Ιερά Μονή Παναγίας Βροντιανής ή Κοκκαριανής, η οποία βρίσκεται στο μέσον της βόρειας πλευράς του Νησιού καί σε υψόμετρο 458 μ. πλησίον του χωρίου Βουρλιώτες, ανοικοδομήθηκε το 1566 στα ερείπια παλαιότερης μονής προς τιμήν του Γενεσίου της Θεοτόκου, από τους αυτάδελφους μοναχούς Ιάκωβο και Μακάριο.
Η ονομασία «Βροντιανή» προέρχεται, είτε εκ παραφθοράς της λέξης Βροντά (πλούσιας οικογένειας, πού έδωσε το όνομα της σε περιοχή μεταξύ Κοκκαρίου και Βαθέως), είτε επειδή κατά τα πρωτοβρόχια, όταν εορτάζει το Μοναστήρι στίς 8 Σεπτεμβρίου, οι βροντές αντηχούν πολύ δυνατά στις κορυφές νοτίως της Μονής.
Το Καθολικό της Μονής αρχιτεκτονικά ανήκει στον τύπο της τρουλαίας μονόκλιτης βασιλικής, ενώ το υπόλοιπο κτιριακό συγκρότημα, που το περιβάλλει, είναι τετράγωνο με κελιά διώροφα και τριώροφα και θολωτές αψίδες και χαγιάτια στραμμένα προς την αυλή.
Στο διαβατικό της εισόδου υπάρχει ένα λιτό με λιθανάγλυφα διακοσμημένο καμπαναριό του 1812. Το ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο του Καθολικού, είναι διακοσμημένο με παραστάσεις από την Αγία Γραφή, ενώ οι φορητές εικόνες του, είναι έργα των αγιογράφων του 18ου και 19ου αιώνα Ιακώβου καθηγουμένου (1777), Πολυδώρου του Σμυρναίου (1883) κ.ά. Ξυλόγλυπτος και επιχρυσωμένος είναι και o δεσποτικός θρόνος χρονολογούμενος το 1703. Από τις άλλοτε θαυμάσιες τοιχογραφίες διατηρούνται ελάχιστες μέσα στο ιερό Βήμα και σε δύο, από τα τόξα του τρούλου. «Αξίζει να επισημάνουμε την ύπαρξη του παρεκκλησίου, βυζαντινού ρυθμού προς τιμήν της Μεταμορφώσεως του Σωτήρας, στην νοτιοανατολική πτέρυγα του πρώτου ορόφου του περιμετρικού κτιρίου.