Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δομνίνος ἢ Δόμνος καὶ Φιλήμων, καταγόμενοι πιθανῶς ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Ἰταλία, ὅπου κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ βάπτιζαν Χριστιανούς. Ἐξαιτίας αὐτοῦ, ἐπειδὴ ἐξόργισαν τοὺς εἰδωλολάτρες, συνελήφθησαν, δέθηκαν μὲ ἁλυσίδες καὶ παραδόθηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας. Ὁ ἄρχοντας, ὅταν οἱ Μάρτυρες παρουσιάσθηκαν μπροστά τους, ἐπιχείρησε ἀρχικὰ μέσῳ τῆς κολακείας νὰ τοὺς μετακινήσει ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ὑποσχόμενος σὲ αὐτοὺς τιμὲς καὶ δῶρα μεγάλης ἀξίας. Στὴν συνέχεια ὅμως, ὅταν τοὺς εἶδε νὰ μὴν σκέπτονται καθόλου ὅλα αὐτά, μόνο δὲ τὸν Χριστὸ νὰ ἐπικαλοῦνται, ἀφοῦ τοὺς γύμνωσε καὶ τοὺς τέντωσε στὴν γῆ ἀπὸ τέσσερις μεριές, τοὺς χτύπησε ἀνηλεῶς, γιὰ νὰ τοὺς ἐξαναγκάσει νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τοὺς ἔπεισε, τοὺς ἔκλεισε στὴν φυλακὴ καὶ τοὺς ἀποκεφάλισε.
Ἡ μνήμη τοὺς ἀναφέρεται καὶ στὶς 26 Μαρτίου.