Στον έκτο και ψηλότερο λόφο της Πόλης, στο κέντρο μιας απὸ τις φτωχότερες σήμερα συνοικίες και σε μικρὴ απόσταση απὸ την υπέρλαμπρη Μονὴ της Χώρας, συναντούμε το εκκλησιαστικὸ συγκρότημα της Χαντζεργιώτισσας Παναγίας.
Ο Γεδεὼν αναφέρει ότι «υφίστατο την γνωστὴν ημίν τύχην των γειτονικών ναών, καιόμενος μετ᾽ αυτών και συγχρόνως αυτοίς ανοικοδομούμενος. Η νύν οικοδομὴ του ναού εγένετο τω 1836, συμπληρωθείσα κατὰ Ιανουάριον του 1837».
Αφού διαβεί κανεὶς την αυλόθυρα, πρέπει να κατεβή την σκάλα, για να φθάσῃ στο επίπεδο της πλακόστρωτης αυλής όπου βρίσκεται ο ναός. Στον τοίχο της προσόψεως υπάρχει μαρμάρινο εντοιχισμένο ανάγλυφο με την εικόνα της Παναγίας και χρονολογία 1837.
Πίσω ακριβώς απὸ το Ιερὸν Βήμα, σε υπόγειο χώρο θολωτό, υπάρχει το αγίασμα της Αγίας Παρασκευῆς.
Σήμερα η κατάσταση είναι θλιβερὴ και αν δεν υπήρχε η συνεχὴς φροντίδα του νεωκόρου και του Ιερέα - τον οποίον στις 10 Ιουνίου 1999 τίμησε ο Πατριάρχης με το αξίωμα του συγκέλλου - και των λίγων ενοριτών ποὺ έχουν απομείνει, τα πράγματα θα ήσαν χειρότερα.
Η υγρασία, ύπουλος εχθρός, σαπίζει τα ξύλα και τα επιχρίσματα σκάζουν και πέφτουν, όπως καλὰ φαίνεται στον τοίχο, δίπλα στην σκάλα που οδηγεί στον γυναικωνίτη.
η μοίρα των κτισμάτων που μένουν κλειστὰ και χωρὶς θέρμανση, χωρὶς συνεχή ανθρώπινη παρουσία και ζεστασιὰ είναι προδικασμένη. Εν τούτοις κι εδώ, όπως και σε όλες σχεδὸν τις εκκλησίες της Πόλης και ασχέτως με το αν υπάρχει μεγάλο εκκλησίασμα ή μικρό, οι χώροι είναι πεντακάθαροι και φροντισμένοι και τα καντήλια ανάβουν.