γάμος σε μυστήριο θεοφάνειας και θεογνωσίας. Ιδού λοιπόν η θεοφάνεια καρπός της αυθεντικής αγάπης στην κατ’ οίκον Εκκλησία, και η αυθεντική αγάπη και ενότητα προϋπόθεση πραγματικού εορτασμού. Και αν σκεφτούμε ότι το μυστήριο της θεοφάνειας είναι η βίωση του μυστηρίου των Χριστουγέννων, τότε όχι μόνο μένουμε έκθαμβοι μπροστά στο μεγαλείο που απεργάζεται η αυθεντική αγάπη, αλλά αντιλαμβανόμαστε και από που πρέπει να αρχίσει η οικογένεια την προετοιμασία για την μεγάλη γιορτή. Η προσμονή των Χριστουγέννων είναι ευκαιρία επαναπροσδιορισμού του βαθμού της ενότητας και της αγάπης μέσα στην οικογένεια. Είναι ευκαιρία μιας καινούργιας ίσως αρχής η μιας προσπάθειας ν’ αναζωπυρωθεί η φλόγα της που ενδεχομένως απειλείται από τούς ανέμους των καιρών μας. Σ’ αυτό μπορεί να βοηθήσει και η μελέτη. Όλα όσα εβίωσαν, είπαν και έγραψαν οι Πατέρες της Εκκλησίας να ξαναδιαβαστούν με ζητούμενο τη στοιχειοθέτηση της ασκητικής της αγάπης, της ασκητικής του έρωτα, η οποία όμως βασίζεται στην αγάπη του Χριστού.
Η κατ’ οίκον Εκκλησία είναι Αγία. Δεν σημαίνει αυτό ότι τα μέλη της είναι άγιοι και τέλειοι άνθρωποι. Αλλά ότι η αποστολή της είναι να κάνει τη ζωή τους αγία, να την καθαρίσει δηλαδή με τη δύναμη του Θεού, να την ελευθερώσει από τη δουλεία της αμαρτίας, να την κατευθύνει και να την προσφέρει στο Θεό. Ιδού η δεύτερη διάσταση της αγιότητος, προς την οποία εν όψει των Χριστουγέννων πρέπει ν’ ανοιχθεί η οικογένεια. Είναι μια πρόκληση εξόδου από τη φύση μας και τις συνήθειές μας, μια πρόκληση απελευθέρωσης από την κυριαρχία της αμαρτίας πάνω μας. Η Γέννηση του Χριστού μας καλεί να απαλλάξουμε τη γιορτή των Χριστουγέννων από το ένδυμα του καταναλωτισμού, από το χαρακτήρα του φαντασμαγορικού και εντυπωσιακού, από τη μαγεία της εικόνας, από το περίβλημα του υλικού. Αντίθετα, να τη ντύσουμε με το περιτύλιγμα του αιώνιου, του θεϊκού. Με την εμπειρία της πνευματικής αίσθησης. Με τη γεύση του αληθινού. Πως θα το κατορθώσουμε στην οικογένεια; Οι Άγιοι της Εκκλησίας θα μας βοηθήσουν να περάσουμε από την επιφάνεια στο βάθος, από τα φαινόμενα στην ουσία, από τους εξωτερικούς εντυπωσιασμούς, που αφήνουν κενό στην ψυχή, στην αλήθεια που σώζει. ” Αν τοίνυν καθαρόν έχης το συνειδός, εορτήν έχεις δια παντός”, συμβουλεύει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Να λοιπόν το κύριο μέλημά μας για να εορτάσουμε αληθινά. Να καθαρίσουμε τη συνείδησή μας από την αμαρτία με την εξομολόγηση, να στολιστούμε με αρετές· με την πίστη, την αγάπη, την ελπίδα, τη μακροθυμία, τη χρηστότητα, την πραότητα, την εγκράτεια, τη συγγνώμη, την ελεημοσύνη. ” Εορτή γαρ έργων αγαθών εστι επίδειξις και ψυχής ευλάβεια και πολιτείας ακρίβεια”, προσθέτει ο χρυσορρήμων Άγιος. Καλά δε έργα θεωρούνται η άσκηση των αρετών, η τήρηση των εντολών του Θεού, η υπακοή στο θείο θέλημα, η εργασία της ψυχής μας με προσευχή, μελέτη, ιερούς στοχασμούς. Καθοδηγητικές είναι και οι προτροπές του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου· ” Ας μη χορταίνουμε τα μάτια μας με στολισμούς των σπιτιών και των δρόμων, ας μην τέρπουμε την ακοή μας με μελωδίες, ας μην παραδινόμαστε σε γλέντια και οινοποσίες. Ας μην ξεπερνά ο ένας τον άλλον στην ακολασία. Διότι ακολασία θεωρώ κάθε τι περιττό και περισσότερο απ’ ο,τι χρειαζόμαστε. Και τούτα να συμβαίνουν, όταν άλλοι που προέρχονται από τον ίδιο πηλό με μας, πεινούν και έχουν ανάγκη…” ”Τοιγαρουν εορτάσωμεν μη πανηγυρικώς αλλά θεϊκώς, μη κοσμικώς αλλ’ υπερκοσμίως, μη τα ημέτερα αλλά τα του ημετέρου, μάλλον δε τα του Δεσπότου, μη τα της ασθενείας αλλά τα της ιατρείας, μη τα της πλάσεως αλλά τα της αναπλάσεως”. Και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γίνεται πρακτικότερος και ερμηνεύοντας τους παραπάνω λόγους καλεί σ’ έναν πνευματικό εορτασμό ”με ευταξία και σεμνότητα, με σωφροσύνη και χρηστοήθεια, με ελεημοσύνη και φιλοπτωχεία και με κάθε άλλη αγαθοεργία και αρετή καθώς πρέπει εις τους Χριστιανούς”. Ιδού λοιπόν, η διάσταση της αγιότητας ευρεία και μεγαλειώδης πρόκληση για την κατ’ οίκον Εκκλησίαν και προϋπόθεση υποδοχής των Χριστουγέννων.

Η κατ’ οίκον Εκκλησία είναι Καθολική. Δεν είναι απομονωμένη, δεν κλείνεται στον εαυτό της, δεν επαναπαύεται στο ο,τι είναι η ίδια συγκροτημένη και αυτάρκης. Αλλά ανοίγεται, συνδέεται και δημιουργεί σχέσεις σε πλαίσιο βαθειάς ενότητας με άλλες οικογένειες, με άλλους ανθρώπους που πορεύονται ίσως και κάτω από διαφορετικές συνθήκες το δυσκολοπερπάτητο ανηφόρι του βίου τους. Δεν προσπερνά αδιάφορα όσους υποφέρουν στο περιθώριο της ζωής. Δεν αποστρέφεται όσους κουβαλούν στην πονεμένη ψυχή τους τη νοσταλγία της μακρινής πια πατρίδας τους. Δεν περιφρονεί σαν ανάξιους λόγου όσους ελύγισαν οι ανάγκες και οι συμφορές· ξένους, μετανάστες, ανήμπορους, φτωχούς, όσους βιώνουν την παγωνιά της απελπισίας και της εγκατάλειψης. Η προσμονή των Χριστουγέννων δίνει την ευκαιρία στην οικογένεια ενός γόνιμου προβληματισμού σχετικά με το βαθμό που βιώνει την καθολικότητα. Πόση διάθεση έχει να διοχετεύσει τον όποιο θησαυρό της (τη στοργή, τη φροντίδα, το ενδιαφέρον, την αγάπη) στους άλλους; Ανοίγει άραγε την αγκαλιά της να δεχθεί εκτός από τα μέλη της και κάποιους που δεν είναι ξένοι, αλλά είναι μέλη της μεγάλης οικογένειας του Θεού; Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ενθαρρύνει προς αυτή την κατεύθυνση θυμίζοντάς μας ότι πρέπει να στραφούμε στους άλλους και κυρίως στους ”εν ανάγκαις”. «Δεν είναι άξιοι περιφρονήσεως», λέγει. «Σκέψου ποιοί είναι και θα βρεις το αξίωμά τους· έχουν ντυθεί το πρόσωπο του Σωτήρα μας, είναι οι αδελφοί Του οι ελάχιστοι. Αυτοί είναι οι ταμίες των αγαθών που προσδοκούμε· είναι οι θυρωροί της Βασιλείας του Θεού, αυτοί που ανοίγουν τις πόρτες στους ελεήμονες και τις κλείνουν στους δύσκολους και μισάνθρωπους… Ας μην δίνουμε τα πάντα για τις απολαύσεις μας… Ας κάνουμε κάτι και για το Θεό». Βιώνοντας την καθολικότητα η κατ’ οίκον Εκκλησία ζει επί γης τον Παράδεισο, αφού στα πρόσωπα των άλλων βλέπει, διακονεί και αγαπά τον ίδιο το Θεό. Αυτό διασώζει η πίστη μας. Αυτό διαφυλάττει η παράδοσή μας. Εν όψει των Χριστουγέννων ας βιώσουμε την ομορφιά και τη χαρά της συνάντησης των προσώπων.
Η κατ’ οίκον Εκκλησία είναι Αποστολική. Με την ιδιότητα αυτή η οικογένεια επωμίζεται μια ιεραποστολική ευθύνη. Αυτό που της έχει δοθεί ως χάρισμα, αυτό που βίωσε ως εμπειρία, αυτό που δημιούργησε ως έργο αγάπης να βγει στον κόσμο και να το προσφέρει. Να αξιοποιήσει και να μην κρύψει το τάλαντο που διαθέτει. Εν όψει των Χριστουγέννων μάλιστα, το μέγεθος της ευθύνης αυτής μεγαλώνει. Είναι αναγκαιότητα των καιρών όσες οικογένειες μπορούν, να λειτουργήσουν σαν άμβωνες, εκφέροντας το λόγο τους, προβάλλοντας το ήθος τους, δίνοντας την προσωπική τους μαρτυρία, προκειμένου να μεταφέρουν το μήνυμα των Χριστουγέννων στις καρδιές των ανθρώπων. Τι κι αν είναι λίγες οι οικογένειες που θ’ ανταποκριθούν σ’ αυτή την ευθύνη και σ’ αυτό το κάλεσμα;
Η Ορθοδοξία πάντοτε στους λίγους στηρίζεται, στη μικρή ζύμη, που όλο το φύραμα ζυμοί. Ιδού λοιπόν ευκαιρία πολύτιμη και επιταγή των καιρών να κάνουμε την οικογένειά μας Βηθλεέμ, για ν’ ακτινοβολεί και τέτοιες μέρες και πάντα τη γλυκιά ζεστασιά της Χριστουγεννιάτικης ευδοκίας. Αγαπητοί μου, Καθώς αυτές τις μέρες εισερχόμαστε στην περίοδο της μεγάλης προσμονής, έκσταση κυριεύει την ύπαρξή μας και μια ακατανίκητη λαχτάρα να πορευθούμε σαν τους μάγους για να προσεγγίσουμε το γεγονός, στο οποίο συγκλίνουν οι αιώνες, κι έχουν την αναφορά τους όλες οι εποχές. Στεκόμαστε με δέος μπρος στο μυστήριο της θείας Γεννήσεως κι αυθόρμητα ξεπηδά η ανησυχία της καρδιάς μας.
Άραγε φέτος πως θα γιορτάσουμε Χριστούγεννα; Θα νιώσουμε στο σπιτικό μας κάτι από την ευφροσύνη της μεγάλης γιορτής; Θα ήθελα να ευχηθώ τα φετινά Χριστούγεννα όχι απλώς να τα γιορτάσουμε, αλλά να τα βιώσουμε. Όχι να τα ακουμπήσουμε και να τα προσπεράσουμε, αλλά να τα αισθανθούμε. Όχι να τα δούμε ως γιορτή, αλλά να τα αντικρίσουμε ως ευκαιρία πνευματικής αναγέννησης, ίσως και ως ευκαιρία επαναπροσδιορισμού της οικογένειάς μας ως ”κατ’ οίκον Εκκλησίας”. Κι όταν τα σήμαντρα θα ηχήσουν ευφρόσυνα την Αγία Νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη, είθε να είμαστε όλοι έτοιμοι ν’ αναφωνήσουμε· ” Ελθέ, μεγάλε Αναμενόμενε, ν’ αναπαυθείς στο σπιτικό μας, να βρεις κατάλυμα στην καρδιά μας. Ελθέ, να φωτίσεις τη σκέψη μιας, να ζεστάνεις τους στοχασμούς μας, να γλυκάνεις τη ζωή μας. Ελθέ και σκήνωσον εν ημίν.