
Το 1805 με τον διωγμό των κλεφταρματολών της Πελοποννήσου πήγε στην Ζάκυνθο, εντάχθηκε στα Ρώσικα τάγματα και πολέμησε στην Ιταλία κατά του Ναπολέοντος. Αργότερα επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους, οι οποίοι τα είχαν καταλάβει με την συνθήκη Τίλσιτ. Στις 18 Οκτωβρίου 1818, ενώ βρίσκονταν στην Καλαμάτα μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία από τον Η. Χρυσοσπάθη. Για ένα διάστημα μαζί με τον Αναγνωσταρά και τον Δ. Πλαπούτα περιόδευε την Πελοπόννησο για τους σκοπούς της Εταιρίας. Στις 23 Μαρτίου μπήκε στην Καλαμάτα μαζί με άλλους στρατιωτικούς αρχηγούς. 'Υστερα από αυτό κατευθύνθηκε προς την Τριπολιστά και στις 12-13 Μαΐου πήρε μέρος στη μεγάλη μάχη του Βαλτετσίου Αρκαδίας, επικεφαλής 800 αγωνιστών. Αποφασιστική όμως ήταν η συμβολή του στη νίκη των Ελλήνων στα Δολιανά, όπου, ενώ κατευθυνόταν στον Ναύπλιο, με 150 μόλις αγωνιστές αντιμετώπισε πολλαπλάσιους (περί τους 6000) Τούρκους με επικεφαλή τον Κεχαγιάμπεη. Η φθορά που προκάλεσε στον εχθρό ήταν τόσο εντυπωσιακή ώστε από τότε ονομάστηκε Τουρκοφάγος και προήχθη σε στρατηγό. Λίγο αργότερα στάλθηκε από τον Κολοκοτρώνη να διευθύνει την πολιορκία του Ναυπλίου.

Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1821 συμμετείχε στην άτυχη έφοδο κατά του Ναυπλίου όπου κινδύνευσε να αιχμαλωτιστεί. Τον Απρίλιο του 1822, μαζί με 700 αγωνιστές, πήγε πάλι στην Ανατολική Στερεά και πολέμησε μαζί με τον Ανδρούτσο στη Στυλίδα και την Αγία Μαρίνα. Κατά την εκστρατεία του Δράμαλη συνέβαλε αποφασιστικά στην απόκρουση των Τούρκων στα Μεγάλα Δερβένια, όπου διασκόρπισε την φρουρά που είχε εγκατασταθεί εκεί, άλλα κυρίως στον 'Αγιο Σώστη στις 26 Ιουλίου 1822, όπου οι Τούρκοι έπαθαν μεγάλες καταστροφές. Σημαντική επίσης ήταν η συμβολή του στη μάχη στο Αγιονόρι, δύο ημέρες αργότερα, κατά οι Τούρκοι είχαν πάνω από 600 νεκρούς. Η ανιδιοτέλεια του καταδείχθηκε όταν , όταν από το πλίθος των λαφύρων, πείστηκε να δεχθεί ένα πολύτιμο σπαθί, το οποίο ώμος πρόσφερε αργότερα σε ένα έρανο που από την προσωρινή κυβέρνηση για τον ανεφοδιασμό του Μεσολογγίου.
Το καλοκαίρι του 1823 επέστρεψε την Πελοπόννησο. Κατά τις εμφύλιες διαμάχες που ακολούθησαν στάθηκε στο πλευρό του Θ. Κολοκοτρώνη και έγινε αντίπαλος της κυβέρνησης Κουντουριώτη. Ωστόσο απέφευγε να παίρνει μέρος στις μάχες και προσπαθούσε πάντα να επιτύχει συμβιβασμό. Μετά την οριστική επικράτηση των κυβερνητικών κατέφυγε στο Μεσολόγγι, όπου πέρασε στην υπηρεσία του Δ. Μακρή. Κλείστηκε στην πολιορκημένη πόλη και πολέμησε κατά του Κιουταχή στη δεύτερη πολιορκία.

Επί Καποδίστρια υπήρξε από τους στενότερους συνεργάτες του Κυβερνήτη και στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση του 'Αργους το 1829 πήρε μέρος ως πληρεξούσιος του Λεονταριού. Πολιτικά ακολουθούσε την Ρωσόφιλη παράταξη και στο διάστημα της αντιπολίτευσης κατά του Καποδίστρια στάθηκε στο πλευρό του. Μετά την άφιξη του 'Όθωνος έζησε απομονωμένος. Όταν όμως εξερράγη αντικυβερνητικό κίνημα στη Μεσσηνία τον 'Αυγουστο του 1834 φυλακίστηκε για λίγο από την βαβαρική Αντιβασιλεία. Το 1839 τον εμφάνισαν σαν ως στρατιωτικό αρχηγό της "Φιλορθόδοξης Εταιρείας", της οποίας στόχοι ήταν η απελευθέρωση των υπόδουλων περιοχών και η στήριξη της ορθόδοξης πίστης. Δικάστηκε στις 11 Ιουλίου 1840, η ενοχή του όμως δεν αποδείχθηκε και αθωώθηκε.
