Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Ο φθόνος- τό σαράκι της ψυχής.

Ο φθόνος είναι μια λύπη και μια πικρία για την υπεροχή, την προκοπή ή τα αγαθά του πλησίον. Αλλά και αντίστροφα, φθόνος είναι επίσης η χαρά για τη δυστυχία του πλησίον.
Ο αρχαίος φιλόσοφος Αριστοτέλης λέει, ότι δύο τύποι ανθρώπων είναι υποδουλωμένοι στο πάθος του φθόνου,
α) οι φιλόδοξοι, γιατί δεν υποφέρουν να τους ξεπερνούν άλλοι σε φήμη, δόξα, πλούτη κ.λ.π. και
β) οι μικρόψυχοι και ανικανοποίητοι, γιατί, όσα αγαθά κι αν έχουν, πάντα τα ξένα τους φαίνονται καλύτερα και μεγαλύτερα.
Ο φθόνος είναι, φυσικά, βαρύ αμάρτημα, γιατί αντιστρατεύεται την αγάπη, που γνώρισμά της είναι το “ να μετέχει κανείς στη χαρά όσων χαίρονται και στη λύπη όσων λυπούνται”(Ρωμ. 12:15).
Πολλές φορές συμβαίνει να νιώθουμε λύπη όχι για το ότι ο πλησίον έχει αγαθά, αλλά για το ότι δεν έχουμε κι εμείς όσα κι εκείνος. Μας πικραίνει δηλαδή η ευτυχία του πλησίον, καθώς τη συγκρίνουμε με τη δική μας δυστυχία, χωρίς όμως να θέλουμε το κακό του. Αυτό λέγεται ζήλια. Δεν είναι καθαυτό φθόνος, πλήν όμως κι αυτή είναι μια λιγότερο σοβαρή εκδήλωση του ίδιου πάθους και μια πιο ελαφριά αμαρτία.Η ζήλεια για πνευματικά πράγματα δεν είναι αμαρτία. Όταν δηλαδή βλέπουμε το συνάνθρωπό μας να είναι ελεήμων, πράος, ταπεινός, φιλεύσπλαχνος και, γενικά, ενάρετος, είναι καλό να ζηλέψουμε τις αρετές του και να τον μιμηθούμε. “ ;Να επιθυμείτε με ζήλο τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος”;, λέει ο απόστολος Παύλος (Α΄Κορ. 14:1). Και αλλού γράφει: “ ;Σας ζηλεύω με θεϊκή ζήλεια”; (Β΄Κορ. 11:2). Μια τέτοια ζήλεια είναι και επαινετή και ωφέλιμη.
Όταν, όμως, λυπάσαι και πικραίνεσαι με τα επίγεια και πρόσκαιρα αγαθά που κατέχουν και απολαμβάνουν άλλοι άνθρωποι, τους οποίους φθονείς γι΄αυτόν τον λόγο, τότε αμαρτάνεις. Γιατί ό,τι κάνει και παραχωρεί ο Κύριος, πρέπει να το θεωρούμε καλό και σωστό. Εκείνος όλα τα έκανε με σοφία (πρβλ. Ψαλμ. 103:24), και μήτε ο φτωχός νούς μας μήτε η περιορισμένη γνώση μας αρκούν για να καταλάβουν όσα οικονομεί η πανσοφία Του -”γιατί οι θεϊκές βουλές του είναι ανεξιχνίαστες σαν τα βάθη των ωκεανών” (πρβλ. Ψαλμ. 35:7).
Στο Γεροντικό αναφέρεται, ότι κάποτε ο Μέγας Αντώνιος θέλησε να μάθει τα βάθη των κριμάτων του Θεού, και προσευχήθηκε λέγοντας: “ Κύριε, πώς συμβαίνει άλλοι να πεθαίνουν νέοι και άλλοι να φτάνουν σε βαθιά γεράματα; Και γιατί άλλοι ζούνε μέσα στη φτώχεια, ενώ άλλοι έχουν πλούτη πολλά; Και πώς γίνεται να πλουτίζουν οι άδικοι και να στερούνται οι δίκαιοι;”. Τότε ο άγιος άκουσε μια φωνή να του λέει: “ Αντώνιε, τον εαυτό σου να προσέχεις και κανέναν άλλο. Γιατί αυτά που ρωτάς είναι κρίματα Θεού, και δεν σε συμφέρει να τα μάθεις”. Έτσι λοιπόν κι εμείς, ας μη σκανδαλιζόμαστε με του πλησίον τα αγαθά και ας μην τον φθονούμε γι΄αυτά, άλλ΄ας υποτασσόμαστε ταπεινά στου Θεού τις βουλές και τα κρίματα, που έχουν πάντοτε σκοπό το συμφέρον και τη σωτηρία μας.
Από το φθόνο γεννιούνται άλλα πέντε αμαρτήματα.
Πρώτο και χειρότερο είναι το μίσος, που μπορεί να οδηγήσει τον φθονερό άνθρωπο μέχρι και το φόνο,
δεύτερο είναι η καταλαλιά και
τρίτο η κατάκριση, γιατί ο φθονερός κοιτάζει πάντα να κατηγορήσει, να διαβάλει και να μειώσει εκείνον που φθονεί και τις πράξεις του,
τέταρτο είναι η χαιρεκακία, δηλαδή η χαρά για τις συμφορές του άλλου, και
πέμπτο η κατάθλιψη, που κυριεύει τον φθονερό και τον κατατρώει όπως η σκουριά το σίδερο.
Διώξε, λοιπόν, αδελφέ, μακριά σου το φθόνο, που απ΄την αρχή του κόσμου έγινε πρόξενος θανάτου. Από φθόνο παρέσυρε ο διάβολος τους προπάτορες στην παρακοή και την πτώση, εισάγοντας έτσι το θάνατο στο ανθρώπινο γένος (Γεν. 3:1-7). Από φθόνο έγινε αδελφοκτόνος ο Κάιν (Γεν. 4:8). Από φθόνο θέλησαν να σκοτώσουν τον Ιωσήφ τ΄αδέλφια του (Γεν. 37:5-24). Για να μη μακραίνουμε το λόγο, ας θυμηθούμε τούτο μόνο: Ακόμα και τον Ιησού Χριστό, τον Κύριο των αγγέλων, τον Πλάστη και Σωτήρα και Ευεργέτη μας, ο φθόνος των αχάριστων Ιουδαίων Τον σταύρωσε.
Ο φθόνος, όμως, είναι ένα άγριο θηρίο, που δεν βλάπτει μόνο τους άλλους, αλλά και τον ίδιο τον φθονερό. Αυτός πρώτα-πρώτα βασανίζεται και λιώνει και υποφέρει ψυχικά και σωματικά. “ ;Ώ φθόνε, ρίζα θανάτου!”;, αναφωνεί ο Ιερός Χρυσόστομος”;. “ ;Ώ φθόνε, πολύπλοκη αρρώστια! Άσβεστη φωτιά! Μυτερό καρφί μπηγμένο στην καρδιά! Ποιο καρφί, αλήθεια, πληγώνει και πονάει τόσο πολύ, όσο ο φθόνος την καρδιά του φθονερού;”; Πράγματι, ο φθόνος αφαιρεί από τον άνθρωπο την εσωτερική ειρήνη, τον αναστατώνει, τον ταράζει, τον γεμίζει θλίψη και οδύνη, τον κάνει έξαλλο. Όταν μάλιστα ο φθόνος είναι πολύ μεγάλος και κατακυριεύσει τον άνθρωπο, τότε τον αλλοιώνει και εξωτερικά: Χλωμιάζει, αδυνατίζει, μαραίνεται, λιώνει …; Όπως ο σκόρος τρώει τα ρούχα και τα καταστρέφει, έτσι τρώει και ο φθόνος τον φθονερό.
Αν θέλεις, λοιπόν, να λυτρωθείς απ΄όλα αυτά, αν θέλεις να μη στερηθείς τη χάρη του Θεού, που εγκαταλείπει τους φθονερούς, πολέμησε και νίκησε το φθόνο με την αγάπη. Όταν έχεις αγάπη, όχι μόνο δεν θλίβεσαι με τη χαρά του πλησίον σου, αλλά νιώθεις κι εσύ την ίδια χαρά, ενώ συνάμα ωφελείς και την ψυχή σου, γιατί ο Κύριος θα σου δώσει το μισθό της αγάπης σου. Λέει και πάλι ο ιερός Χρυσόστομος, ότι για τούτο ακριβώς είναι μεγάλη και θαυμαστή η αρετή της αγάπης, επειδή, χωρίς να στερήσει από κανέναν τίποτα, τα κλέβει όλα και τα κάνει δικά της, μια και νιώθει την ίδια χαρά κι απόλαυση μ΄εκείνους που τα έχουν.
Μη λησμονείς πώς είμαστε όλοι αδέλφια, αδέλφια τόσο φυσικά -γιατί έχουμε κοινούς προπάτορες, τον Αδάμ και την Εύα- όσο και πνευματικά, γιατί λυτρωθήκαμε με το τίμιο Αίμα του Δημιουργού και Σωτήρα μας. Όλοι πιστεύουμε στον ίδιο Τριαδικό Θεό, όλοι ανήκουμε στην ίδια Εκκλησία του Χριστού, όλοι δεχτήκαμε το ίδιο βάπτισμα, όλοι ελπίζουμε στην ίδια ουράνια βασιλεία, όπου η μακαριότητα του ενός είναι κοινή σε όλους. Δεν πρέπει, λοιπόν, να έχει καμιά θέση ο φθόνος ανάμεσά μας, αλλ΄απεναντίας, η χαρά του ενός πρέπει να είναι χαρά όλων και η θλίψη του ενός θλίψη όλων.
Αν πάλι σου φαίνεται παράξενο ή δύσκολο ν΄αγαπήσεις κάποιον που τίποτα καλό δεν σου έχει κάνει, συλλογίσου πώς κι εσύ δεν έκανες κανένα καλό στον Κύριό μας, τον Ιησού, αντίθετα μάλιστα, τον έθλιψες ως τώρα με πολλές σου αμαρτίες, αν κι Εκείνος, ο Ανεξίκακος, ήρθε στη γη και σταυρώθηκε για χάρη σου και μέχρι σήμερα σ΄ευεργετεί με μύριους τρόπους. Κι από σένα δεν ζητάει άλλο αντάλλαγμα, παρά ν΄αγαπάς το συνάνθρωπό σου.
Τέλος, να έχεις πάντα στο νου σου τον χρυσό τούτο κανόνα:
“ ;Όλα όσα θέλετε να σας κάνουν οι άλλοι άνθρωποι, αυτά να τους κάνετε κι εσείς, σ΄αυτό συνοψίζονται ο νόμος και οι προφήτες”; (Ματθ. 7:120).
Ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν οι άλλοι, αυτό να μην τους κάνεις κι εσύ.
Αφού, λοιπόν, δεν θέλεις να σου κάνει ο συνάνθρωπός σου κακό, μην του κάνεις κι εσύ. Αφού δεν θέλεις να θλίβεται ο πλησίον για τη δική σου ευτυχία ή προκοπή, μη θλίβεσαι κι εσύ για τη δική του. Αφού δεν θέλεις να χαίρεται εκείνος για τη δική σου δυστυχία ή συμφορά, μη χαίρεσαι κι εσύ για τη δική του. Υπάρχει τίποτα λογικότερο απ΄αυτό; Αν δεν αντιμετωπίζεις έτσι τα πράγματα, είσαι όχι μόνο παραβάτης του θείου νόμου, μά και ασύνετος και ανόητος. Ναι, ένας φθονερός έχει πραγματικά χάσει τα λογικά του, αφού, τυφλωμένος από το πάθος του, φτάνει να βλάψει και τον ίδιο του τον εαυτό, όπως φαίνεται κι από την παρακάτω χαρακτηριστική ιστορία, που διηγούνταν οι παλαιότεροι.
Ήτανε, λέει, κάποιος βασιλιάς, που θέλησε να δοκιμάσει έναν πλεονέκτη κι έναν φθονερό. Τους κάλεσε, λοιπόν, μπροστά του και τους είπε: “ ;Θέλω να σας κάνω από ένα δώρο. Ας μου ζητήσει ο ένας σας ό,τι επιθυμεί, γνωρίζοντας όμως ότι στον άλλο θα δώσω το διπλάσιο”;. Επειδή βρέθηκαν κι οι δυο σε αμηχανία και κανείς τους δεν αποτολμούσε να ζητήσει πρώτος, ρωτάει ο βασιλιά τον φθονερό: “ ;Πές μου εσύ, τι θέλεις;”;. Ο φθονερός συλλογίστηκε κάμποση ώρα, και μετά αποκρίθηκε: “ ;Θέλω να μου βγάλεις το ένα μάτι!”;. Βλέπεις κακία και παραφροσύνη μαζί; Δώρο κανένα δεν ζήτησε, για να μην πάρει ο άλλος το διπλάσιο. Προτίμησε, ο άθλιος, να χάσει το ένα του μάτι, για να στερηθεί ο άλλος και τα δύο!
Εδύ, αδελφέ, που ασφαλώς θέλεις το συμφέρον σου, μην επιζητήσεις ποτέ το κακό του ανθρώπου, εναντίον του οποίου ο δαίμονας σου εμπνέει φθόνο. Απεναντίας, για να πολεμήσεις το ψυχοκτόνο αυτό πάθος, να προσεύχεσαι στο Θεό ακατάπαυστα για κείνον που φθονείς, να τον τιμάς, να τον επαινείς στους άλλους, να τον εξυπηρετείς και να τον ευεργετείς έστω και με τη βία, αν η καρδιά σου αντιδρά. Βιάζοντας έτσι τον εαυτό σου, θ΄αξιωθείς σιγά-σιγά να εξαλείψεις από την καρδιά σου το φθόνο, με τη χάρη και τη βοήθεια του Κυρίου, που θα εκτιμήσει και θα επιβραβεύσει την αγαθή σου προαίρεση