Εις τον Βάσσον
Χεῖρας Βάσσου τέμνουσι χεῖρες δημίων,
Χεῖρες βέβηλοι, χεῖρας ἡγιασμένας.
Εις τον Ευσέβιον
Τμηθεὶς πέλυξιν Εὐσέβιος πᾶν μέλος,
Τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν ἄτρωτος μένει.
Εις τον Ευτύχιον
Εὐτύχιον διεῖλον εἰς μέρη τρία,
θείως Θεοῦ Πρόσωπα τιμῶντα τρία.
Εις τον Βασιλίδην
Ἀπορραγῆναι μὴ θέλων Βασιλίδης,
Μοίρας Ἀθλητῶν, ἐρράγη τὴν γαστέρα.
Οι Άγιοι Μάρτυρες Βάσσος, Ευσέβιος, Ευτύχιος και Βασιλείδης έζησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.), περί τα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνος. Ήταν πλούσιοι και μέλη της Συγκλήτου. Προσήλθαν στον Χριστό και βαπτίσθηκαν, όταν παραστάθηκαν στο μαρτύριο του Επισκόπου Θεοπέμπτου (τιμάται 5 Ιανουαρίου), ο οποίος υπέμεινε με πνευματική ανδρεία τα φρικώδη βασανηστήρια που τον είχαν υποβάλει οι ειδωλολάτρες.
Οι ειδωλολάτρες τους κατήγγειλαν ως Χριστιανούς. Αμέσως τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν μπροστά στον αυτοκράτορα. Οι Άγιοι δεν δείλιασαν καθόλου, αλλά διακήρυξαν με παρρησία την πίστη τους στον Χριστό και πρόθυμα βάδισαν την οδό του μαρτυρίου.
Στο Συναξάρι αναφέρεται, ότι πρώτα τους αφαίρεσαν τις ζώνες, τα διακριτικά δηλαδή του αξιώματός τους και έπειτα υπέβαλαν τον καθένα σε σκληρά βασανιστήρια.
Τον Άγιο Βάσσο τον έριξαν μέχρι τους μηρούς σε βόθρο, του έκοψαν τα χέρια και ακολούθως του κομμάτιασαν όλο το σώμα. Έτσι ο Άγιος παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο.
Τον Άγιο Ευσέβιο τον κρέμασαν από το κεφάλι και του τεμάχισαν το σώμα με τσεκούρια.
Τον Άγιο Ευτύχιο τον έβαλαν σε τέσσερις πασσάλους, τέντωσαν με δύναμη το σώμα του και τον χώρισαν σε κομμάτια.
Του Αγίου Βασιλίδου του ξέσκισαν την κοιλιά.
Έτσι και οι Άγιοι αυτοί Μάρτυρες έλαβαν το στέφανο του μαρτυρίου.