Όλοι σχεδόν οι Προτεστάντες, αρνούνται τον όρο: "Παναγία", και αρνούνται να δώσουν στην Παναγία την ύψιστη τιμή, μεταξύ όλων των άλλων αγίων. Ένα επιχείρημα που χρησιμοποιούν συνήθως, είναι το εδάφιο που θα εξετάσουμε εδώ. Νομίζουν ότι ο Ιησούς διόρθωσε κάποια γυναίκα που μακάρισε τη μητέρα Του. Όμως το εδάφιο λέει πολύ διαφορετικά πράγματα.
Το περιστατικό ιστορείται στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Ακούγοντας την καταπληκτική διδασκαλία του Κυρίου μία γυναίκα του όχλου αναφωνεί με ενθουσιασμό: «Μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ους εθήλασας» (Λκ 11,27). Μακαρίζει, δηλαδή, τη μητέρα του Κυρίου και στο θαυμασμό της γυναίκας του όχλου ο Κύριος απαντά με τη φράση: «Μενούνγε μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν» (Λκ 11,28).
... η τελευταία πρόταση της περικοπής αποδόθηκε στη νεοελληνική ως εξής: «Μακάριοι μάλλον είναι εκείνοι, που ακούν το λόγο του Θεού και τον φυλάττουν». Άρα, είναι μακάριοι από τον Κύριο οι ακροατές και τηρητές του θείου λόγου.
Ωστόσο, είναι εσφαλμένη η πρόταση ότι «μακάριοι μάλλον» είναι οι τηρητές του θείου λόγου παρά η Παναγία.
Το σφάλμα επικεντρώνεται στην άστοχη μετάφραση της πρώτης λέξεως της προτάσεως, του συνθέτου μορίου «μενούνγε». Σύμφωνα με τα λεξικά, το μόριο αυτό αποτελείται από τρεις λέξεις: Από τον αντιθετικό σύνδεσμο μεν, τον συμπερασματικό ουν και το βεβαιωτικό μόριο γε. Στο συγκεκριμένο χωρίο της Καινής Διαθήκης το «μενούνγε» θα μπορούσε να ισοδυναμεί με τα νεοελληνικά «πράγματι», «ναι, μάλιστα», «βεβαιότατα»! Είναι αξιοσημείωτο ότι με την ίδια σημασία αναφέρεται το «μενούνγε» και σε άλλα τρία χωρία της Καινής Διαθήκης: Ρωμαίους 9,19· 10,18· Φιλιππησίους 3,8.
Ο Κύριος απαντώντας στον μακαρισμό της γυναίκας προτάσσει το «μενούνγε» όχι για να αρνηθεί ή να μειώσει το θαυμασμό προς την μητέρα του. Θέλει να πει ο Κύριος ότι συμφωνεί απόλυτα και αποδέχεται ως ειλικρινή και άδολη την έκφραση του θαυμασμού προς την μητέρα του. Με όσα λέγει στη συνέχεια θέλει να οδηγήσει τη σκέψη των ακροατών του σε κάτι υψηλότερο. Το νόημα των λόγων του είναι: «Ναι, μάλιστα βέβαια! Μακαρία η μητέρα μου, όπως λες, αλλά κι εγώ σου λέω ότι μακάριος είναι εκείνος, που ακούει το θείο λόγο μου και τον τηρεί».
Έτσι, ο Κύριος ενθαρρύνει τη γυναίκα να ελπίζει ότι κι αυτή, αλλά και κάθε χριστιανός μπορεί να γίνει ευτυχισμένος, όπως η μητέρα του, αν ακούσει τον λόγον του και τον τηρήσει. Το ίδιο νόημα έχει και μία άλλη σχετική απάντηση του Ιησού, όταν, καθώς μιλούσε, του ανήγγειλαν ότι τον ζητούν η μητέρα και οι αδελφοί του κι αυτός απάντησε: «Μήτηρ μου και αδελφοί μου ούτοί εισιν οι τον λόγον του Θεού ακούοντες και ποιούντες αυτόν» (Λκ 8,21 · Μτ 12,48-50· Μκ 3,34-35).
Η μακαριότητα της Παρθένου, η υψίστη δόξα της συνίσταται στο ότι εκλέχθηκε, να γίνει μητέρα του Κυρίου, ακριβώς, διότι παρέμεινε αιώνιος φύλακας του θεϊκού Κυρίου.