Αν θέλουμε να γνωρίσουμε από κοντά το μοναστήρι, δεν έχουμε παρά να αφήσουμε για λίγες ώρες την πολύβουη πόλη του Βόλου και να πάρουμε τον βουνήσιο πηλιορείτικο δρόμο προς τον Άγιο Γεώργιο Νηλείας. Η διαδρομή, από την Αγριά, τα Κάτω και τα Άνω Λεχώνια, ανεβαίνοντας γίνεται μαγευτική, καθώς περνάει μέσα από γραφικές ρεματιές που τις καλύπτει πυκνή βλάστηση• δροσιά, αναψυχή και εκτόνωση από την ρυπαρή ατμόσφαιρα των πόλεων.
Από το χωριό του Αγίου Βλασίου και πάνω, ο δρόμος είναι ευρύς και ομαλός, πρόσφατα τακτοποιημένος για την διευκόλυνση της κυκλοφορίας όχι μόνο μικρών αυτοκινήτων αλλά και μεγάλων εκδρομικών λεωφορείων. Λίγη ώρα αφού το προσπεράσουμε, μπαίνουμε στην άνετη παρακαμπτήριο των 800 μ. που θα μας οδηγήσει έξω από την μοναστηριακή πύλη.
Παίρνοντας την στροφή, έχουμε μια γενική άποψη της Μονής από τα νότια. Πίσω από ένα αύλειο χώρο με φλαμουριές, μία γέρικη αγριοκαστανιά, ένα ανεμοδαρμένο κυπαρίσσι και άλλα δένδρα, ξεπροβάλλει το λιθόκτιστο καστρομονάστηρο, με τα δύο «σαχνισιά» του να εξέχουν. Η πηλιορείτικη πέτρα, χαρακτηριστικό των γραφικών κτισμάτων της περιοχής, αντικατέστησε κατά τις ανακαινιστικές προσπάθειες της Αδελφότητος τον κακόγουστο σοφά που σκέπαζε την εξωτερική όψη του κτίσματος, και αποκατέστησε την αρχική μορφή του ιστορικού μοναστηριού.
Διακρίνουμε ακόμα τον νεόδμητο Ναό που υψώνεται δίπλα στο τετραγωνισμένο συγκρότημα της Μονής. Αφιερωμένος στον Αρχιστράτηγο Μιχαήλ, δίνει, αν και νεώτερο κτίσμα, το στίγμα στον επισκέπτη πως αυτό είναι «τ’ αη-Ταξιαρχού το μαναστήρι», όπως το έλεγαν οι παλιοί. Πιστό αντίγραφο των αγιορείτικων καθολικών, αναπληρώνει με τους έξι τρούλους του τα υστερήματα του μικρού παλιού Καθολικού, που θλίβεται ακόμη για την απώλεια του μικρού του λιθοσκέπαστου τρουλλίσκου.
Μια πετρόκτιστη κρήνη απέναντι από την καινούρια εκκλησία μας γνέφει φιλόξενα να γευθούμε το νερό της. Είναι μια προσφορά δροσερής αναψυχής στον διψασμένο επισκέπτη. Ένα γύρο στημένα σαν παλιακά στολίδια τα πιθάρια των παλαιών πατέρων, φωνές μιας άλλης εποχής• άλλα ακέραια και άλλα σε όχι τόσο καλή κατάσταση, κάποια με την ηλικία τους αναγραμμένη πάνω τους (1726), δεν φιλοξενούν πια ελιές, λάδι και κρασί, αλλά γλάστρες με δροσερά λουλούδια.Εισερχόμαστε από την κεντρική πύλη της Μονής. Η εσωτερική πλακοστρωμμένη αυλή, που διαμορφώθηκε το 2001, είναι διαρρυθμισμένη σε δύο επίπεδα. Ανεβαίνουμε τα σκαλοπάτια της φαρδιάς κλίμακας από το χαμηλότερο προς το υψηλότερο, προσπερνώντας το παλιό Αρχονταρίκι στα αριστερά και κάνοντας τον σταυρό μας μπροστά στην μεγάλη εικόνα των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ στα δεξιά, που μας καλωσορίζουν φιλόξενα. Το πρώτο που αντικρίζουμε μπροστά μας είναι ο νότιος τοίχος του παλιού Καθολικού, που μοιάζει στριμωγμένο ανάμεσα στις πτέρυγες. Στρίβοντας, όμως, αριστερά, το μάτι αναπαύεται στη θέα μιας αρκετά ευρύχωρης τετράγωνης αυλής. Στο κέντρο της φυτεμένη η παλιά εκκλησούλα, χαίρεται για την ασφάλεια από τους ανέμους και τις θύελλες που της εξασφαλίζουν τα γύρω κτίσματα. Όλος ο εσωτερικός αύλειος χώρος είναι στολισμένος με λευκοφορεμένες γαρδένιες, επιβλητικές ορτανσίες, ευγενικές καμέλιες, ταπεινά πανσεδάκια, ντελικάτες αζελέες, χαριτωμένα μιγκέ, λουλούδια πολύχρωμα και χαρωπά που ξεκουράζουν το βλέμμα και την ψυχή. Αν, μάλιστα, έχουμε συνηθίσει να μην αντικρίζουμε άλλο από τσιμεντένια κτήρια μέσα στον γκριζωπό περίγυρο της πόλης, το θέαμα είναι σωστό πανόραμα.Το κτηριακό συγκρότημα περιστοιχίζει το Καθολικό με την μορφή του γνωστού αθωνικού τετραγώνου• είναι κι αυτό ένα δείγμα της αγιορειτικής καταγωγής του. Η πετρόχτιστη μορφή του του δίνει πηλιορείτικο χρώμα. Η πέτρα που επενδύει τους τοίχους είναι η ίδια που χρησιμοποιήθηκε από τους παλιούς πατέρες, για να πάρει ξανά στις πρόσφατες ανακαινίσεις τη θέση που της ανήκε, εδώ και δύο αιώνες τώρα. Οι σκεπές τριγύρω σκεπασμένες με την παραδοσιακή πλάκα Πηλίου, αφήνουν να ξεχωρίζει στο κέντρο η δίρριχτη στέγη του μικρού Καθολικού ντυμένη με γαλλικά κόκκινα κεραμίδια, που αντικατέστησε μετά τον σεισμό του 1954 τον λιθοσκέπαστο τρούλο. Αριστερά του Καθολικού υψώνεται η βορεινή πτέρυγα με τον γραφικό εξώστη των κελιών. Προσαρμοσμένη πάνω της η μαρμάρινη κρήνη του 1764 με τα ωραία λιθανάγλυφα αποτελεί πραγματικό στολίδι μέσα στην εσωτερική αυλή. Ακριβώς από πάνω της το γραφείο του Ηγουμενείου με το ξύλινο ζωγραφιστό ταβάνι του, που μας θυμίζει παρόμοια καλλιτεχνήματα αγιορειτικών Μονών.Πίσω από τον Ναό η παλιά ανατολική πτέρυγα, μη ανακαινισμένη ακόμα, στεγάζει κελιά, μικρούς εργαστηριακούς χώρους και το εσωτερικό Παρεκκλήσιο του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου και των Οσίων Παταπίου και Αντωνίου. Το παρεκκλήσιο αυτό χτίστηκε στη θέση του γκρεμισμένου πια πύργου, που τον 19ο αι., μια και δεν υπήρχαν πια πειρατές, χρησίμευε στους πατέρες ως χώρος για να φυλάγουν τους επικίνδυνους ψυχασθενείς και τους δαιμονισμένους που έρχονταν στη Μονή για να θεραπευτούν.
Η νότια και η δυτική πτέρυγα είναι οι τελευταίες που ανακαινίστηκαν, το έτος 2000. Σήμερα στεγάζουν σειρά κελιών, ένα χαρούμενο και ζεστό Συνοδικό που φιλοξενεί την Αδελφότητα σε συνάξεις πνευματικής οικοδομής, το γραφείο, το ιερορραφείο-κεντητήριο και το αγιογραφείο. Και πάλι οι ζωγραφισμένες οροφές, που με τα χέρια τους οι αδελφές επιμελήθηκαν και ζωγράφισαν, μας θυμίζουν ωραίες παραδόσεις μιας άλλης εποχής… Στεγάζει ακόμη και την βιβλιοθήκη, όπου μπορούμε να βρούμε όχι μόνο ικανό αριθμό βιβλίων ποικίλου περιεχομένου, αλλά και όσα από τα παλιά πολύτιμα βιβλία της Μονής διασώθηκαν από την καταστροφική μανία των ανθρώπων, του χρόνου και του…σαρακιού!
Στο ισόγειο της δυτικής πτέρυγας εισερχόμεθα για να αναπαυθούμε στο νέο αρχονταρίκι της Μονής• είναι ένας αρκετά ευρύχωρος χώρος, φτιαγμένος με πολλή αγάπη και μεράκι από την Αδελφότητα για τους προσκυνητές της χάριτος των Αρχαγγέλων.
Βγαίνοντας απ' αυτό, οδηγούμαστε μέσω του «διαβατικού» στον εξωτερικό αύλειο χώρο, απ' όπου αντικρίζουμε τον νέο Ι. Ναό, ημιτελή ακόμη, αλλά πρόθυμο να φιλοξενήση ευλογημένες λατρευτικές στιγμές προς ανάπαυση και αγιασμό των πιστών. Από το περιστύλιό του, σαν από πανοραμικό εξώστη, αγναντεύουμε τον Παγασητικό κόλπο με τα γραφικά παραθαλάσσια χωριουδάκια να απλώνονται νωχελικά από τις ακτές του μέχρι τα ριζά του γραφικού Πηλίου, του βουνού όχι πια των Κενταύρων, αλλά «των Κελλίων», από τα οποία ένα είναι και τούτο εδώ το πολυαιωνόβιο μοναστήρι…