
Τμηθεὶς ὁ Μηνᾶς, κἂν κελαδεῖν οὐκ ἔχῃ,
Φιμοῖ κελαδοῦν δυσσεβείας τὸ στόμα.
Eις τον Eρμογένη.
Τὴν δυσσέβειαν ἐκπτύσας Ἑρμογένης,
Ὑπῆρξε Μάρτυς εὐσεβείας ἐκ ξίφους.
Eις τον Eύγραφον.
Τὰς ἐκ μαχαίρας, Εὔγραφε, τρώσεις φέρων,
Ὀξὺς Θεοῦ κάλαμος ὤφθης, εὖ γράφων.
Εὐκέλαδος δεκάτῃ Μηνᾶς ξίφει αὐχένα δῶκεν.
Ο Μηνάς ήταν Αθηναίος και από την οικογένεια του ειδωλολάτρης. Όταν όμως εκπαιδεύτηκε και μορφώθηκε αρκετά, διαπίστωσε ότι η πολυθεΐα ήταν μάλλον ψέμα και πλάνη. Στη μελέτη των φιλοσόφων επίσης, δεν μπόρεσε να βρει κάτι το αληθινό. Τότε προχώρησε στη μελέτη χριστιανικών συγγραμμάτων. Έπειτα του Ευαγγελίου, όπου και βρήκε αυτό πού τον γέμιζε ψυχικά, δηλαδή το φως και την αλήθεια. Έτσι, ο Μήνας έγινε χριστιανός. Αργότερα, ο βασιλιάς Μαξιμίνος (311-313), μη γνωρίζοντας ότι είναι χριστιανός, τον έκανε έπαρχο Αλεξανδρείας.

Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Η καλλικέλαδος, θεόφρον γλώσσα σου, λαμπρώς κηρύξασα, Χριστού την σάρκωσιν, συναθλητάς σοι ευκλεείς, ειλκύσατο εν σταδίω, Μηνά παμμακάριστε, Ερμογένην τον ένδοξον, και τον θείον Εύγραφον, μεθ' ων χαίρων ηγώνισαι. Και νυν την Παναγίαν Τριάδα, υπέρ ημών εκδυσωπείτε.
Κοντάκιον Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Της στρατείας ήρπασε, σε της προσκαίρου, και αφθάρτου έδειξε, συγκληρονομον ω Μηνά, συν τοις συνάθλοις σου Κύριος, ο παρασχών σοι τον άφθαρτον στέφανον.