• Tα ευαγγέλια εγράφτηκαν, όταν ακόμη εζούσε ένα μεγάλο πλήθος από αυτόπτες μάρτυρες σχετικά με τον Ιησού.
• Διαπιστώσαμε ακόμη από τις εσωτερικές μαρτυρίες, ότι οι απόστολοι έχουν την πρόθεση να μας ειπούν την αλήθεια. Και μας λένε με ειλικρίνεια, και τι φρονούσαν οι ίδιοι∙ και τι άκουσαν από τον Χριστό.
• Διαπιστώσαμε, ότι δεν γράφουν κατά τα συναισθήματα και την καρδιά τους, αλλά εκθέτουν απόλυτα περιγραφικά τα γεγονότα.
Μας λένε: Το κήρυγμά μας για τον Χριστό, δεν είναι έκφραση των δικών μας ιδεών γι’ Αυτόν. Είναι μια απλή περιγραφή των δικών Του αποκαλύψεων. Σας κηρύττομε αυτό που Εκείνος μας είπε και μας έδειξε!
Τι μας λέγει ο Χριστός για τον εαυτό Του;
α. «Κάτι άλλο!» (Ματθ. 16,13-20)
1. Πριν ακόμα αρχίσουν οι άνθρωποι να ασχολούνται με το θέμα αυτό, το έθεσε ο ίδιος, ερωτώντας τους μαθητές Του:
- Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον Υιόν του ανθρώπου; Για ποιόν με περνάνε οι άνθρωποι; Οπωσδήποτε είμαι άνθρωπος. Είμαι υιός ανθρώπου. Με σάρκα και οστά. Μα τί λένε οι άνθρωποι, πώς είμαι; Για ποιόν με περνάνε;
- Άλλοι λένε, πώς είσαι ο προφήτης Ηλίας∙ άλλοι, ο προφήτης Ιερεμίας∙ άλλοι, κάποιος άλλος μεγάλος προφήτης!
Οι άνθρωποι ασχολούνται με τον Θεό
• άλλοτε «φιλολογικά» (= για κουτσομπολιό)!
• άλλοτε ειλικρινά (= αναζητώντας Τον).
Στην πρώτη περίπτωση, λένε «έξυπνα» και «όμορφα» λόγια. Στην δεύτερη, παίρνουν σοβαρές και όμορφες αποφάσεις.
Γι’ αυτό ξαναρώτησε ο Κύριος:
- Σεις, ποιός λέτε, πώς είμαι;
Απάντησε ο Πέτρος:
- Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος.
Οι γνώμες των άλλων ανθρώπων είναι διαμετρικά αντίθετες με την γνώμη του Πέτρου. Οι άλλοι, όσο μεγάλον και αν τον θεωρούσαν, τον έβλεπαν πάντα σαν απλόν υιόν ανθρώπου∙ σαν (έστω και μεγάλον) απλό άνθρωπο. Ο Πέτρος τον βλέπει σαν Υιό Θεού, δηλ. σαν Θεό.
2. Και ο Χριστός;
Άκουσε τις δύο αυτές διαμετρικά αντίθετες απόψεις! (Τις λέμε διαμετρικά αντίθετες, γιατί: πόσο απέχει ο Θεός από τον άνθρωπο;).
Τί στάση επήρε απέναντί τους; Είπε:
- Μακάριος είσαι, Σίμων, που έχεις αυτήν την πίστη! Μα να το ξέρης. Δεν την ευρήκες με την δύναμη του μυαλού σου. Σου την αποκάλυψε ο Πατέρας ΜΟΥ, που είναι ο επουράνιος Θεός. Επάνω σ’ αυτήν την πίστη, ότι είμαι Υιός του Θεού του Ζώντος, θα στηρίζεται η Εκκλησία μου. Και καμμιά δύναμη δεν θα μπορέση ποτέ να την παραμερίση αυτήν την πίστη. Θα θριαμβεύη στους αιώνες. Και σε σένα, τον κήρυκά της, θα δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών. Με βάση αυτήν την πίστη θα δικαστούν οι άνθρωποι στο κριτήριο του Θεού (Βλ. Ματθ. 16,13-20).
3. Τί μας λένε τα λόγια αυτά;
• Ο Χριστός είναι Υιός του Θεού.
• Στην πίστη αυτή στηρίζεται η Εκκλησία.
• Όποιος αυτό δεν το πιστεύει, δεν έχει θέση, ούτε στην Εκκλησία, ούτε στην βασιλεία του Θεού[1].
β. Ο Κύριός μου και ο Θεός μου (Ιω. 20, 19-29)
1. Όλοι γνωρίζομε κάτι για τον απόστολο Θωμά.
Ο Θωμάς ήταν «άπιστος». Δηλαδή δεν ήθελε να δέχεται αυτά που του έλεγαν ανεξέλεγκτα. Ο Θωμάς ήθελε να ξέρη: τι αποδέχεται∙ και γιατί το δέχεται. Ήταν πνεύμα κριτικό. Δεν ήταν ευκολόπιστος.
Ενθυμείσθε το περιστατικό.
Μετά την Ανάστασή Του ο Χριστός εμφανίσθηκε στους μαθητές Του. Ο Θωμάς απουσίαζε. Όταν επέστρεψε του είπαν:
- Είδαμε τον Κύριο!
Απάντησε ο Θωμάς:
- Αν δεν Τον ιδώ με τα μάτια μου, αν δεν βάλω τον δάχτυλό μου στις πληγές στα χέρια Του και στην πλευρά Του, να είμαι σίγουρος για αυτό που βλέπω, σ’ αυτά που μου λέτε δεν δίνω σημασία! Δεν σας πιστεύω.
2. Τον καταλαβαίνομε πολύ καλά. Αν ζούσε σήμερα, θα έλεγε με σύγχρονη «γλώσσα»:
- Ξέρετε; Οι πεθαμένοι δεν ξαναγυρίζουν στη ζωή! Και Θεούς δεν φτιάχνουν στο έτσι! Χρειάζονται αποδείξεις και τεκμήρια! Τα πράγματα θέλουν έλεγχο! Αυστηρό έλεγχο μάλιστα!
Η συζήτηση αυτή – σ’ αυτό το στυλ – συνεχίζεται οκτώ ημέρες. Ο καθένας μένει αμετακίνητος στις θέσεις του. Γιατί και οι δύο πλευρές αισθάνονταν, πως είχαν απόλυτη σιγουριά στην σκέψη τους.
3. Μα μετά από οκτώ ημέρες, ενώ οι μαθητές (όλοι, αυτήν την φορά!) ήσαν στο ίδιο εκείνο υπερώο, ήλθε πάλι ο Ιησούς! Στάθηκε ανάμεσά τους. Και τους είπε:
- Ειρήνη υμίν.
Μετά εστράφη στον Θωμά.
- Φέρε, Θωμά, τον δάκτυλόν σου ώδε! Ίδε τας χείρας Μου. Φέρε την χείρα σου και βάλε την εις την πλευράν Μου. Και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός. Δηλαδή: Μην αφήνεις τον εαυτό σου να καταντήση άπιστος. Φέρσου σωστά∙ σκέψου σωστά∙ δείξε πίστη.
Και ο Θωμάς:
- Ο Κύριός μου και ο Θεός μου. Δηλαδή∙ Τώρα το είδα! Τώρα το καταλαβαίνω! Είσαι ο Κύριός μου! Είσαι ο Θεός μου!
Του είπε ο Χριστός:
- Συ με είδες και επίστευσες. Μακάριοι εκείνοι που με πίστευσαν, χωρίς να με ιδούν!
4. Με άλλα λόγια
• Ο Χριστός είναι ο Κύριος και Θεός[2].
• Όσοι Τον πιστεύουν είναι μακάριοι.
• Όσοι δεν Τον πιστεύουν είναι δυστυχείς και ταλαίπωροι.
γ. Ομοδύναμος με τον Πατέρα (Μαρκ. 2,1-12)
1. Ο Χριστός επήγε στην Καπερναούμ. Και εδίδασκε σε ένα σπίτι. Η κοσμοσυρροή ήταν τόση, που ήταν πια αδύνατο να μπη άλλος στο σπίτι! Και να, φέρνουν ένα παραλυτικό στο ξυλοκρέβατο, που το σηκώνουν τέσσερες άνδρες. Μη μπορώντας να μπουν από την πόρτα, γιατί κανείς δεν τους έκανε τόπο να περάσουν – τόσο ήταν απορροφημένοι από τα λόγια του Χριστού – ανέβηκαν στη στέγη, ξεσκέπασαν το σπίτι και κατέβασαν με σχοινιά τον παραλυτικό μπροστά στον Χριστό.
Ο Κύριος που είδε την πίστη τους, είπε στον παραλυτικό:
- Τέκνον, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου!
2. Μα η αγία Γραφή λέγει: Κανείς δεν μπορεί να συγχωρήση αμαρτίες, παρά μόνον ο Θεός (Ησ. 43,25). Έτσι οι Φαρισαίοι μόλις άκουσαν τα λόγια αυτά επαναστάτησαν! Έλεγαν μέσα τους:
- Τί είναι αυτά που μας λές; Βλαστήμησε! Γιατί, ποιός μπορεί να συγχωρή αμαρτίες, εκτός από τον Θεό και μόνο;
Μα ο Ιησούς, που ήξερε τι εσκέπτοντο, τους είπε:
- Γιατί κάνετε τέτοιες σκέψεις; Σκεφθήτε πιο απλά: Τί είναι ευκολώτερο; Να ειπώ στον παράλυτο: Σου συγχωρώ τις αμαρτίες σου∙ ή να του ειπώ: Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι;
3. Αλήθεια, τί είναι πιο εύκολο;
Σαν λόγια είναι εξ ίσου εύκολο να τα ειπή κανείς και τα δύο. Πολύ απλό πράγμα. Ελάχιστος κόπος. Μηδέν κόπος.
Μα σαν έργα; σαν αποτέλεσμα; Το ένα – η άφεση των αμαρτιών – είναι κάτι το κρυφό. Ούτε η αμαρτία φαίνεται στην πλάτη του ανθρώπου, ούτε η άφεσή της! Έτσι, για τον θεομπαίχτη είναι πιο εύκολο να ειπή: Σου συγχωρώ τις αμαρτίες σου! Αντίθετα, το Σήκω και πήγαινε στο σπίτι σου, έχει σαν αποτέλεσμα που φαίνεται με τα μάτια! Ή το λες και γίνεται, ή το λες και δεν γίνεται, και γελοποιείσαι. Το πρώτο είναι πιο σοβαρό, αφού αναφέρεται στην αθάνατη ψυχή. Μα και τα δυο γίνονται μόνο με την δύναμη του Θεού.
Και ενώ οι Φαρισαίοι καταλάβαιναν, ότι τα λόγια του Χριστού είναι τετραγωνικά σωστά, τους είπε:
- Ε λοιπόν, για να διαπιστώσετε ότι έχω την δύναμη να συγχωρώ αμαρτίες, στρέφεται και λέγει στον παράλυτο: Σοι λέγω: Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου.
Και ο παράλυτος σηκώθηκε αυτοστιγμεί. Επήρε το κρεβάτι του. Και έφυγε!
4. Τί έκαμε εδώ ο Χριστός;
• Έδειξε, ότι έχει την δύναμη να συγχωρή τις αμαρτίες.
• Με το «Σοι λέγω» έδειξε, ότι την δύναμη αυτή δεν την αρύεται από κάποιον άλλον.
• Και αφού αυτό είναι έργο μόνο του Θεού.
• Έδειξε ότι είναι Θεός[3].
5. Ένας νεαρός αντιρρησίας κάποτε ερώτησε:
- Καλά∙ και γιατί είναι απαραίτητο η άφεση των αμαρτιών στην περίπτωση του παραλυτικού να δείχνη ότι ο Χριστός είναι Θεός; Μπορεί απλά να τον συγχώρησε, όπως συγχωρούμε εμείς όλοι μας και ιδιαίτερα οι ιερείς.
Απάντηση:
- Λάθος! Εμείς συγχωρούμε τις αμαρτίες που έγιναν σε βάρος μας προσωπικά! Ποτέ δεν μπορούμε εμείς να συγχωρήσουμε αμαρτίες που έγιναν σε βάρος άλλων! Και για αυτό ακριβώς ο Χριστός δεν είπε στον παράλυτο∙ «σε συγχωρώ», αλλά «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου». Δηλαδή όλες ανεξαιρέτως! Και εκείνες που έκανες εις βάρος άλλων. Και εκείνες, με τις οποίες κατεπάτησες τον νόμο του Θεού, χωρίς να ενοχλήσης κανέναν άλλο! Όλες τις αμαρτίες του ανθρώπου μόνο ο Θεός μπορεί και τις συγχωρεί. (Και οι ιερείς. Μα αυτοί όχι από δική τους δύναμη∙ αλλά από ανάθεση του Χριστού, που είπε: Σας εξουσιοδοτώ να συγχωρήτε τις αμαρτίες των ανθρώπων (Ιω. 20,22-23).
6. Εδώ το Ευαγγέλιο μας λέγει:
• Τις αμαρτίες τις συγχωρεί μόνο ο Θεός.
• Ο Χριστός το αποδεικνύει ότι έχει την δύναμη να συγχωρή αμαρτίες.
• Άρα ο Χριστός είναι Θεός, ομοδύναμος με τον Πατέρα.
δ. Ίσος με τον Πατέρα (Ιωαν. 3,1-18)
1. Κάποτε ο Χριστός εθεράπευσε ημέρα Σάββατο έναν παραλυτικό.
Του είπε:
- Σήκω! Πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε σπίτι σου!
Μετά από τα λόγια αυτά οι Εβραίοι έθεσαν τον Χριστόν υπό διωγμόν∙ έκαμαν στόχο τους να Τον εξοντώσουν. Επειδή εθεράπευσε ασθενή ημέρα Σάββατο!
Μα ο Χριστός, όταν έμαθε την αιτία της αντιθέσεώς τους, δεν τους είπε: Συγγνώμη, λάθος εκάματε! Εγώ τηρώ το Σάββατο κλπ... Αλλά τί τους είπε;
- «Ο Πατήρ μου έως άρτι εργάζεται» (χωρίς να σταματάη το Σάββατο για ανάπαυση!)∙ καγώ εργάζομαι∙ (δηλ. το ίδιο κάνω και εγώ! Δεν ξέρω ανάπαυση Σαββάτου! Δεν σταματώ το έργο μου ποτέ)!
Τα λόγια αυτά του Χριστού έκαμαν τους Εβραίους να καταλάβουν, όχι μόνο ότι δεν θεωρούσε τον εαυτό Του υποχρεωμένο να τηρή το Σάββατο, μα και ότι ωνόμαζε τον Θεό «Πατέρα Του», δείχνοντας ότι είναι ίσος με τον Θεό.
2. Θα ειπή κανείς:
- Καλά! Και επειδή λέγει ότι: ο Πατήρ Μου εργάζεται, καγώ εργάζομαι, αυτό σημαίνει πως πίστευε πώς είναι Θεός;
Και βέβαια σημαίνει! Τα λόγια του καθενός δεν επιτρέπεται να τα ερμηνεύωμε, όπως μας κατεβή. Οφείλομε να το εννοούμε με το νόημα που ο ίδιος τα είπε! Ε, λοιπόν! Οι Εβραίοι είχαν δικό τους τρόπο σκέψης και έκφρασης. Δική τους φιλοσοφία. Δικό τους πολιτισμό. Και οι Εβραίοι κατάλαβαν, ότι ο Χριστός με τα λόγια του αυτά δεν περιωρίσθη στο ότι είχε καταπατήσει το Σάββατο, αλλά προχώρησε και πιο πέρα. Ωνόμαζε τον Θεό Πατέρα Του και έτσι έκανε τον Εαυτό Του ίσον με τον Θεό (Ιω. 5,18).
Τί ήταν εκείνο που ξεσήκωσε την οργή των Εβραίων εναντίον του; Η λέξη «ΜΟΥ». Ο Χριστός δεν είπε για τον Θεό «ο Πατήρ ημών», αλλά «ο Πατήρ Μου». Έδειχνε έτσι, ότι είναι ο Υιός του Θεού∙ όχι όπως όλοι οι άνθρωποι: «κατά χάριν»∙ αλλά «κατά φύσιν». Αυτό το «Μου» ήταν η πέτρα του σκανδάλου! Μα αυτό το «Μου» ο Χριστός όχι μόνο το έλεγε και το ξανάλεγε και το ετόνιζε (αφού πάντοτε ωνόμαζε τον Θεό «ο Πατέρας ΜΟΥ»), μα και πρόσθεσε: Εγώ και ο Πατέρας ΜΟΥ είμαστε ΕΝΑ [4]!
3. Εορταζόταν η εορτή των εγκαινίων στην Ιερουσαλήμ.
Οι Εβραίοι ευρήκαν εκεί την ευκαιρία να ερωτήσουν τον Ιησού:
- Συ είσαι ο Χριστός;
Τους απάντησε:
- Σας το έχω ειπεί πολλές φορές! Γιατί δεν το πιστεύετε; Όπως δεν μπορεί κανείς να αρπάξη κάτι από τα χέρια του Πατέρα ΜΟΥ, έτσι δεν μπορεί να αρπάξη και από τα δικά Μου χέρια! Γιατί εγώ και ο Πατέρας ΜΟΥ είμαστε ΈΝΑ (Ιω. 10,30).
Ακούγοντας αυτά τα λόγια οι Εβραίοι επήραν πέτρες να Τον λιθοβολήσουν!
Τους λέγει ο Χριστός:
- Πολλά καλά έργα έκαμα και σας έδειξα κατά το θέλημα του Πατέρα Μου. Για ποιο από όλα θέλετε να Με λιθοβολήσετε;
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Πιστεύω εις ένα Θεόν Πατέρα...
Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν∙
• τον Υιόν του Θεού τον Μονογενή∙
• τον εκ του Πατρός γεννηθέντα
προ πάντων των αιώνων∙
• Φως εκ Φωτός∙
• Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού∙
• γεννηθέντα∙ ου ποιηθέντα∙
• ομοούσιον τω Πατρί∙
• δι’ ου τα πάντα εγένετο.
(Από το Σύμβολο της Πίστεως)
ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ
Ο Υιός του Θεού εγεννήθη
• προ αιώνων εκ Πατρός
κατά την θεότητα∙
• επ’ εσχάτων δε των ημερών
δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν
κατά την ανθρωπότητα.
Όρος της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου (451 μ.Χ.)
Του απάντησαν:
- Δεν Σε λιθοβολούμε για τα καλά Σου έργα, αλλά για την αμαρτία της βλασφημίας Σου! Γιατί ενώ είσαι άνθρωπος, κάνεις τον εαυτό Σου Θεό!
4. Η αγία Γραφή, δηλ. η Παλαιά Διαθήκη, χρησιμοποιεί την λέξη Θεός και καταχρηστικά. Ονομάζει «Θεούς» και μερικούς ανθρώπους! Π.χ. στον Ψαλμό 8,6 λέγει ο Θεός για τους δικαστές: Εγώ είπα Θεοί εστέ!
Αρκούσε λοιπόν να έλεγε ο Χριστός στους Ιουδαίους: Με αυτήν την έννοια ονομάζω και Εγώ τον Εαυτό Μου «Υιό του Θεού» και «Θεό». Μα ο Χριστός δεν το είπε κάτι τέτοιο. Αντίθετα, ετόνισε: Εγώ δεν είμαι με καταχρηστική έννοια Θεός! Ο Πατέρας Μου είναι ολόκληρος σε Μένα. Και Εγώ ολόκληρος στον Πατέρα ΜΟΥ[5].
5. Τα λόγια αυτά οι Εβραίοι τα κατάλαβαν σωστά. Κατάλαβαν, ότι ο Χριστός τους έλεγε:
• Εγώ είμαι ο αληθινός Θεός.
• Εγώ είμαι ομοούσιος με τον Πατέρα.
• Εγώ και ο Πατέρας Μου είμαστε Ένα.
Μα οι Εβραίοι δεν θέλησαν να Τον δεχθούν.
Δεν θέλησαν να εξετάσουν: Μήπως έχει δίκιο; Γιατί;
Κόλλησε η βελόνα του νου τους στη σκέψη: Με αυτά που λέγει, ο Ιησούς βλασφημεί. Και ήθελαν να Τον τιμωρήσουν, όπως επέβαλλε ο νόμος του Μωυσή: με λιθοβολισμό (Λευϊτ. 24,16).
ε. Ο αιώνιος κυρίαρχος (Μαρκ. 14,53-65)
1. Γιατί οι Εβραίοι εσταύρωσαν τον Χριστό; Γιατί έγιναν θεοκτόνοι; Επειδή άφησαν τον εαυτό τους να γεμίση με προκατάληψη εναντίον Του. Η προκατάληψη τους ετύφλωσε.
Οι Εβραίοι νομοδιδάσκαλοι είχαν την λαθεμένη ιδέα, ότι η σωτηρία εξασφαλίζεται με την σχολαστική τήρηση των διατάξεων του νόμου. Η σχολαστικότητά τους είχε φθάσει μέχρι το σημείο, να θεωρούν ανεπίτρεπτη παράβαση της αργίας του Σαββάτου να δώση ένας ιατρός συμβουλές σε άρρωστο!
Ο Χριστός καταπατούσε επιδεικτικά τις λαθεμένες αυτές διατάξεις-ερμηνείες των νομοδιδασκάλων[6]. Και οι νομοδιδάσκαλοι (γραμματείς και φαρισαίοι) έβγαλαν γι’ Αυτόν το συμπέρασμα: Ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί να είναι όργανο του Θεού, αφού δεν τηρεί το Σάββατο!
Η ιδέα τους αυτή τους έκαμε να γεμίσουν με προκατάληψη. Και όσο περισσότερα θαύματα έκανε ο Χριστός, τόσο η προκατάληψή τους εμεγάλωνε∙ τόσο περισσότερο Τον εμισούσαν!
2. Με τί όμως δικαιολογία να Τον εξόντωναν;
Η προκατάληψη τους έσπρωξε σε ένα νόθο λαϊκισμό. Πιάνονται από τις λαϊκές εκδηλώσεις της θριαμβευτικής εισόδου Του στην Ιερουσαλήμ (Κυριακή των Βαϊων). Και να, έτοιμο το κατηγορητήριο: «Ετοιμάζει επανάσταση! Μα με την Ρώμη δεν θα τα βγάλη πέρα! Θα νικηθή! Και θα τα πληρώση ο κοσμάκης! Και ελεύσονται οι Ρωμαίοι και αρούσιν ημών τον Τόπον και το Έθνος» (Ιωάν. 11,48)
Μερικοί στο Συνέδριο (ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος) βλέπουν, ότι η προκατάληψη οδηγεί σε αμαρτωλά μονοπάτια. Και αρνούνται να συμφωνήσουν! Μα παρεμβαίνει ο αρχιερέας Καϊάφας: Συμφέρει, λέγει, να πάη άδικα ένας, παρά να χαθή ολόκληρο το έθνος (Ιωάν. 11,50).
Και αμ’ έπος, αμ’ έργον!
Τον συλλαμβάνουν και Τον οδηγούν στο κριτήριο σαν επαναστάτη!
3. Αρχίζει η δίκη. Με πρόεδρο τον αρχιερέα Καϊάφα. Δίκη παράξενη. Χωρίς κατηγορητήριο. Πρώτα Τον συνέλαβαν, και μετά προσπάθησαν να συντάξουν κατηγορητήριο. Μα δεν τα κατάφεραν.
Ο Ιησούς, βλέποντας με τι τρόπο γινόταν η δίκη, δεν έκαμε καμμιά παρατήρηση. Σιωπούσε.
Δεν είχε έλθει στην γη να κάμη επανάσταση κατά των Ρωμαίων (για να αλλάξη ο λαός αφεντικό). Και δεν ήθελε να πεθάνη σαν επαναστάτης.
Είχε έλθει, σαν Υιός του Θεού,
• να φωτίση τον κόσμο με την διδασκαλία Του∙
• να τον αγιάση με την θυσία Του.
Και ήθελε γι’ αυτό να πεθάνη σαν Υιός του Θεού∙ υπακούοντας στο θέλημα του Πατέρα Του. Δίνοντας σε μας υπόδειγμα υπακοής μέχρι θανάτου.
Και ο Καϊάφας που σαν Σαδδουκαίος δεν επίστευε ούτε σε Υιό Θεού, ούτε σε Μεσσία, ξεχνώντας τις λαϊκίστικές πονηρίες του, γύρισε στην σωστή βάση. Και είπε στον Ιησού:
- Σε εξορκίζω εις το όνομα του Θεού του Ζώντος, να μας ειπής: Είσαι ο Υιός του Ευλογητού; Ναι, ή όχι;
Μα ο Χριστός αυτήν ακριβώς την ερώτηση περίμενε. Και απάντησε:
- Ναι, εγώ είμαι. Και θα έλθη καιρός, που θα Με ιδήτε, Εμένα τον Υιό του Ανθρώπου, να κάθωμαι εκ δεξιών της Μεγάλης Δυνάμεως (του Θεού), και στην συνέχεια να έρχωμαι επί των νεφελών του ουρανού[7].
4. Με την απάντηση Του αυτή ο Ιησούς έδωκε για τον Εαυτό Του μια τριπλή μαρτυρία.
• Ναι. Εγώ είμαι ο Υιός του Ευλογητού.
• Κάθομαι εκ δεξιών της Μεγάλης Δυνάμεως (του Θεού).
• Θα έλθω πάλιν μετά δόξης επί των νεφελών του Ουρανού, να κρίνω τον κόσμο.
5. Αλλά το Συνέδριο, το Ανώτατο Δικαστήριο, δεν σκόνταψε στην μαρτυρία του προφήτου Δανιήλ.
Γιατί;
Μήπως δεν κατάλαβαν, τί τους είπε ο Χριστός;
Ασφαλώς κατάλαβαν. Και πολύ καλά μάλιστα.
Την εποχή εκείνη οι Εβραίοι δεν ήταν ούτε άγριοι, ούτε πρωτόγονοι. Ήταν ένας λαός όχι μόνο βαθιά θρησκευτικός, αλλά και με μεγάλη μόρφωση και υψηλό επίπεδο πολιτισμού, αφού ακόμη και οι πιο απλοί Ισραηλίτες ήξεραν σε βάθος την Παλαιά Διαθήκη. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε στιγμή, ότι το Συνέδριο το αποτελούσαν οι διαπρεπέστερες σε μόρφωση και σοφία φυσιογνωμίες του Ισραήλ.
Δεν επιτρέπεται όχι να το ειπή, αλλά ούτε να το διανοηθή, ότι μπορεί να μην κατάλαβαν στο Συνέδριο, τι τους είπε ο Χριστός. Τα λόγια του Χριστού ήταν πολύ απλά∙ πολύ σαφή∙ ξεκάθαρα∙ και μάλιστα για ανθρώπους που έπαιζαν τα λόγια των Γραφών στα δάχτυλα.
6. Οι δικαστές - μέλη του Συνεδρίου – βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, σε δίλημμα: Έπρεπε να κάνουν ένα από τα δύο:
• ή να αναγνωρίσουν τον Ιησού Υιό Θεού και Θεό∙
• ή να Τον απορρίψουν σαν βλάσφημο και ασεβή.
Προτίμησαν το δεύτερο.
Ο Καϊάφας, όταν άκουσε τα λόγια αυτά, εξεδήλωσε με ένα συμβολικό τρόπο (σχίζοντας τα ιμάτιά του) έντονη αγανάκτηση για το ότι ο Ιησούς ετόλμησε και έκαμε για τον Εαυτό Του μια τέτοια ομολογία. Και ερώτησε τους συνέδρους:
- Τί λέτε; Χρειάζεται, μετά από τα λόγια Του αυτά, να ψάχνωμε για μάρτυρες και κατηγορητήριο; Δεν αρκεί μια τέτοια ομολογία εκ μέρους Του;
- Τί ουν υμίν δοκεί; Τί ποινή πρέπει να Του επιβληθή;
- Ένοχος θανάτου εστί. Καταδικάζεται σε θάνατο.
Και έτσι ο Ιησούς καταδικάστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ σε θάνατο, επειδή είπε ότι είναι ο Υιός του Θεού[8].
7. Αυτή ήταν η πιο επίσημη επιβεβαίωση-πιστοποίηση, ότι ο Ιησούς εκήρυττε, πως ήταν ο Υιός του Θεού, ο ΘΕΟΣ.
Ο Ανώτατος Πνευματικός Άρχων του Ισραήλ (ο Αρχιερέας Καϊάφας), ενώπιον του Ανωτάτου Πνευματικού Διοικητικού και Δικαστικού Σώματος του Ισραήλ (ενώπιον του Συνεδρίου), με τον πιο επίσημο πνευματικό και δικονομικό τρόπο (εξορκίζοντάς Τον στο Όνομα του Θεού),
• προκαλεί τον Ιησού να του ειπή, αν είναι ο Υιός του Θεού του Ζώντος∙
• ο Ιησούς υπακούοντας στον εξορκισμό απαντά: Ναι, εγώ ειμί...
• το Συνέδριο τον καταδικάζει σε θάνατο, επειδή είπε ότι είναι ο Υιός του Θεού (ο ένας και μοναδικός, ο κατά φύσιν, ο Μονογενής Υιός του Θεού).
Μπορούσε να γίνη πιο επίσημη επιβεβαίωση, ότι ο Ιησούς εδίδασκε και έλεγε, ότι είναι ο Υιός του Θεού;
στ. Χωρίς προκατάληψη
1. Ένας άθεος λόγιος ηθέλησε κάποτε να διαπιστώση μόνος του, αν ο Χριστός έλεγε πως είναι ο Θεός.
Επήρε λοιπόν την Καινή Διαθήκη και εμελέτησε τα Ευαγγέλια. Με απλότητα. Χωρίς προκατάληψη. Και κατέληξε στο συμπέρασμα:
- Όποιος μελετάει τα Ευαγγέλια και δεν βλέπει σ’ αυτά, ότι ο Χριστός το διεκήρυττε ότι είναι ο Υιός του Θεού, ο άνθρωπος αυτός:
• ή έχει τόση προκατάληψη, που του έχει στερήσει την δύναμη να βλέπη και να κρίνη,
• ή έχει σε απελπιστικό βαθμό μειωμένη αντίληψη.
2. Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση του ανθρώπου, που, ενώ δεν διάβασε ποτέ του το Ευαγγέλιο στα σοβαρά, εκφράζει υπεύθυνες γνώμες!
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Τι είναι η λογική
Ο G.S. Lewis (Λιούης) (1898-1963), Καθηγητής της αγγλικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ (Cambridge), ήταν αγνωστικιστής∙ με άλλα λόγια άθεος∙ μα όχι και αφιλοσόφητος.
1. Ας ακούσωμε μερικές σκέψεις του:
Να, είμαι άθεος! Και τί κάνω; Αγωνίζομαι να πείθω τον εαυτό μου, ότι μέχρι πριν από εκατό χρόνια οι άνθρωποι, αφού επίστευαν στον Χριστό, ήσαν όλοι βλάκες! Υπάρχει μεγαλύτερη ανοησία από αυτή;
Έτσι κατάλαβα, ότι έκανα λάθος!
Μετά έκαμα την σκέψη:
Υπάρχουν πολλές θρησκείες. Με στοιχεία πολύ διαφορετικά μεταξύ τους! Ποιά από αυτές πρέπει να είναι η αληθινή και σωστή;
Αφού ένας Θεός υπάρχει, μια θρησκεία πρέπει να είναι αληθινή. Οι άλλες πρέπει να είναι όλες επινοήσεις ανθρώπων! Παρακολούθησα και εμελέτησα λοιπόν, όλες τις θρησκείες. Και διαπίστωσα, ότι όλες λένε πράγματα, που εύκολα μπορεί να τα επινοήσει ο άνθρωπος. Μια μόνο θρησκεία διδάσκει πράγματα που είναι αδύνατο να τα επινοήση διάνοια ανθρώπου: ο Χριστιανισμός. Από αυτό κατάλαβα, ότι αληθινή θρησκεία είναι μόνο ο Χριστιανισμός.
Τί όμως ήταν ο Χριστός; Άνθρωπος; ή Θεός;
2. Έτσι ο Λιούης επήρε την απόφαση να μελετήση την αγία Γραφή. Για να ιδή: Στέκουν αυτά που γράφει για τον Χριστό;
Και την εμελέτησε. Την εμελετούσε χρόνια!
Και λοιπόν; Τί έγινε;
Κατάλαβε. Κατάλαβε πολλά. Και τα κατάλαβε καλά. Κατάλαβε, ποιό ήταν (και πόσο μεγάλο ήταν!) το λάθος του. Και θέλοντας να προφυλάξη τους αδελφούς του. να μη κάνουν τα λάθη του, έγραψε ένα βιβλίο, στο οποίο εξιστορεί την πορεία της ζωής του. Ανάμεσα λοιπόν στα άλλα γράφει:
- Με τα λόγια μου αυτά, θέλω να κόψω την φόρα, που έχουν μερικοί να πιπιλίζουν για τον Κύριό μας Ιησού Χριστό κάτι τρομερά ρηχές και ανούσιες ανοησίες, όπως π.χ. «εγώ τον Ιησού τον δέχομαι σαν τον πιο μεγάλο διδάσκαλο της ενάρετης ζωής∙ μα όχι σαν Θεό!».
3. Τα λόγια αυτά είναι μία μεγάλη ανοησία. Γιατί, πως θα ήταν ποτέ δυνατό να θεωρήση διδάσκαλο της ενάρετης ζωής ένα απλό θνητό, όταν αυτός λέη πώς είναι Θεός;
Ο άνθρωπος, που τολμάει να ειπή ότι είναι Θεός, θα είναι, ή παρανοϊκός σε βαθμό ψυχοπαθείας τόσο, που να μη είναι άξιος ούτε να μοιράση δύο γαϊδουριών άχυρα!
ή το πιο φρικαλέο και τερατώδες γέννημα του Άδη∙ δηλ. ο μεγαλύτερος παλιάνθρωπος του κόσμου!
• Ή είναι τρελλός.
• Ή είναι απατεώνας.
Ή, αν δεν είναι ούτε τρελλός ούτε απατεώνας, τότε θα είναι αυτό που ο ίδιος έλεγε: Θεός.
Τί άλλο θα μπορούσε να είναι;
4. Και ο Λιούης συνεχίζει:
• Έχεις (αν θέλεις!) το δικαίωμα να θεωρήσης τον Χριστό τρελλό, και να λες ότι η θέση του έπρεπε να είναι στο ψυχιατρείο!
• Μπορείς (αν θέλεις!) να Τον θεωρήσης απατεώνα πρώτου μεγέθους!
• Και μπορείς (αν θέλεις!) να Τον θεωρήσης Θεό και να πέσης στα πόδια Του, να Τον προσκυνήσης!
Κάμε ό,τι θέλεις! Μα μην αφήνης τον εαυτό σου να πιπιλίζη βλακείες:
• ότι είναι μεγάλος διδάσκαλος∙
• ότι είναι μεγάλος κοινωνικός επαναστάτης∙
• ότι είναι ο πρώτος και καλύτερος σοσιαλιστής.
Δεν μας το δίνει αυτό το δικαίωμα. Δεν επεθύμησε ποτέ να γίνη κάτι τέτοιο[9].
5. Ο G.S. Lewis καταλήγει:
Είναι απίστευτα δύσκολο στον ιστορικό, να βρη για την ζωή, την διδασκαλία και την επίδραση του Χριστού στον κόσμο, μια εξήγηση καλλίτερη από εκείνη που δίνει ο Χριστιανισμός.
Κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να βρη μια ικανοποιητική εξήγηση στην μυστηριώδη και εκπληκτική εκείνη αντίφαση που παρατηρείται στον Χριστό, αφού συνδυάζει ένα απύθμενο βάθος με μια εκπληκτικά ορθολογιστική σκέψη.
Η ηθική διδασκαλία του Χριστού παρουσιάζει ένα τέτοιο ασύλληπτο μεγαλείο και προκαλεί ένα τόσο ασυγκράτητο πόθο ηθικής τελειότητος, που δεν μπορούν να εξηγηθούν, παρά μόνο με την σκέψη ότι ο Χριστός είναι πράγματι ΘΕΟΣ