Ὁ Ὅσιος Βησσαρίων γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο καὶ ἔζησε περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰῶνα μ.Χ. Διῆλθε τὸ βίο του στὴν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου ὡς ἀσκητής. Ποτὲ δὲν ἀπέκτησε ἕνα ἔνδυμα. Ἐπὶ σαράντα ἡμέρες καὶ νύχτες στάθηκε ἀκλόνητος σὲ ἀκανθῶδες θάμνους, σὰν στῦλος, γιὰ νὰ ὑπερνικήσει τὸν ὕπνο, ἔχοντας τὰ χέρια καὶ τὸ βλέμμα στραμμένα πρὸς τὸν οὐρανό, τὴν δὲ ψυχή του ἑνωμένη μὲ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς τὸν τίμησε μὲ τὴν χάρη καὶ εὐλογία του, ἀφοῦ ἐπιτέλεσε μεγάλα θαύματα.
Τὰ Συναξάρια περιέχουν πολλὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου. Ἔτσι ἀναφέρεται ὅτι ἔστησε τὸν ἥλιο καὶ ὅτι διερχόταν τοὺς ποταμοὺς χωρὶς νὰ βρέχεται, ὅπως ὁ Ἐλισσαῖος διέβη τὸν Ἰορδάνη καὶ ὅπως ὁ Προφήτης Ἠλίας κατεβίβασε βροχὴ καὶ πότισε τὴν διψασμένη καὶ ἄνυδρη γῆ.
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων, ἀφοῦ ἔφθασε σὲ βαθὺ γῆρας, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται, ἐπίσης στὶς 6 Ἰουνίου καὶ στὶς 29 Νοεμβρίου.