Ὁ Προφήτης Ἰωὴλ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς Δώδεκα Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τὸ ὄνομα Ἰωὴλ προῆλθε ἀπὸ τὴν σύντμηση τοῦ Γιχβὲλ (=ὁ Γιεχωβὰ εἶναι Θεός). Ἦταν ὁ υἱὸς τοῦ Βαθουήλ. Ἀπὸ τὴν συχνὴ καὶ ἀποκλειστικὴ ἀναφορά του στὸν Ἰούδα καὶ τὴν Ἱερουσαλήμ, τὴ Σιῶν καὶ τὸ ναό, φαίνεται ὅτι προφήτευσε στὴν Ἰουδαία καὶ μάλιστα στὴν Ἱερουσαλήμ. Ὁρισμένοι ἐρευνητὲς ἀναβιβάζουν χρονικὰ τὸν Προφήτη Ἰωὴλ σὲ πολὺ παλιὰ ἐποχή, πρὶς ἀπὸ τὸν Προφήτη Ἀμῶς καὶ τὸν προφήτη Ἠσαΐα, κατὰ τὰ πρῶτα ἔτη τῆς βασιλείας τοῦ Ἰωᾶς (836-797 π.Χ.), ἐνῷ ἄλλοι τάσσουν τὸ βιβλίο του μετὰ τὴ βαβυλώνιο αἰχμαλωσία (500-400 π.Χ.).
Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἄλλες προφητεῖες, ὁ Προφήτης Ἰωὴλ προφήτευσε περὶ τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς: «Κατὰ τὴν περίφημη ἐκείνη ἡμέρα στὰ ὄρη θὰ τρέχει τὸ γλυκὸ μέλι καὶ στοὺς λόφους θὰ ρέει ἄφθονο τὸ γάλα καὶ ὅλες οἱ πηγὲς θὰ ἀναβλύζουν ὕδατα. Κυρία πηγὴ θὰ πηγάζει ἀπὸ τὸ ναὸ τοῦ Κυρίου καὶ θὰ φθάνει τὸ πότισμά της μέχρι τοῦ μακρινοῦ χειμάρρου τῶν σχοίνων».
Ὁ Προφήτης Ἰωὴλ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ τὴν μνήμη του, ἐπίσης, στὶς 19 Ὀκτωβρίου.