Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως τῶν Γότθων Ἰουγγουρίχου καὶ τοῦ αὐτοκράτορα Γρατιανοῦ (375-383 μ.Χ.). Ἐνῷ εὑρίσκονταν ὅλοι στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔψαλλαν, συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν βασιλέα τῶν Γότθων καὶ ρίχθηκαν ζωντανοὶ στὴν πυρά. Τότε συνέβη καὶ τὸ ἑξῆς: Κάποιος ἄνθρωπος Χριστιανός, ποὺ ἔφερνε τὴν προσφορά του στὴν Ἐκκλησία, συνελήφθη καὶ αὐτὸς καὶ ρίχθηκε στὴν φωτιά, ἀφοῦ πρῶτα ὁμολόγησε τὸν Χριστό, προσφέροντας ἔτσι τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτὸ στὸν Χριστό, ἀντὶ ἄλλης προσφορᾶς. Τὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων περισυνέλεξε ἡ συμβία ἄλλου ἄρχοντα τοῦ ἔθνους τῶν Γότθων, ποὺ ἦταν Χριστιανή, μαζὶ μὲ πρεσβυτέρους καὶ λαϊκούς. Καὶ ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὴν ἐξουσία στὸν υἱό της, περιδιαβαίνοντας ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ᾖλθε μέχρι τὴν γῆ τῶν Ρωμαίων μαζὶ μὲ τὴν θυγατέρα της. Στὴν συνέχεια ἀναχώρησε γιὰ τὴν χώρα της, ἀφοῦ κληροδότησε στὴν θυγατέρα της τὰ ἱερὰ λείψανα. Αὐτή, φεύγοντας γιὰ τὴν Κύζικο, ἔδωσε ἕνα μέρος ἀπὸ τὰ λείψανα αὐτὰ στὴν πόλη καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο τελειώθηκε ὁ βίος της.
Τὰ ὀνόματα τῶν Ἁγίων Μαρτύρων εἶναι: Βαθούσης ἢ Ἀαθούσης πρεσβύτερος μετὰ τῶν δυὸ υἱῶν καὶ τριῶν θυγατέρων αὐτοῦ, μοναχὸς Ἀρπύλας, Ἀβίππας, Ἀγνᾶς, Ἠγάθραξ, Ἠσκόος, Θέρμας ἢ Θέρθας, Ρύαξ ἢ Ρύιας, Σεΐμβλας ἢ Σουίμβλας, Σιγήτζας ἢ Σίδητζας, Σίλας, Σουηρίλας, Φίλγας καὶ οἱ γυναῖκες: Ἀλλᾶς, Ἀνιμαΐς, Ἄννα, Βάρις ἢ Βάρκα, Λαρίσσα, Μαμύκα, Μωικῶ καὶ Οὐιρκῶ.
Τὸ μαρτύριό τους συνέβη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 375-383 μ.Χ.