«Διονύσιος ο Σκυλόσοφος, Μητροπολίτης Λαρίσης. Ούτος ήτο Ιεράρχης έλλογιμώτατος και φιλόσοφος, χλευαστικώς υπό των Τούρκων «σκυλόσοφος» αποκαλούμενος. Εν Τρίκκη εδρεύων ούτος και παρακινηθείς υπό του Δουκός του Νεβέρ, αναγνωρισθέντος υπό πολλών Ιεραρχών, ως έχοντος κληρονομικά δικαιώματα επί του θρόνου των Παλαιολόγων, προυκάλεσε τω 1600 την κατά των Τούρκων έξέγερσιν του Χριστιανικού λαού, όν και καθώπλισεν, άνευ πολεμικής προπαρασκευής, δια της πίστεως εις την έλευθερίαν και του θρησκευτικού ενθουσιασμού. Μετά την άποτυχίαν της επαναστάσεως ταύτης, κατέφυγεν εις την Δύσιν, καταδιωχθείς υπό των Τούρκων. 'Ορμηθείς άργότερον εκ της Μονής του αγίου Δημητρίου του Διχούνη, κειμένης μεταξύ Παραμυθίας, Καρασόβου και Ραδοβίτσης, είσέβαλεν εις Ιωάννινα τω 1611 και έπολιόρκησε το Διοικητήριο. Καταπνιγείσης και ταύτης της επαναστάσεως ο Διονύσιος έκρύβη εις τι σπήλαιον της εν τη λίμνη των Ιωαννίνων νησίδος. Προδοθείς υπό των Εβραίων και συλληφθείς υπό των Τούρκων, υπέστη φρικτά βασανιστήρια, παραμένων αδούλωτος την ψυχήν και πιστός εις την Χριστιανικήν πίστιν. Οι Τούρκοι εξέδειραν τον άγιον ζώντα και παραγεμίσαντες το δέρμα αυτού δι' άχυρων περιήγαγαν αυτό εις διαφόρους πόλεις. Κομίσαντες τούτο εις Κωνσταντινούπολιν, το επέδειξαν εις τον Σουλτάνον, όστις φρικιάσας επί τη οικτρή ταύτη θέα, ήγέρθη από του θρόνου. Οι σύγχρονοι του Διουνυσίου έπέκριναν αυτόν μέχρι τοιούτου σημείου, ώστε το Πατριαρχείο έκήρυξεν αυτόν έκπτωτον του θρόνου Λαρίσης. Εκ του λόγου τούτου αιτιολογείται πιθανώς ή έλλειψις πάσης μνείας του αγίου τούτου ανδρός, όστις ήδικήθη υπό της ιστορίας, εν τοις συναξαρισταίς. Παρά ταύτα ο μάρτυς ούτος δια την εν Χριστώ άθλησιν αυτού τιμάται ως άγιος εν Ηπείρω. Μνεία του αγίου τούτου ελλείπει εκ της τοπικής αγιολογίας Μητροπόλεως Ιωαννίνων και Λαρίσης, εν Ημερολογίω της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ωσαύτως ουδεμία μνεία του αγίου γίνεται εν Μ. Εύχολογίω και τω Άγιολογίω Σωφρ. Εύστρατιάδου».