Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2009
Ὁ Ὅσιος Βενδιμιανός (ἢ Βενδεδιανός)
Γεννήθηκε στὰ μέσα τοῦ Ε´ αἰῶνα, ἀπὸ γονεῖς εὐγενεῖς καὶ πλούσιους, στὴ Μεγάλη Μυσία (ἀρχαία χώρα τῆς Βορειοδυτικῆς Μικρᾶς Ἀσίας). Μόναζε στὸ ὄρος τὸ ὀνομαζόμενο τῆς Ὄξειας καὶ μαθήτευε κοντὰ στὸν ὅσιο Αὐξέντιο (τοῦ ἐν τῷ Βουνῷ). Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ διδασκάλου του αὐτοῦ, ὁ Βενδιμιανὸς μπῆκε στὴ σχισμὴ μίας μεγάλης πέτρας, ὅπου ἔκτισε μικρὸ κελὶ καὶ ἔμεινε ἐκεῖ 42 ὁλόκληρα χρόνια μὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ἐπιτύχει μεγάλες νῖκες κατὰ τῶν δαιμόνων. Ὅταν κατάλαβε νὰ πλησιάζει τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, διηγήθηκε σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἔγραψε τὸν βίο τοῦ ὁσίου Αὐξεντίου τὰ τῆς ζωῆς του, καὶ ἀφοῦ γονάτισε παρέδωσε τὴν Ὁσία ψυχή του.