Eις τον Iωνάν.
Ἔχεις Ἰωνᾶν καὶ σύ, γῆ, πάντως μέγαν,
Κατ' οὐδὲν ἐνδέοντα τοῦ θαλαττίου.
Eις τον Bαραχήσιον.
Διψῶν Βαραχήσιος Ἀθλητῶν τέλους,
Χανδὸν ζεούσης ἐκπίνει πίσσης σκύφον.
Eις τους εννέα.
Χριστοῦ ὑπετμηθέντες ἄνδρες ἐννέα,
Σύνεισιν ἤδη τάξεσι ταῖς ἐννέα.
Οι Άγιοι Ιωνάς και Βαραχήσιος ήταν ασκητές και μαρτύρησαν περίπου το 330 μ.Χ., όταν βασιλιάς των Περσών ήταν ο Σαβώριος και των Βυζαντινών ο Μέγας Κωνσταντίνος. Αυτοί λοιπόν, αναχώρησαν από τη Μονή που μόναζαν και πήγαν σε κάποια κωμόπολη, πού ονομαζόταν Μαρβιαβώχ (ή Μαρμιαβώχ). Εκεί επισκέφθηκαν εννιά κρατούμενους Μάρτυρες, τον Ζανιθά, Λάζαρο, Μαρουθά, Ναρσή, Ηλία, Μάρη, Άβίβο, Σιμιάθη και Σάβα (ή Σώβα) και τους ενθάρρυναν στο μαρτύριο. Αμέσως τότε τους συνέλαβαν και αυτούς και τους οδήγησαν μπροστά σε τρεις άρχοντες των Περσών, τον Μασδράθ, τον Σιρώ και Μαρμισή. Αυτοί συμβούλευσαν τους Ιωνά και Βαραχήσιο ν' αρνηθούν τον Χριστό και να προσκυνήσουν τη φωτιά, το νερό και τον ήλιο. Επειδή όμως οι Άγιοι στάθηκαν σταθεροί στην πίστη τους, τους βασάνισαν φρικτά και τους θανάτωσαν αφού κατατεμάχισαν τα σώματα τους. Τα άγια λείψανα τους τα αγόρασε κάποιος χριστιανός και τα έθαψαν μαζί με αυτά των εννιά προαναφερθέντων Μαρτύρων.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χορόν ἐννεάριθμον, πανευκλεῶν Ἀθλητών, καὶ λόγοις καὶ πράξεσι, πρὸς μαρτυρίου ὁδόν, λαμπρῶς ἐνισχύσατε· ὅθεν ἠγωνισμένοι, σὺν αὐτοῖς θεοφρόνως, ἅμα Βαραχησίῳ, Ἰωνᾶ θεοφόρε, πρεσβεύσατε τῷ Κυρίῳ, χάριν δοῦναι ἡμῖν καὶ ἔλεος.