Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2009

Γνωρίσματα του καρναβαλιού

Οι ανοιξιάτικες γιορτές,αρχίζουν με το έθιμο του καρναβαλιού. Οι διασκεδάσεις και οι μεταμφιέσεις του είναι προέκταση των εορτών της Πρωτοχρονιάς, όπως τις γιόρταζαν οι Ρωμαίοι και οι Βυζαντινοί, ενώ οι απαρχές του καρναβαλιού μας οδηγούν στην αρχαία Ελλάδα. Σκοπός της κοσμικής αποκριάς, σύμφωνα με τον Λουκάτο, είναι η μαγική υποβοήθηση της γης να βλαστήσει με την βοήθεια των χορών-πηδημάτων, των ποικίλων λαϊκών δρωμένων και των μεταμφιέσεων, με σκοπό να εξευμενίσουν τα βλαπτικά πνεύματα. Γι’ αυτό και τα κύρια στοιχεία - γνωρίσματα του καρναβαλιού είναι:
α) Οι μεταμφιέσεις και οι άσεμνες παραστάσεις, που όπως οι αρχαίες διονυσιακές γιορτές, έχουν σαν στόχο την βλάστηση και την καρποφορία της γης, που όλο τον χειμώνα βρισκόταν σε νάρκη, ενώ τώρα την Άνοιξη ανασταίνεται, μια και ανοίγει ο καιρός. Ένα είδος μεταμφιέσεων είναι το έθιμο των καλογέρων.
Καλόγεροι:Αντιπροσωπευτικό είναι το έθιμο των καλογέρων, γνωστό και με άλλα ονόματα, όπως Κούκερος ή Χούχουτος ή Σταχτάς ή Μπέης ή Κιόρμπεκς. Πρόκειται, όπως γράφει ο λαογράφος Γ. Α. Μέγας, για μια τελετή που την συναντούμε στην Ανατολική και στην Βόρεια Θράκη, όχι βέβαια με την ίδια, όπως στην Βιζύη, θεατρική ανάπτυξη, αλλά με μιμικές πράξεις. Ο Κούκερος ή ο Μπέης ή ο βασιλιάς εκλεγμένος από τους προύχοντες, γυρίζει σ’ όλο το χωριό με συνοδεία μεταμφιεσμένων, ντυμένος με δέρματα ζώων, με κουδούνια κρεμασμένα στο σώμα του και με το φαλλόμορφο ραβδί στο χέρι. Σ’ ορισμένες περιοχές τον μεταφέρουν πάνω σε δίτροχη άμαξα που την κινούν νέοι, με τα πειράγματα και τις αισχρολογίες τους, αυτός και η ακολουθία του, θυμίζουν τον θίασο «των κωμαστών» και τα «εξ αμάξης», των αρχαίων Αθηναίων στα κατ’ αγρούς Διονύσια, τους χόες και τα Λήναια, ενώ οι ονομασίες Μπέης ή Κιόρμπεης, προύχοντες δείχνουν την επίδραση της τουρκοκρατίας στο λαϊκό αυτό έθιμο. Για το πόσο πολύ το δρώμενο των Καλογέρων της Βιζύης σχετίζεται με την λατρεία του Διόνυσου και την αθηναϊκή γιορτή των Ανθεστηρίων μας πληροφορεί ο Κ. Ρωμαίος στην εργασία του «θρακικές λατρείες», που δημοσιεύθηκε στον 11ο τόμο του «αρχείου θρακικού θησαυρού», αλλά και η κ. Κουκούρη στην εισήγησή της: Λαϊκά Δρώμενα Ευετηρίας, που βρίσκεται στον 27ο τόμο των «πρακτικών της ακαδημίας Αθηνών». Όσοι από τους μεταμφιεσμένους φορούν μάσκες λέγονται μασκαράδες.
Μασκαράδες:Παλιότερα χρησιμοποιούσαν διάφορα ονόματα κατά τόπους για τους μασκαράδες. Τους έλεγαν: Κουδουνάτους, γιανίτσαρους, κουκούγερους, μούσκουρους, κουμουζέλε, καρνάβαλους, προσώπεια κ.ά.Βασικό γνώρισμα των μασκαράδων η μάσκα, θεωρείται απόγονος των αρχαίων κωμικών και σατυρικών προσωπείων που φορούσαν οι ηθοποιοί, όταν έπαιξαν κωμωδίες και σατυρικά δράματα. Οι μάσκες αυτές ήταν πήλινες και όμοιες μεταξύ τους. Στην συνέχεια οι Ρωμαίοι έφτιαξαν μάσκες που διέφεραν η μια από την άλλη και παρίσταναν διάφορους τύπους της κωμωδίας. Πολλούς αιώνες αργότερα, στην Βόρεια Ιταλία, αναπτύχθηκε το θεατρικό είδος της Κομέντια ντελ άρτε, που εισήγαγε τύπους, όπως ο αρλεκίνος και η κολομπίνα με τις ανάλογες μάσκες και ενδυμασίες, αλλά και μάσκες χρυσές που έχουν την μορφή πουλιών.Οι μασκαράδες σήμερα φορώντας την μάσκα δεν αναγνωρίζονται γι’ αυτό νιώθουν απελευθερωμένοι από τον καθωσπρεπισμό και την σοβαροφάνειά τους, με αποτέλεσμα να λένε και να κάνουν πράγματα, που οπωσδήποτε ούτε θα τολμούσαν να σκεφθούν χωρίς την μάσκα. Έτσι ευθυμούν και διασκεδάζουν ξεχνώντας, όπως νομίζουν, για λίγο τις έγνοιες και τα προβλήματά τους.
β) Κύριο στοιχείο του καρναβαλιού είναι ο χορός:
Τα χτυπήματα της γης με τα πόδια έχουν καρποφοριακή σημασία. Πολλές από τις κινήσεις τους πιστεύεται ότι ασκούν μια μαγεία ομοιοπαθητική. Οι παράδοξοι χοροί των μεταμφιεσμένων και τα ποδήματά τους, πρεσβεύει η λαογραφία, πώς παρίσταναν την διέλευση των πνευμάτων της βλάστησης. Μια μορφή χορού είναι και το γαϊτανάκι.
Γαϊτανάκι: Είναι ένα παραδοσιακό παιχνίδι. Αποτελείται από ένα ψηλό στύλο, από την κορυφή του οποίου κρέμονται λωρίδες υφάσματος διαφορετικών χρωμάτων. Τα παιδιά πιάνονται από μια λωρίδα και γυρνούν γύρω-γύρω από το στύλο χορεύοντας και τραγουδώντας.
Πιθανόν ο κυκλικός αυτός χορός να υποδηλώνει τον κύκλο της ζωής, από την χαρά στην λύπη, από τον χειμώνα στην άνοιξη, από την ζωή στον θάνατο και το αντίθετο.
γ) Δεν νοείται καλοπέραση και αποκριά χωρίς τα φαγοπότια:
Είναι και αυτά ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης, τονίζει ο λαογράφος Λουκάτος. Οι πιο πολλές εκδηλώσεις του καρναβαλιού παρατηρούνται, όταν φθάνει η τρανή αποκριά.
Η τρανή αποκριά: Η καθαυτή αποκριά με τα πολλά έθιμα είναι η τελευταία Κυριακή της Τυροφάγου, που λέγεται αλλιώς «τρανή αποκριά», διότι τότε φθάνουν στο αποκορύφωμά τους τα φαγοπότια και τα γλέντια. Ο Γ. Α. Μέγας αναφέρει στο έργο: ελληνικές γιορτές και έθιμο της λαϊκής λατρείας τα εξής: όταν φθάσει η Κυριακή αυτή, εκτείνονται στο έπακρο η ευθυμία, οι αθυροστομίες των μεταμφιεσμένων, οι άσεμνες εμφανίσεις και οι χοροί. Η ημέρα όλη περνά με την κίνηση των μασκαράδων, με τις επισκέψεις και προπάντων με τα πλούσια φαγοπότια, με κύριο γνώρισμα τα γαλακτώδη εδέσματα. Τον γενικό θόρυβο επιτείνουν οι εκπυρσοκροτήσεις των κροτίδων και των ρουκετών.
Πρόσθετα στοιχεία στην περίοδο του καρναβαλιού είναι:
δ) Η θύμηση των νεκρών, που πρέπει να εξευμενισθούν, για να δώσουν καρπό στην γη - σύμφωνα πάντα με τις παραπάνω παγανιστικές αντιλήψεις - και να επιτρέψουν το ξεφάντωμα στους ζωντανούς. Έτσι εξηγούνται και τα Ψυχοσάββατα στην διάρκεια της αποκριάς.
Πώς συμβιβάζονται τώρα οι νεκροί και τα πένθη με το γενικό εύθυμο και φαιδρό τόνο των αποκριάτικων εθίμων; Είναι άραγε απλή σύμπτωση το γεγονός ότι την άνοιξη ακριβώς (αρχές Μαρτίου) που γιορτάζεται η αποκριά με τα Ψυχοσάββατά της, οι αρχαίοι Αθηναίοι γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, γιορτή που είχε διπλή όψη: από την μία δηλαδή γιορτή των λουλουδιών, του κρασιού και της αχαλίνωτης χαράς και από την άλλη γιορτή των νεκρών και των ψυχών;Παρόμοια γιορτή των ψυχών βρίσκουμε και στους Πέρσες, στους Πρώσους και στους υπόλοιπους Ινδογερμανούς. Επομένως η ημέρα των ψυχών και η πιθανή σύνδεσή της με την γιορτή των λουλουδιών και της άνοιξης είναι πολύ παλιά. Ίσως Ινδογερμανική κληρονομιά - και ο Διόνυσος αργότερα μόνον, σαν Θεός της άνοιξης, συνδέθηκε με την γιορτή των νεκρών.ε) Επίσης, γνώρισμα της αποκριάς είναι και οι φωτιές: Ανάβονται στα τρίστρατα σταυροδρόμια το βράδυ της παραμονής της 1ης Μαρτίου στην Θράκη ή το βράδυ της τελευταίας αποκριάς στην Ήπειρο και στην Δυτική Μακεδονία, έχουν καθαρτήριο, σύμφωνα με την λαογραφία, αλλά και μεταβατικό χαρακτήρα, από τον χειμώνα στην άνοιξη. Πηδούν πάνω απ’ αυτές, νέοι και γέροι, «για το καλό», όπως λένε, αλλά και για να καούν οι ψύλλοι και κάθε κακό απομεινάρι του χειμώνα. Πιθανόν και η ονομασία Τριώδιο (τρεις οδοί-δρόμοι) να προήλθε ετυμολογικά απ’ αυτές τις φωτιές στα τρίστρατα σταυροδρόμια. Ειδωλολατρική επομένως και η ονομασία αυτή και μαγική η προέλευσή της. Επίσης, φωτιές ανάβονται και στις πλατείες των χωριών ή και των πόλεων, το βράδυ «της τρανής αποκριάς» για να κάψουν τον καρνάβαλο.
στ) Απαραίτητα τέλος στοιχεία της αποκριάς θεωρούνταιτα κούλουμα και ο χαρταετός: Ο εορτασμός του καρναβαλιού κλείνει με τα κούλουμα και το πέταγμα του χαρταετού. Με τον όρο «κούλουμα», εννοούμε την μαζική έξοδο του κόσμου στην ύπαιθρο και τον εορτασμό της Καθαράς Δευτέρας έξω στην φύση. Τα κούλουμα είναι γνωστά και σαν κούλουμπα, κούμουλες, κουμουλάθες ή κούμουλα.
Σύμφωνα με τον πατέρα της ελληνικής λαογραφίας Νικόλαο Πολίτη η προέλευση της λέξης είναι λατινική, από το «cumulus» που εκτός από την σημασία του σωρού, σημαίνει και την αφθονία, το περίσσευμα, το πέρας, αλλά και τον επίλογο. Η γιορτή λοιπόν της Καθαράς Δευτέρας θεωρείται ο επίλογος των βακχικών εορτών της αποκριάς, οι οποίες ουσιαστικά αρχίζουν την Τσικνοπέμπτη και τελειώνουν την Καθαρά Δευτέρα. Σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδος την Καθαρά Δευτέρα «καθαρίζουν» ό,τι απόμεινε από τα μη νηστίσιμα φαγητά της αποκριάς, διότι και τέτοιου είδους λιχουδιές γεύονται μερικοί, αντί για λαγάνες, χαλβά, ελιές και πίκλες που προτιμούν οι πιο πολλοί, σαν αποτοξίνωση από τα πλούσια φαγοπότια της αποκριάς.
Σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως π.χ. στην Ήπειρο, οι νοικοκυρές καθαρίζουν τις κατσαρόλες και όλα τα χάλκινα σκεύη από τα λίπη της αποκριάς με ζεστό σταχτόνερο μέχρι ν’ αστράψουν και βάφουν άσπρα τα πεζοδρόμια. Αντίθετα άλλοι βάφουν μαύρα τα πρόσωπά τους με καπνιά ή μπογιά παπουτσιών, καθώς χορεύουν και μεθούν όλη την ημέρα σε υπαίθριες συγκεντρώσεις.Απαραίτητο συμπλήρωμα της Καθαράς Δευτέρας αποτελεί το πέταγμα του χαρταετού, με τα ποικίλα χρώματα και σχέδια, από μικρούς και μεγάλους, πιθανόν για να πετάξουν μακριά κάθε έγνοια του χειμώνα, μια και μπαίνει η άνοιξη και όλα, τουλάχιστον στην φύση, είναι πιο χαρούμενα λόγω της ανθοφορίας και της βελτίωσης του καιρού.