Η αγία Γραφή ονομάζει κόλαση την κατάσταση του πνευματικού θανάτου. Με την ίδια σημασία χρησιμοποιεί και τον όρο «γέεννα» (Ματθ. ι' 28).
Μιλάει επίσης για «εξώτερον σκότος» (Ματθ. η' 12. κβ' 13. κε' 30), «κάμινον τού πυρός» (Ματθ. ιγ' 42), «πυρ αιώνιον» (Ματθ. κε' 41), «λίμνη πυρός» (Αποκ. ιθ' 20. κ' 10.15), «δεύτερο θάνατο» (Άποκ. β' 11. κ' 6. κα' 8).
Αυτές oι εικόνες δεν είναι σύμβολα εκμηδένισης, αλλά βασανισμoύ. Οι άδικοι θα οδηγηθούν στο «δεύτερο θάνατο» (Αποκ. κα' 8), πού είναι όλεθρος (Ματθ. ι' 28, σε συσχετισμό με Λουκ. ιε' 4.24. Α' Κορ. ε' 5) και μάλιστα όλεθρος «από προσώπου τού Κυρίου» και από τη δόξα τού Θεού (Β' Θεσ. α' 9. Ματθ. Ζ' 23. Λουκ. ιγ' 27-28).
Η αιώvια κόλαση είναι πραγματικότητα, όπως και η αιώvια ζωή.
Την επιλογή την κάνει ο ίδιος ο άνθρωπος σ' αυτή τη ζωή. Αν αγαπήσει το Φως και τα έργα τού Φωτός, θα έχει αιώvια κοινωνία με το Φως τού κόσμου (Ιω. η' 12). Aν προτιμήσει τα έργα τού σκότους και αποστραφεί το Φως, μένει στο σκότος το εξώτερον και οδηγείται σε «όλεθρον αιώνιον από προσώπου τού Κυρίου».
Ο Θεός σέβεται την επιλογή τού ανθρώπου (Ιω. γ' 16-21. Σοφ. Σειρ. ε' 14-17).
Όσοι προτιμήσουν το σκότος, δεν θα «αρπαγούν», θα στερηθούν δηλαδή της κοινωνίας τού Θεού. Στη ζωή τους αγάπησαν το σκότος και τα έργα τού σκότους και αυτή η επιλογή αποτελεί την καταδίκη τους (Ματθ. κδ' 40-41. Λουκ. ιζ' 34-36): «Και αυτή είναι η κρίσις, ότι το φως ήλθεν εις τον κόσμον, και oι άνθρωποι ηγάπησαν το σκότος μάλλον παρά τό φως, διότι ήσαν πονηρά τα έργα των» (Ιω. γ' 19).
Στην αγία Γραφή χρησιμοποιείται ο όρος Άδης, για να δηλώσει τον «χώρο» ύπαρξης των νεκρών, ανεξάρτητα από την αμοιβή ή την τιμωρία.
Ο όρος Άδης δεν σημαίνει οπωσδήποτε την κόλαση (Πράξ. β' 27. Λουκ. ιστ' 23).
Οι κεκοιμημένοι πιστοί χαίρονται την κοινωνία τού Θεού (Άποκ. στ' 11. κ' 4), όμως βρίσκονται σε κατάσταση αναμονής περιμένουν την ανάσταση τού σώματος σε κατάσταση αφθαρσίας και αθανασίας, για να είναι η χαρά τους ολοκληρωμένη, γιατί θα είναι και πάλι ενωμένοι με το σώμα τους, με το οποίο άσκησαν την αρετή.
Η χαρά και η αγαλλίαση θα είναι αιώvια (Α' Κορ. ιε' 42-54).
Ο Χριστός έχει τα «κλειδιά» του Άδη και τού θανάτου (Άποκ. α' 18), θα καταργήσει και τούς δύο, η ελπίδα μας είναι βεβαία (Άποκ. κ' 4).