Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Η Οσία Θεοκτίστη η Λεσβία

Η Οσία Θεοκτίστη ήταν μια ενάρετη μοναχή από τη Μήθυμνα της Λέσβου που έζησε στα χρόνια του βασιλιά του Λέοντα του Σοφού (816 μ.Χ.).
Παιδί ακόμα έμεινε ορφανή και ανατράφηκε σε Παρθενώνα της πόλης. Κάποια μέρα πήγε να επισκεφθεί την αδελφή της, που ήταν σε μια κοντινή κωμόπολη. Τότε συλλήφθηκε μαζί με τους κατοίκους της κωμόπολης αυτής από τους πειρατές της Κρήτης και μεταφέρθηκε με τους άλλους αιχμαλώτους στην Πάρο για πώληση. Εκεί κατόρθωσε να δραπετεύσει και να κρυφτεί στα βουνά, όπου και παρέμεινε μόνη 35 χρόνια, τρεφόμενη με χόρτα. Ανακαλύφθηκε τυχαία από έναν κυνηγό, ο όποιος, μετά από παράκληση της, έφερε σ' αυτή τα θεία μυστήρια. Όταν δε κοινώνησε των Άχραντων Μυστηρίων, πέθανε και τάφηκε από τον ίδιο κυνηγό στον ναό της ιστορικής Μονής Εκατονταπυλιανής. Τα οστά της κατά θαυμαστό τρόπο ευρέθησαν στην Ικαρία και φυλάσσονται στην Ιερά Μονή Λευκάδος, όπου η αγία τιμάται δεόντως.
Για την Οσία αυτή, υπάρχει και μια διήγηση του μονάχου Συμεών του Πάριου, που μοιάζει πολύ με αυτή της Οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας και είναι εντελώς φανταστική.
Ο Δημήτρης Κόκορης στο βιβλίο του «Ορθοδοξα Ελληνικά Μοναστήρια» (Επτάλοφος, 1997, σελ. 380) γράφει για την Ιερά Μονή της Οσίας Θεοκτίστης στην Ικαρία: «Άγνωστο πότε ιδρύθηκε. Πρέπει να υπήρχε προ του 1688. Βρίσκεται στην Ικαρία κοντά στο χωριό Φραντάτο, στο βόρειο μέρος της νήσου, δυτικά του χωριού Πηγή σε δασώδη περιοχή. Ο ναός είναι βασιλική αφιερώμενος στην Οσία Θεοκτίστη την Λεσβία. Εορτάζει στις 9 Νοεμβρίου, αλλά γίνεται περιφορά των λειψάνων της την 1η Κυριακή του Σεπτεμβρίου για τους λουόμενους. Υπάρχει επιγραφή στο ναό που λέγει ότι εκτίσθη από τον Χατζή Παντελή αναγνώστου από την Χίο το 1688. Έχει περί τα 15 κελλιά. Χρησιμοποιούνται ως ξενώνες. Άνευ μοναχών. Δρόμος καλός βατός».
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ἡ Λέσβος βλάστημα, θεῖον σὲ κέκτηται, τοὶς δὲ ἀγώσι σου, Πάρος ἠγίασται, καὶ τῷ σκήνει τῷ σεπτῷ, πεπλούτισται Ἰκαρία. Ὅθεν ὡς παρθένον σε, καὶ Ὁσίαν γεραίρομεν, καὶ ἐπιβοώμεθα, τὴν θερμὴν προστασίαν σου, ἣν δίδου τοὶς βοώσι σοι Μῆτερ, χαίροις Ὁσία Θεοκτίστη.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς ἐγκρατείας τὴν τρυγόνα τὴν φιλέρημον Καὶ παρθενίας τὴν ὑψίκομον κυπάρισσον Θεοκτίστην εὐφημήσωμεν τὴν Ὁσίαν. Ὑπὲρ φύσιν ἐν τῇ Πάρῳ γὰρ ἀσκήσασα Ἐκκλησίας κατεφαίδρυνε τὸ πλήρωμα· Ἧ βοήσωμεν, χαίροις Μῆτερ ἰσάγγελε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τὸ τῆς Λέσβου ἄνθος τερπνόν, τὸ τὴν εὐωδίαν, διαπνεῦσαν τὴν μυστικήν, ἐν τῇ νήσῳ Πάρῳ, θεόφρον Θεοκτίστη, ὀδμῆς τῆς θεοκτίστου, ἐξομοιώσεως.