Η Αγία Στεφανίδα ήταν γυναίκα ενός στρατιωτικού στην Ιταλία το 160 μ.Χ., όταν βασιλιάς ήταν ο Αντωνίνος. Στο μεταξύ πέθανε ο άνδρας της και έμεινε χήρα.
Αυτή λοιπόν, χριστιανή από τους προγόνους της ακόμα, βλέποντας τον Άγιο Βίκτωρα (βλέπε ίδια ημέρα) ότι βασανιζόταν υπερβολικά, τον μακάρισε για την ανδρεία του. Η εκδήλωση της αυτή όμως, προκάλεσε τους ειδωλολάτρες και την οδήγησαν στον ηγεμόνα. Επειδή και εκεί ομολόγησε με θάρρος τον Χριστό, έδεσαν τα χέρια της στις κορυφές δύο δένδρων (φοινίκων), που με τη βία λύγισαν, κατόπιν τα άφησαν ελεύθερα και όπως με ορμή επανήλθαν στην αρχική τους θέση, έσχισαν την Αγία στα δύο, και έτσι παρέδωσε την μακαριά ψυχή της στα χέρια του Θεού.
Αυτή λοιπόν, χριστιανή από τους προγόνους της ακόμα, βλέποντας τον Άγιο Βίκτωρα (βλέπε ίδια ημέρα) ότι βασανιζόταν υπερβολικά, τον μακάρισε για την ανδρεία του. Η εκδήλωση της αυτή όμως, προκάλεσε τους ειδωλολάτρες και την οδήγησαν στον ηγεμόνα. Επειδή και εκεί ομολόγησε με θάρρος τον Χριστό, έδεσαν τα χέρια της στις κορυφές δύο δένδρων (φοινίκων), που με τη βία λύγισαν, κατόπιν τα άφησαν ελεύθερα και όπως με ορμή επανήλθαν στην αρχική τους θέση, έσχισαν την Αγία στα δύο, και έτσι παρέδωσε την μακαριά ψυχή της στα χέρια του Θεού.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Tρισάριθμον σύνταγμα τῶν ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ συμφώνως τιμήσωμεν ὡς καθαιρέτας ἐχθροῦ, Μηνᾶν τὸν ἀοίδημον, Βίκτωρα τὸν γενναῖον καὶ Βικέντιον ἅμα, τούτοις συνευφημοῦντες στεφανίδα τὴν θείαν. Αὐτῶν, Χριστέ, ἱκεσίαις πάντας ἐλέησον.