
Ἡ Ἁγία ὀρφάνεψε σὲ μικρὴ ἡλικία καὶ ἀφιέρωσε τὴν ζωή της στὴν φροντίδα τῶν ἀσθενῶν καὶ τῶν πτωχῶν. Ὁ βίος καὶ ὁ χαρακτῆρας της δὲν ἄφησαν ἀδιάφορο τὸν πλούσιο κάτοικο τοῦ χωριοῦ Μοῦρομ τῆς περιοχῆς τοῦ Λαζάρεβο Γεώργιο Ὀσορίν, τὸν ὁποῖο ἐνυμφέφθηκε σὲ νεαρὴ ἡλικία.
Ἀπὸ τὸν γάμο της ἀπέκτησε ἕξι υἱοὺς καὶ μία θυγατέρα. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν δυὸ υἱῶν της ἀπεφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ γίνει Μοναχή. Ὅμως ὁ σύζυγός της, ποὺ ἔλειπε συχνὰ καὶ πολὺ χρόνο ἀκολουθώντας τὸ στρατὸ τοῦ τσάρου στὸ Ἀστραχὰν καὶ σὲ ἄλλα μέρη, τὴν παρακάλεσε νὰ μείνει κοντὰ στὴν οἰκογένειά της. Ἐκείνη δέχθηκε, ἀλλὰ ζοῦσε ὡς Μοναχὴ μέσα στὸν κόσμο.
Ὅπως γράφει καὶ ὁ υἱός της Καλλίστρατος, ποὺ ἔγραψε τὸν βίο της, ἡ Ἁγία εἶχε ἀφιερώσει τὸν ἑαυτό της ὁλοκληρωτικὰ στὸ Θεὸ καὶ τὴν διακονία τῶν ἀνθρώπων. Ἐλάχιστα κοιμόταν καὶ ἀγρυπνοῦσε προσευχόμενη. Ὅταν ὁ σύζυγός της πέθανε, ἐκείνη πλέον ζοῦσε γιὰ νὰ προσεύχεται καὶ νὰ διακονεῖ. Λίγο πρὶν παραδώσει τὴν δίκαια ψυχή της στὸν Κύριο, τὸ ἔτος 1604, κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων ἀπὸ τὸν Πνευματικό της, ἱερέα Ἀθανάσιο, κάλεσε τὰ παιδιά της καὶ τοὺς ἔδωσε τὴν εὐχή της. Οἱ τελευταῖες λέξεις ποὺ ψέλλισε , πρὶν κλείσει τὰ μάτια της, ἦταν : «Δόξα στὸν Θεὸ γιὰ ὅλα. Σὲ Σένα, Κύριε, παραδίδω τὸ πνεῦμα μου».