Ο Όσιος Νικήτας καταγόταν από την Ρωσία και ήταν κατά σάρκα αδελφός του Οσίου Νίκωνος (τιμάται 23 Μαρτίου), ηγουμένου της Λαύρας του Κιέβου. Μόνασε στη μονή των Σπηλαίων του Κιέβου, αλλά το ανυπάκουο του χαρακτήρα του τον οδήγησε στο να εγκαταλείψει την κοινοβιακή ζωή και τους Πατέρες και να ζήσει, ως μοναχός, απομονωμένος σε ένα κελί που έφτιαξε για τον εαυτό του. Ο Όσιος Νίκων, που δεν έδωσε την ευλογία του για την απομάκρυνση του μοναχού Νικήτα είδε με θλίψη την πράξη του και περίμενε με φόβο την τιμωρία της παρακοής του. Πράγματι, η δοκιμασία δεν άργησε να έλθει. Μια μέρα και ενώ ο Όσιος Νικήτας προσευχόταν, ο διάβολος μεταμορφωμένος σε Άγγελο Κυρίου, παρουσιάσθηκε μπροστά του και του είπε να μην προσεύχεται πλέον, αλλά να μελετά τις Αγίες Γραφές. Το έργο της προσευχής θα αναλάμβανε αντί του Οσίου ο ψευτοάγγελος. Ο Όσιος υπέκυψε στον πειρασμό. Νόμισε ότι κατά θεία παραχώρηση και λόγω των ασκητικών του αγώνων ο Θεός του χάρισε αυτή τη μεγάλη δωρεά. Έτσι σταμάτησε την προσευχή και άρχισε τη μελέτη. Μελέτη όμως του λόγου του Θεού χωρίς προσευχή δεν γίνεται. Έτσι η καρδιά του περιέπεσε σε ακηδία και πνευματικό λήθαργο, γι’ αυτό δεν κατάφερε να τελειώσει ούτε τη μελέτη της Αγίας Γραφής.
Ο Όσιος άρχισε ξαφνικά να προφητεύει μόνο τα μέλλοντα κακά: κλοπές, εγκλήματα, κακές ενέργειες και πράξεις, όλα δηλαδή εκείνα που κατεργάζεται ο διάβολος, ο πατέρας του ψεύδους και της κακίας. Η φήμη του απλώθηκε παντού και όλοι τον θαύμαζαν για την ακριβή εκπλήρωση των προφητικών του λόγων. Οι Πατέρες της μονής άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι ο Όσιος Νικήτας είχε πέσει σε πλάνη και είχε οδηγηθεί από τον σατανά σε οδό απωλείας. Έτσι ξεκίνησαν θερμή προσευχή για να φωτισθεί ο νους του Οσίου και να σωθεί. Χάρη στην προσευχή των συνασκητών του, των Αγίων εκείνων Πατέρων, που από αγάπη για τον άνθρωπο προσεύχονταν και για τον αδελφό τους, ο νους του Οσίου φωτίσθηκε και άρχισε πάλι να προσεύχεται και να βιώνει τους αληθινούς καρπούς της μοναχικής πολιτείας, της αρετής και της ασκήσεως. Ο Θεός όχι μόνο έκανε δεκτή τη μετάνοιά του, αλλά και τον αξίωσε του χαρίσματος της θαυματουργίας.
Λόγω της οσιακής ζωής του ο Άγιος Νικήτας, το έτος 1096 μ.Χ., εξελέγη Επίσκοπος Νόβγκοροντ. Αφού ποίμανε αξίως και θεοφιλώς το ποίμνιό του, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1109 μ.Χ. και το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στον ιερό ναό των Αγίων και Δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης του Νόβγκοροντ.