Οι Άγιοι Μάρτυρες Ευγένιος, Ουαλεριανός, Κάνδιδος και Ακύλας μαρτύρησαν κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.)και Μαξιμιανού (285-305 μ.Χ.), στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. Ο Ευγένιος καταγόταν από την Τραπεζούντα, ο Ουαλεριανός από την Εδίσκη, ο Κάνδιδος από τη Σολωχαίνη και ο Ακύλας από τη Γορδαίνη.Αυτοί λοιπόν οι Άγιοι, όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των Χριστιανών, κρύβονταν στα όρη της Τραπεζούντας. Ένα βράδυ, μετά από προσευχή και επικαλούμενοι την βοήθεια του Θεού, πήγαν στο ναό των Εθνικών και κατέστρεψαν το είδωλο του ψεύτικου θεού Μίθρα. Ο έπαρχος Σατάλων Λυσίας, τους καταδίωξε και κατόρθωσε να συλλάβει τους τρεις, τον Ουαλεριανό, τον Κάνδιδο και τον Ακύλα. Μετά τη σύλληψη, τους διέταξε να αρνηθούν τον Χριστό. Εκείνοι όμως έμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους και με παρρησία δήλωσαν την αφοσίωσή τους στον Κύριο.
Τότε ο έπαρχος τους εξόρισε σε ένα στενό φρούριο της χώρας των Λαζών, το οποίο ονομαζόταν Πιττυούς. Αλλά και μέσα στην φυλακή έμειναν σταθεροί στην πίστη τους. Γι αυτό τους μετέφεραν στην Τραπεζούντα και κατά την διαταγή του Λυσία τους υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια. Αρχικά τους ξέσχισαν τις σάρκες με βούνευρα. Στη συνέχεια, αφού τους κρέμασαν, τους άνοιξαν με σιδερένια νύχια βαθιές πληγές στα σώματά τους και τις έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες.
Ύστερα από λίγες ημέρες συνελήφθη και ο Άγιος Ευγένιος, που προσευχόταν σε σπήλαιο των ακάνθων. Και αυτός ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Άγιο Θεό. Τότε οι ειδωλολάτρες τον έδειραν ανηλεώς. Έπειτα τον οδήγησαν μαζί με τον άρχοντα του τόπου, τον Λυσία, στο ναό των ειδώλων. Εκεί προσευχήθηκε στον Χριστό και έκανε όλα τα είδωλα να πέσουν κάτω, να συντριβούν και να κονιορτοποιηθούν. Μετά από το γεγονός αυτό, υπέβαλαν τον Άγιο σε φοβερά βασανιστήρια. Αρχικά του τέντωσαν το σώμα με σχοινιά και τον κτύπησαν με ρόπαλα. Στην συνέχεια τον κρέμασαν, του άνοιξαν με σιδερένια νύχια βαθιές πληγές στα πλευρά και τον κατέκαψαν με αναμμένες λαμπάδες. Έπειτα έριξαν μέσα στις πληγές του αλατόνερο και δριμύτατο ξύδι. Ακολούθως έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι και τους τέσσερις Αγίους μαζί. Επειδή όμως όλοι τους έμειναν αβλαβείς, τους αποκεφάλισαν διά ξίφους.
Ο μέχρι σήμερα σωζόμενος ναός, ανήκει στον τύπο της ανατολικής άνευ υπερώων βασιλικής μετά τρούλου. Στο ναό φυλάσσονταν τα λείψανα του Αγίου Ευγενίου και των συναθλητών του εναποτεθειμένα σε αργυρές λάρνακες, ενώ οι κεφαλές των μαρτύρων ήταν στολισμένες με χρυσό και λίθους και πλήθος από μαργαριτάρια. Ο ναός του Αγίου Ευγενίου μαζί με αυτόν της Χρυσοκεφάλου αποτελούσαν το κέντρο της εκκλησιαστικής και εθνικής ζωής της Τραπεζούντας. Η τιμή και η ευλάβεια των Τραπεζουντίων προς τον πολιούχο Άγιο υπήρξε μεγάλη και τα πλήθη συνέρρεαν από παντού κατά τις δύο πανηγύρεις, στις 21 Ιανουαρίου ημέρα του μαρτυρίου του και στις 24 Ιουνίου, ημέρα των γενεθλίων του Μάρτυρος, που διά θαύματος καθιερώθηκε κατά το διάστημα της βασιλείας του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Βασιλείου (867-886 μ.Χ.).
Έτσι οι Άγιοι Ευγένιος, Ουαλεριανός, Κάνδιδος και Ακύλας, έλαβαν τα αμάραντα στεφάνια του μαρτυρίου.