Ο Όσιος Στέφανος καταγόταν από μέρη της Ανατολής, ίσως την Καππαδοκία και ήταν από ευγενική γενεά. Αγαπούσε τον ασκητικό βίο από τα νεανικά του χρόνια. Για το λόγο αυτό επισκέφθηκε τα ιερά μοναχικά καταφύγια που βρίσκονταν στην Παλαιστίνη, τους ασκητές στον Ιορδάνη ποταμό, τις Λαύρες του Αγίου Σάββα, Ευθυμίου και Θεοδοσίου της ερήμου, όπου έμεινε αρκετό χρονικό διάστημα και έμαθε τα της μοναχικής πολιτείας.
Ύστερα επανήλθε, το 710 μ.Χ., στην Κωνσταντινούπολη, επί της βασιλείας Λέοντος του Ισαύρου (717-741 μ.Χ.). Εκεί φιλοξενήθηκε από τον Πατριάρχη Γερμανό, ο οποίος του δώρισε και τόπο στον οποίο έκτισε την λεγόμενη Μονή του Χηνολάκκου, στην Τριγλία, κοντά στην θάλασσα, προς τιμήν του Αγίου Στεφάνου.
Επί της Ηγουμενίας του ο Όσιος Στέφανος διακρίθηκε για την πατρική του διοίκηση, την τάξη την οποία δημιούργησε, την αγάπη προς όλους. Ο Όσιος Στέφανος έζησε υποδειγματικά, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου και αξιώθηκε ήδη από την παρούσα ζωή να λάβει από τον Θεό τα χαρίσματα της ουράνιας δόξας και μακαριότητος.
Ο Όσιος Στέφανος κοιμήθηκε με ειρήνη.