Β ΠΕΤΡΟΥ 1
Β Πε. 1,1 Συμεὼν Πέτρος, δοῦλος καὶ ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῖς ἰσότιμον ἡμῖν λαχοῦσι πίστιν ἐν δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ·
Β Πε. 1,1 Ο Σιμων Πετρος, δούλος και απόστολος Ιησού Χριστού προς εκείνους, στους οποίους εδόθη δωρεάν, σαν δια λάχνού, η ιδία κατά την αξίαν και την τιμήν πίστις, που εδόθη και εις ημάς, ένεκα της αμερολήπτου δικαιοσύνης του Ιησού Χριστού, του Θεού μας και Σωτήρος.
Β Πε. 1,2 χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη πληθυνθείη ἐν ἐπιγνώσει τοῦ Θεοῦ καὶ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν.
Β Πε. 1,2 Εύχομαι να πληθυνθή μεταξύ σας η χάρις και η ειρήνη, δια της όσον το δυνατόν βαθυτέρας και τελειοτέρας γνώσεως του Θεού και του Ιησού, του Κυρίου μας.
Β Πε. 1,3 Ὡς πάντα ἡμῖν τῆς θείας δυνάμεως αὐτοῦ τὰ πρὸς ζωὴν καὶ εὐσέβειαν δεδωρημένης διὰ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ καλέσαντος ἡμᾶς διὰ δόξης καὶ ἀρετῆς,
Β Πε. 1,3 Και τούτο, διότι η θεία δύναμις του Κυρίου Ιησού μας έχει δωρήσει όλα όσα οδηγούν και υποβοηθον προς την πνευματικήν ζωήν και την ευσέβειαν. Μας τα εδώρησε δε δια της ακριβούς και βαθείας γνώσεως του αληθινού Θεού, ο οποίος μας εκάλεσεν από την πλάνην και την ενόχην, χάρις εις την ιδικήν του άπειρον δόξαν και την αρετήν.
Β Πε. 1,4 δι᾿ ὧν τὰ τίμια ἡμῖν καὶ μέγιστα ἐπαγγέλματα δεδώρηται, ἵνα διὰ τούτων γένησθε θείας κοινωνοὶ φύσεως ἀποφυγόντες τῆς ἐν κόσμῳ ἐν ἐπιθυμίᾳ φθορᾶς.
Β Πε. 1,4 Δια μέσου δε αυτών των απείρων τελειοτήτων του έχουν δωρηθή εις ημάς αι ανεκτίμητοι και μέγισται υποσχέσεις, ίνα ελκυόμενοι και ενισχυόμενοι από αυτάς γίνετε συμμέτοχοι θείας φύσεως, αποφεύγοντες και ελευθερούμενοι από την φαυλότητα και την διαφθοράν του κόσμου, προς την οποίαν ωθεί και υποδουλώνει η αμαρτωλή επιθυμία.
Β Πε. 1,5 καὶ αὐτὸ τοῦτο δὲ σπουδὴν πᾶσαν παρεισενέγκαντες ἐπιχορηγήσατε ἐν τῇ πίστει ὑμῶν τὴν ἀρετήν, ἐν δὲ τῇ ἀρετῇ τὴν γνῶσιν,
Β Πε. 1,5 Δι' αυτό τούτο δε και σεις καταβάλατε από τον ευατόν σας κάθε επιμέλειαν και δραστηριότητα και προσθέσατε εις την πίστιν σας την αρετήν· εις δε την αρετήν προσθέσατε (και υπό της προσωπικής σας πείρας βοηθούμενοι) την ακριβή γνώσιν του θείου θελήματος.
Β Πε. 1,6 ἐν δὲ τῇ γνώσει τὴν ἐγκράτειαν, ἐν δὲ τῇ ἐγκρατείᾳ τὴν ὑπομονήν, ἐν δὲ τῇ ὑπομονῇ τὴν εὐσέβειαν,
Β Πε. 1,6 Εις δε την ακριβή γνώσιν προσθέσατε την αυτοκυριαρχίαν και σωφροσύνην, εις δε την αυτοκυριαρχίαν και σωφροσύνην την υπομονήν κατά τας διαφόρους περιπετείας και θλίψεις· εις δε την υπομονήν την ευσέβειαν.
Β Πε. 1,7 ἐν δὲ τῇ εὐσεβείᾳ τὴν φιλαδελφίαν, ἐν δὲ τῇ φιλαδελφίᾳ τὴν ἀγάπην.
Β Πε. 1,7 Εις δε την ευσέβειαν προσθέσατε την ειλικρινή αγάπην προς τους αδελφούς· εις αυτήν δε την φιλαδελφίαν προσθέσατε την αγάπην προς τον Θεόν και προς όλους.
Β Πε. 1,8 ταῦτα γὰρ ὑμῖν ὑπάρχοντα καὶ πλεονάζοντα οὐκ ἀργοὺς οὐδὲ ἀκάρπους καθίστησιν εἰς τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπίγνωσιν·
Β Πε. 1,8 Διότι, όταν όλα αυτά τα υπέροχα πλεονεκτήματα υπάρχουν και πλεονάζουν εις σας, δεν θα σας κάμουν αμελείς και ακάρπους, αλλά τουναντίον δραστηρίους και πλήρεις πνευματικών καρπών, δια να προχωρήσετε έτσι και ολοκληρώσετε, μέσω και της προσωπικής αυτής πείρας σας, την τελείαν γνώσιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Β Πε. 1,9 ᾧ γὰρ μὴ πάρεστι ταῦτα, τυφλός ἐστι, μυωπάζων, λήθην λαβὼν τοῦ καθαρισμοῦ τῶν πάλαι αὐτοῦ ἁμαρτιῶν.
Β Πε. 1,9 Διότι εκείνος στον οποίον δεν υπάρχουν αυτά τα προσόντα, που ανέφερα, είναι τυφλός, βλέπει σκοτεινά και ακαθόριστα σαν μύωψ, επειδή ελησμόνησε τον καθαρισμόν των παλαιών αμαρτιών του, τον οποίον έλαβε με το βάπτισμα και τα άλλα μυστήρια της Εκκλησίας.
Β Πε. 1,10 διὸ μᾶλλον, ἀδελφοί, σπουδάσατε βεβαίαν ὑμῶν τὴν κλῆσιν καὶ ἐκλογὴν ποιεῖσθαι· ταῦτα γὰρ ποιοῦντες οὐ μὴ πταίσητέ ποτε.
Β Πε. 1,10 Δια τούτο, αδελφοί, αναπτύξατε ακόμη μεγαλυτέραν δραστηριότητα και επιμέλειαν και εργασθήτε περισσότερον, δια να κάμετε σταθεράν και ακλόνητον πραγματικότητα την κλήσιν και την εκλογήν σας με τας αρετάς, που σας είπα. Διότι, όταν εφαρμόζετε αυτά, τότε δεν θα προσκόψετε ποτέ εις τίποτε και δεν θα πέσετε.
Β Πε. 1,11 οὕτω γὰρ πλουσίως ἐπιχορηγηθήσεται ὑμῖν ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Β Πε. 1,11 Επειδή έτσι θα χορηγηθή εις σας τελείως ελευθέρα και ανεμπόδιστος η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του Κυρίου ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού.
Β Πε. 1,12 Διὸ οὐκ ἀμελήσω ἀεὶ ὑμᾶς ὑπομιμνήσκειν περὶ τούτων, καίπερ εἰδότας καὶ ἐστηριγμένους ἐν τῇ παρούσῃ ἀληθείᾳ.
Β Πε. 1,12 Δι' αυτό και εγώ δεν θα παραμελήσω να σας υπενθυμίζω αυτά, δια τα οποία σας έγραψα, αν και γνωρίζετε καλά και είσθε στηριγμένοι εις την χριστιανικήν αλήθειαν, που είναι φανερά και παρούσα εις σας.
Β Πε. 1,13 δίκαιον δὲ ἡγοῦμαι, ἐφ᾿ ὅσον εἰμὶ ἐν τούτῳ τῷ σκηνώματι, διεγείρειν ὑμᾶς ἐν ὑπομνήσει,
Β Πε. 1,13 Νομίζω δε, ότι είναι ορθόν και δίκαιον, εφ' οσον υπάρχω και ζω ακόμη στο σώμα τούτο, στο επίγειον αυτό σκήνωμα, να σας εξυπνώ και να σας κρατώ προσεκτικούς και προθύμους με την υπόμνησιν και ανάμνησις αυτών των αληθειών.
Β Πε. 1,14 εἰδὼς ὅτι ταχινή ἐστιν ἡ ἀπόθεσις τοῦ σκηνώματός μου, καθὼς καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐδήλωσέ μοι.
Β Πε. 1,14 Τοσούτω μάλλον, καθ' όσον γνωρίζω ότι, όπως μου εφανέρωσε ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός, είναι σύντομος και πολύ προσεχής η εκδημία μου εκ του κόσμου τούτου και η απόθεσις του σώματός μου στον τάφον.
Β Πε. 1,15 σπουδάσω δὲ καὶ ἑκάστοτε ἔχειν ὑμᾶς μετὰ τὴν ἐμὴν ἔξοδον τὴν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι.
Β Πε. 1,15 Θα φροντίσω δε με τα θεόπνευστα κείμενα, που σας αφίνω, να διατηρήτε πάντοτε την ανάμνησιν των αληθειών αυτών και μετά την εκ του κόσμου τούτου εκδημίαν μου.
Β Πε. 1,16 οὐ γὰρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν, ἀλλ᾿ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος.
Β Πε. 1,16 Διότι ημείς οι Απόστολοι δεν κατεστήσαμεν εις σας γνωστήν την άπειρον δύναμιν και την ένδοξον Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ακολουθήσαντες μύθους φκιασμένους με τέχνην και επιτηδειότητα, αλλά σας εδιδάξαμεν τας μεγάλας αυτάς αληθείας, επειδή είδαμεν με τα ίδια μας τα μάτια την μεγαλειότητα Εκείνου κατά την ένδοξον μεταμόρφωσίν του.
Β Πε. 1,17 λαβὼν γὰρ παρὰ Θεοῦ πατρὸς τιμὴν καὶ δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπὸ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης, οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα, -
Β Πε. 1,17 Διότι κατά την μεταμόρφωσιν έλαβεν από τον Θεόν Πατέρα ο Χριστός τιμήν και δόξαν, όταν ηκούσθη δι' αυτόν από την μεγαλοπρεπή δόξαν του Θεού, τέτοια φωνή· “αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίον εγώ έχω ευαρεστηθη”.
Β Πε. 1,18 καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν, σὺν αὐτῷ ὄντες ἐν τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ.
Β Πε. 1,18 Και αυτήν την φωνήν ημείς, που ήμεθα μαζή του στο άγιον εκείνο όρος της μεταμορφώσεώς του, την ηκούσαμεν να βγαίνη και να έρχεται από τον ουρανόν.
Β Πε. 1,19 καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον, ᾧ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ, ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάσῃ καὶ φωσφόρος ἀνατείλῃ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν,
Β Πε. 1,19 Και έπειτα από την επίσημον αυτήν μαρτυρίαν του Πατρός έχομεν τώρα περισσότερον σταθεράν και ασφαλή την πεποίθησίν μας εις τας προφητείας της Π.Διαθήκης περί του Ιησού Χριστού. Εις αυτούς δε τους προφητικούς λόγους καλά κάμνετε, που προσέχετε, σαν εις ένα λύχνον, που φωτίζει εις σκοτεινόν και δύσβατον τόπον, μέχρις ότου ολοκάθαρον πλέον το φως του Ευαγγελίου λάμψη, σαν εις πλήρη ημέραν και ολόλαμπρος ανατείλη εις τας καρδίας σας ο νοητός ήλιος της δικαιοσύνης, ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός.
Β Πε. 1,20 τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες, ὅτι πᾶσα προφητεία γραφῆς ἰδίας ἐπιλύσεως οὐ γίνεται.
Β Πε. 1,20 Υπό την απαραίτητον προϋπόθεσιν ότι τούτο προ παντός πρέπει να γνωρίζετε· ότι κάθε προφητεία της Αγίας Γραφής δεν λύεται και δεν αποσαφηνίζεται κατά την προσωπικήν εκάστου αντίληψιν, αλλά με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος.
Β Πε. 1,21 οὐ γὰρ θελήματι ἀνθρώπου ἠνέχθη ποτὲ προφητεία, ἀλλ᾿ ὑπὸ Πνεύματος Ἁγίου φερόμενοι ἐλάλησαν ἅγιοι Θεοῦ ἄνθρωποι.
Β Πε. 1,21 Διότι ποτέ έως τώρα δεν ελέχθη προφητεία με τον νουν και το θέλημα του ανθρώπου, αλλά οι άγιοι άνθρωποι του Θεού, οι προφήται, επροφήτευσαν εμπνεόμενοι και οδηγούμενοι από το Αγιον Πνεύμα.
Β ΠΕΤΡΟΥ 2
Β Πε. 2,1 Ἐγένοντο δὲ καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ, ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας, καὶ τὸν ἀγοράσαντα αὐτοὺς δεσπότην ἀρνούμενοι ἐπάγοντες ἑαυτοῖς ταχινὴν ἀπώλειαν·
Β Πε. 2,1 Εκτός όμως των αληθινών προφητών ανεφάνησαν και ψευδοπροφήται στον ιουδαϊκόν λαόν, όπως άλλωστε και μεταξύ σας θα παρουσιασθούν ψευδοδιδάσκαλοι, οι οποίοι με πολλήν επιτηδειότητα και πανουργίαν θα προσπαθήσουν να εισαγάγουν και διαδώσουν ολεθρίας αιρέσεις. Θα αρνούνται δε και θα παραμερίζουν αυτόν τον Κυριον και Δεσπότην, που τους εξηγόρασεν από την αιωνίαν καταδίκην με το αίμα του, και θα επισύρουν εναντίον του εαυτού των ταχείαν καταστροφήν.
Β Πε. 2,2 καὶ πολλοὶ ἐξακολουθήσουσιν αὐτῶν ταῖς ἀσελγείαις, δι᾿ οὓς ἡ ὁδὸς τῆς ἀληθείας βλασφημηθήσεται·
Β Πε. 2,2 Και πολλοί θα παρασυρθούν από τους δολίους αυτούς αιρετικούς και θα ακολουθήσουν τας διαφόρους αυτών ακολασίας. Εξ αιτίας δε όλων αυτών θα βλασφημηθή και θα κακολογηθή ο δρόμος της χριστιανικής αληθείας, που οδηγεί στον αγιασμόν και την ομοίωσιν προς τον Θεόν.
Β Πε. 2,3 καὶ ἐν πλεονεξίᾳ πλαστοῖς λόγοις ὑμᾶς ἐμπορεύσονται, οἷς τὸ κρῖμα ἔκπαλαι οὐκ ἀργεῖ, καὶ ἡ ἀπώλεια αὐτῶν οὐ νυστάξει.
Β Πε. 2,3 Και οι ψευδοδιδάσκαλοι αυτοί, σαν απατεώνες και δόλιοι έμποροι, δια να επιτύχουν εις βάρος σας αισχρά κέρδη, θα σας εκμεταλλευθούν με ψευδείς διδασκαλίας, τας οποίας θα συλλαμβάνη και θα πλάθη η νοσηρά των διάνοια. Εναντίον αυτών η καταδίκη δεν θα βραδύνη, όπως και εις την παλαιάν εποχήν δεν εβράδυνε εναντίον άλλων ομοίων των, και η απώλειά των δεν κοιμαται (αλλά θα εκσπάση βαρεία εναντίον των, όταν σταματήση πλέον η μακροθυμία του Θεού).
Β Πε. 2,4 εἰ γὰρ ὁ Θεὸς ἀγγέλων ἁμαρτησάντων οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ σειραῖς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εἰς κρίσιν τηρουμένους,
Β Πε. 2,4 Διότι, εάν ο Θεός δεν ελυπήθη και δεν ελογαριασε και αυτούς ακόμη τους αγγέλους που είχαν αμαρτήσει, αλλά με φοβερές αλυσίδες δεμένους τους έρριψε στο βαθύ σκοτάδι του ταρτάρου και τους παρέδωσε να φρουρούνται δια την ημέραν της κρίσεως·
Β Πε. 2,5 καὶ ἀρχαίου κόσμου οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ ὄγδοον Νῶε δικαιοσύνης κήρυκα ἐφύλαξε, κατακλυσμὸν κόσμῳ ἀσεβῶν ἐπάξας,
Β Πε. 2,5 και εάν τον παλαιόν εκείνον κόσμον της εποχής του κατακλυσμού δεν ελυπήθη, αλλά διεφύλαξε μόνον τον Νώε και επτά άλλους από την καταστροφήν, όταν εξαπέλυσε τον κατακλυσμόν στον κόσμον των ασεβών·
Β Πε. 2,6 καὶ πόλεις Σοδόμων καὶ Γομόῤῥας τεφρώσας καταστροφῇ κατέκρινεν, ὑπόδειγμα μελλόντων ἀσεβεῖν τεθεικώς,
Β Πε. 2,6 και εάν τας πόλεις των Σοδόμων και της Γομόρρας τας έκαψε και τας έκαμε στάκτην και τας κατεδίκασε εις την φοβεράν αυτήν καταστροφήν, να μένουν ως παράδειγμα της θείας οργής προς εκείνους, που θα εζούσαν στο μέλλον με ασέβειαν και φαυλότητα·
Β Πε. 2,7 καὶ δίκαιον Λὼτ καταπονούμενον ὑπὸ τῆς τῶν ἀθέσμων ἐν ἀσελγείᾳ ἀναστροφῆς ἐῤῥύσατο· -
Β Πε. 2,7 και εάν τον δίκαιον Λωτ τον εγλύτωσε όταν εταλαιπωρείτο και υπέφερε από την φαύλην συμπεριφοράν και ζωήν εκείνων, που με τας βδελυράς ακολασίας των καταπατούσαν και παρεβίαζαν τους φυσικούς θεσμούς της συνειδήσεως,
Β Πε. 2,8 βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ ὁ δίκαιος, ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς, ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ψυχὴν δικαίαν ἀνόμοις ἔργοις ἐβασάνιζεν· -
Β Πε. 2,8 διότι ο δίκαιος Λωτ βλέπων με τα μάτια του και ακούων καθημερινώς τας φαυλότητας εκείνων εν μέσω των οποίων κατοικούσε, έθετεν εις δοκιμασίαν και βάσανον κάθε ημέραν την δικαίαν ψυχήν του με τα παράνομα έργα των, χωρίς καθόλου να παρασυρθή από το ελεεινόν παράδειγμα των-.
Β Πε. 2,9 οἶδε Κύριος εὐσεβεῖς ἐκ πειρασμοῦ ῥύεσθαι, ἀδίκους δὲ εἰς ἡμέραν κρίσεως κολαζομένους τηρεῖν,
Β Πε. 2,9 Ολα αυτά μαρτυρούν, ότι γνωρίζει ο Κυριος τους μεν ευσεβείς να τους γλυτώνη και να τους σώζη από δοκιμασίας και περιπετείας, τους δε αδίκους, οι οποίοι και κατά την παρούσαν ζωήν βασανίζονται από την αμαρτωλότητά των, να τους φυλάττη δια την μεγάλην εκείνην ημέραν της Κρίσεως (οπότε και θα τους επιβάλη πλήρη την τιμωρίαν).
Β Πε. 2,10 μάλιστα δὲ τοὺς ὀπίσω σαρκὸς ἐν ἐπιθυμίᾳ μιασμοῦ πορευομένους καὶ κυριότητος καταφρονοῦντας. τολμηταί, αὐθάδεις! δόξας οὐ τρέμουσι βλασφημοῦντες,
Β Πε. 2,10 Εις κρίσιν και αιωνίαν καταδίκην ο Θεός κρατεί μάλιστα εκείνους, που πορεύονται οπίσω από τας σαρκικάς ηδονάς με επιθυμίας που μολύνουν και μιαίνουν, και οι οποίοι καταφρονούν την κυριότητα και εξουσίαν του παντοδυνάμου Θεού. Αυτοί είναι θρασείς και αδίστακτοι δια το κακόν, αλαζονικοί και αναιδείς. Δεν φοβούνται και δεν τρέμουν, όταν βλασφημούν και χλευάζουν και αυτούς τους ενδόξους αγγέλους.
Β Πε. 2,11 ὅπου ἄγγελοι, ἰσχύϊ καὶ δυνάμει μείζονες ὄντες, οὐ φέρουσι κατ᾿ αὐτῶν παρὰ Κυρίῳ βλάσφημον κρίσιν.
Β Πε. 2,11 Εις στιγμήν κατά την οποίαν οι άγγελοι, αν και κατά την ισχύν και την δύναμιν είναι μεγαλύτεροι, δεν εκφέρουν ενώπιον του Κυρίου κρίσιν υβριστικήν ούτε και εναντίον των πονηρών δαιμόνων.
Β Πε. 2,12 οὗτοι δέ, ὡς ἄλογα ζῷα φυσικὰ γεγεννημένα εἰς ἅλωσιν καὶ φθοράν, ἐν οἷς ἀγνοοῦσι βλασφημοῦντες, ἐν τῇ φθορᾷ αὐτῶν καταφθαρήσονται,
Β Πε. 2,12 Αυτοί δε οι αιρετικοί, σαν άλογα ζώα, γεννημένα δια να ακολουθούν τας φυσικάς ορμάς, θα καταδικασθούν ασφαλώς εις φθοράν και απώλειαν, διότι υβρίζουν και βλασφημούν, εκείνα τα οποία αγνοούν, δηλαδή τους αγγέλους.
Β Πε. 2,13 κομιούμενοι μισθὸν ἀδικίας, ἡδονὴν ἡγούμενοι τὴν ἐν ἡμέρᾳ τρυφήν, σπίλοι καὶ μῶμοι, ἐντρυφῶντες ἐν ταῖς ἀπάταις αὐτῶν, συνευωχούμενοι ὑμῖν,
Β Πε. 2,13 Θα πάρουν δε ως μισθόν την πρέπουσαν τιμωρίαν της αδικίας των. Αυτοί θεωρούν ως ηδονήν και απόλαυσιν το να οργιάζουν εις τρυφηλάς διασκεδάσεις, όχι μόνον την νύκτα, αλλά και την ημέραν. Είναι στίγματα και όνειδος της κοινωνίας και θεωρούν απόλαυσιν και ηδονήν να παραπλανούν τους άλλους με τας απάτας των, τας οποίας μάλιστα θέτουν εις κυκλοφορίαν, όταν συντρώγουν μαζή σας.
Β Πε. 2,14 ὀφθαλμοὺς ἔχοντες μεστοὺς μοιχαλίδος καὶ ἀκαταπαύστους ἁμαρτίας, δελεάζοντες ψυχὰς ἀστηρίκτους, καρδίαν γεγυμνασμένην πλεονεξίας ἔχοντες, κατάρας τέκνα!
Β Πε. 2,14 Εχουν μάτια γεμάτα από αισχράς επιθυμίας και τα οποία μάτια συνεχώς και ακαταπαύστως αμαρτάνουν. Εξαπατούν με δελεαστικά και απατηλά λόγια ψυχάς, που δεν είναι στηριγμέναι εις την πίστιν και την αρετήν. Εχουν αυτοί καρδίαν γυμνασμένην εις την αχόρταστον επιθυμίαν του χρήματος και των ηδονών. Είναι τέκνα της κατάρας!
Β Πε. 2,15 καταλιπόντες εὐθεῖαν ὁδὸν ἐπλανήθησαν, ἐξακολουθήσαντες τῇ ὁδῷ τοῦ Βαλαὰμ τοῦ Βοσόρ, ὃς μισθὸν ἀδικίας ἠγάπησεν.
Β Πε. 2,15 Αφού εγκατέλειψαν τον ευθύν δρόμον, παρεπλανήθησαν εις τας αδιεξόδους της αμαρτίας. Ηκολούθησαν τον δρόμον και το κακόν παράδειγμα του Βαλαάμ, υιού του Βοσόρ, ο οποίος ηγάπησε μισθόν της αδικίας (όταν επήρε χρήματα από τον βασιλέα των Μωαβιτών, δια να καταρασθή εν γνώσει του άδικα, τον λαόν του Θεού, τους Ισραηλίτας).
Β Πε. 2,16 ἔλεγξιν δὲ ἔσχεν ἰδίας παρανομίας· ὑποζύγιον ἄφωνον ἐν ἀνθρώπου φωνῇ φθεγξάμενον ἐκώλυσε τὴν τοῦ προφήτου παραφρονίαν.
Β Πε. 2,16 Αλλ' επήρε τον πρέποντα έλεγχον δια την παρανομίαν του αυτήν. Διότι το υποζύγιόν του, όνος εκ φύσεως άφωνος, ωμίλησε με φωνήν ανθρώπου και ημπόδισε την παράφρονα αυτήν πράξιν του προφήτου εκείνου.
Β Πε. 2,17 οὗτοί εἰσι πηγαὶ ἄνυδροι, νεφέλαι ὑπὸ λαίλαπος ἐλαυνόμεναι, οἷς ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς αἰῶνα τετήρηται.
Β Πε. 2,17 Αυτοί είναι κατάξερες, χωρίς νερό, πηγές, σύννεφα που τα σπρώχνουν με ορμήν θυελλώδεις άνεμοι. Δι' αυτούς έχει φυλαχθή και τους περιμένει το κατάμαυρο αιώνιον σκοτάδι του Αδου.
Β Πε. 2,18 ὑπέρογκα γὰρ ματαιότητος φθεγγόμενοι δελεάζουσιν ἐν ἐπιθυμίαις σαρκὸς ἀσελγείαις τοὺς ὄντως ἀποφυγόντας τοὺς ἐν πλάνῃ ἀναστρεφομένους,
Β Πε. 2,18 Διότι αυτοί ομιλούν με εξωγκωμένους κτυπητούς λόγους, γεμάτους ψεύδος και ματαιότητα, και παρασύρουν με το δόλωμα των σαρκικών επιθυμιών και των ακολασιών, τους αστηρίκτους πιστούς, οι οποίοι εν τούτοις έχουν όντως ξεφύγει από τους ειδωλολάτρας, τους ζώντας μέσα εις την πλάνην της αμαρτίας.
Β Πε. 2,19 ἐλευθερίαν αὐτοῖς ἐπαγγελλόμενοι, αὐτοὶ δοῦλοι ὑπάρχοντες τῆς φθορᾶς· ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται.
Β Πε. 2,19 Και υπόσχονται εις αυτούς λύτρωσιν και ελευθερίαν, ενώ αυτοί είναι δούλοι της διαφθοράς, που οδηγεί εις την καταστροφήν. Διότι εις εκείνο το πάθος, από το οποίον κανείς έχει νικηθή, εις αυτό και έχει υποδουλωθή.
Β Πε. 2,20 εἰ γὰρ ἀποφυγόντες τὰ μιάσματα τοῦ κόσμου ἐν ἐπιγνώσει τοῦ Κυρίου καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ, τούτοις δὲ πάλιν ἐμπλακέντες ἡττῶνται, γέγονεν αὐτοῖς τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων.
Β Πε. 2,20 Διατι εάν, αφού απέφυγαν τους μολυσμούς του αμαρτωλού κόσμου χάρις εις την πλήρη γνώσιν του Κυρίου και Σωτήρος Ιησού Χριστού, ενεπλάκησαν πάλιν και έπεσαν εις τας αμαρτωλάς ηδονάς και νικώνται από αυτάς, τότε το τελευταίον των κατάντημα είναι χειρότερον από το πρώτον.
Β Πε. 2,21 κρεῖττον γὰρ ἦν αὐτοῖς μὴ ἐπεγνωκέναι τὴν ὁδὸν τῆς δικαιοσύνης ἢ ἐπιγνοῦσιν ἐπιστρέψαι ἐκ τῆς παραδοθείσης αὐτοῖς ἁγίας ἐντολῆς.
Β Πε. 2,21 Διότι ήτο πολύ καλύτερον δι' αυτούς, να μη είχαν γνωρίσει καθόλου τον δρόμον της δικαιοσύνης, παρά, αφού τον εγνώρισαν καλά, να φύγουν και να απομακρυνθούν από το παραδοθέν εις αυτούς άγιον θέλημα του Κυρίου και να επιστρέψουν εις την ακαθαρσίαν της αμαρτωλότητος.
Β Πε. 2,22 συμβέβηκε δὲ αὐτοῖς τὸ τῆς ἀληθοῦς παροιμίας, κύων ἐπιστρέψας ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα, καί, ὗς λουσαμένη εἰς κύλισμα βορβόρου.
Β Πε. 2,22 Ετσι δε έχει πραγματοποιηθή εις αυτούς εκείνο, που η αληθινή παροιμία λέγει· “σκυλί που γύρισε πάλι στο ξέρασμά του” και χοίρος, που, αφού ελούσθη και εκαθαρίσθη, εκυλίσθη πάλιν μέσαν εις την λάσπην”.
Β ΠΕΤΡΟΥ 3
Β Πε. 3,1 Ταύτην ἤδη, ἀγαπητοί, δευτέραν ὑμῖν γράφω ἐπιστολήν, ἐν αἷς διεγείρω ὑμῶν ἐν ὑπομνήσει τὴν εἰλικρινῆ διάνοιαν,
Β Πε. 3,1 Αυτήν τώρα, αγαπητοί, δευτέραν πλέον επιστολήν σας γράφω. Και δια των δύο αυτών επιστολών προσπαθώ να κρατώ άγρυπνον και προσεκτικήν την ειλικρινή διάνοιάν σας με την υπόμνησιν, που σας κάμνω,
Β Πε. 3,2 μνησθῆναι τῶν προειρημένων ῥημάτων ὑπὸ τῶν ἁγίων προφητῶν καὶ τῆς τῶν ἀποστόλων ὑμῶν ἐντολῆς τοῦ Κυρίου καὶ σωτῆρος,
Β Πε. 3,2 δια να ενθυμηθήτε τα λόγια, τα οποία είχαν προφητευθή στους καιρούς της Παλ. Διαθήκης από τους αγίους προφήτας, καθώς επίσης και την διδασκαλίαν των Αποστόλων σας, η οποία είναι θέλημα και διδασκαλία του Κυρίου και Σωτήρος μας.
Β Πε. 3,3 τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες, ὅτι ἐλεύσονται ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν ἐμπαῖκται, κατὰ τὰς ἰδίας ἐπιθυμίας αὐτῶν πορευόμενοι
Β Πε. 3,3 Κρατείτε αυτά ως πολύτιμον θησαυρόν, έχοντες υπ' όψιν σας τούτο πρώτον, ότι δηλαδή θα έλθουν, κατά τους τελευταίους καιρούς, άνθρωποι σκληρυμένοι εις την αμαρτίαν, που θα πορεύωνται και θα ζουν σύμφωνα με τας πονηράς των επιθυμίας και οι οποίοι θα εμπαίζουν την διδασκαλίαν του Κυρίου.
Β Πε. 3,4 καὶ λέγοντες· ποῦ ἐστιν ἡ ἐπαγγελία τῆς παρουσίας αὐτοῦ; ἀφ᾿ ἧς γὰρ οἱ πατέρες ἐκοιμήθησαν, πάντα οὕτω διαμένει ἀπ᾿ ἀρχῆς κτίσεως.
Β Πε. 3,4 Θα λέγουν δε προς σας· “που είναι η υπόσχεσις του Χριστού, περί Δευτέρας Παρουσίας; Τιποτε δεν έγινεν ακόμη. Διότι από την ημέραν, που οι πατέρες και οι πρόγονοι μας απέθαναν, όλα μένουν έτσι, όπως ήσαν από την αρχήν της δημιουργίας”.
Β Πε. 3,5 λανθάνει γὰρ αὐτοὺς τοῦτο θέλοντας ὅτι οὐρανοὶ ἦσαν ἔκπαλαι καὶ γῆ ἐξ ὕδατος καὶ δι᾿ ὕδατος συνεστῶσα τῷ τοῦ Θεοῦ λόγῳ,
Β Πε. 3,5 Τυφλωμένοι όμως αυτοί από τα αμαρτωλά τους πάθη λησμονούν τούτο, ότι δηλαδή οι ουρανοί υπήρχαν από πολύ παλαιούς χρόνους καθώς και η γη, η οποία με τον παντοδύναμον λόγον του Θεού, έγινε και υφίσταται, αφού από το ύδωρ εβγήκε και δια του ύδατος υπάρχει.
Β Πε. 3,6 δι᾿ ὧν ὁ τότε κόσμος ὕδατι κατακλυσθεὶς ἀπώλετο·
Β Πε. 3,6 Με το ίδιο ακριβώς νερό, κατόπιν διαταγής του Θεού, ο τότε αμαρτωλός κόσμος κατεκλύσθη και κατεστράφη.
Β Πε. 3,7 οἱ δὲ νῦν οὐρανοὶ καὶ ἡ γῆ τῷ αὐτοῦ λόγῳ τεθησαυρισμένοι εἰσὶ πυρὶ τηρούμενοι εἰς ἡμέραν κρίσεως καὶ ἀπωλείας τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων.
Β Πε. 3,7 Οι δε σημερινοί ουρανοί και η γη με τον παντοδύναμον λόγον του Θεού φυλάσσονται δια το πυρ και διατηρούνται δια την μεγάλην ημέραν της Κρίσεως και της καταστροφής των ασεβών ανθρώπων.
Β Πε. 3,8 Ἓν δὲ τοῦτο μὴ λανθανέτω ὑμᾶς, ἀγαπητοί, ὅτι μία ἡμέρα παρὰ Κυρίῳ ὡς χίλια ἔτη, καὶ χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία.
Β Πε. 3,8 Ενα πράγμα ας μη διαφεύγη την προσοχήν σας, αγαπητοί, ότι μία ημέρα ενώπιον του Θεού είναι όσον για μας τα χίλια έτη· και χίλια έτη δικά μας είναι σαν μια ημέρα ενώπιον του Θεού. (Προσωρινοί και ολιγοχρόνιοι καθώς είμεθα μας φαίνονται ατελείωτοι οι αιώνες και ίσως δυσφορούμεν).
Β Πε. 3,9 οὐ βραδύνει ὁ Κύριος τῆς ἐπαγγελίας, ὥς τινες βραδυτῆτα ἡγοῦνται, ἀλλὰ μακροθυμεῖ εἰς ἡμᾶς, μὴ βουλόμενός τινας ἀπολέσθαι, ἀλλὰ πάντας εἰς μετάνοιαν χωρῆσαι.
Β Πε. 3,9 Ο Κυριος όμως δεν βραδύνει να εκπληρώση τας υποσχέσστου, όπως μερικοί νομίζουν βραδύτητα, που δεν βλέπουν την ταχείαν και άμεσον εκπλήρωσιν. Αλλ' ας έχουν υπ' όψιν των, ότι μακροθυμεί εις ημάς ο Κυριος, διότι δεν θέλει ούτε και ολίγοι να απολεσθούν, αλλά θέλει να προχωρήσουν όλοι εις την μετάνοιαν και σωτηρίαν.
Β Πε. 3,10 Ἥξει δὲ ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτί, ἐν ᾖ οὐρανοὶ ῥοιζηδὸν παρελεύσονται, στοιχεῖα δὲ καυσούμενα λυθήσονται, καὶ γῆ καὶ τὰ ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται.
Β Πε. 3,10 Θα έλθη βεβαίως η μεγάλη ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου. Θα έλθη όμως έξαφνα, σαν κλέπτης κατά την νύκτα. Και κατά την ημέραν αυτήν οι ουρανοί θα παρέλθουν και θα εξαφανισθούν με απερίγραπτον βοήν και κρότον. Τα δε υλικά στοιχεία, από τα οποία αποτελούνται οι ουρανοί, θα αναφλεγούν και θα διαλυθούν και η γη και τα έργα, που υπάρχουν εις αυτήν, θα κατακαούν.
Β Πε. 3,11 Τούτων οὖν πάντων λυομένων ποταποὺς δεῖ ὑπάρχειν ὑμᾶς ἐν ἁγίαις ἀναστροφαῖς καὶ εὐσεβείαις,
Β Πε. 3,11 Αφού, λοιπόν, όλα αυτά και με τέτοιον τρόπον πρόκειται να διαλυθούν, σκεφθήτε ποίοι πρέπει να είσθε σεις οι Χριστιανοί εις τας αγίας συναναστροφάς σας και τα έργα της ευσεβείας.
Β Πε. 3,12 προσδοκῶντας καὶ σπεύδοντας τὴν παρουσίαν τῆς τοῦ Θεοῦ ἡμέρας, δι᾿ ἣν οὐρανοὶ πυρούμενοι λυθήσονται καὶ στοιχεῖα καυσούμενα τήκεται!
Β Πε. 3,12 Να περιμένετε δε όχι με φόβον, αλλά με ελπίδα και χαράν, και να προχωρήτε με όρεξιν και ενδιαφέρον προς την παρουσίαν της μεγάλης εκείνης ημέρας του Θεού, κατά την οποίαν οι ουρανοί φλεγόμενοι από το πυρ θα διαλυθούν και τα υλικά στοιχεία του σύμπαντος καιόμενα και αυτά θα λυώσουν!
Β Πε. 3,13 καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ.
Β Πε. 3,13 Ημείς δε, οι Χριστιανοί, καινούργιους ουρανούς και καινούργιαν γην, σύμφωνα με την υπόσχεσιν του Θεού περιμένομεν, στους οποίους πλέον μονίμως θα κατοική η δικαιοσύνη και κάθε αρετή.
Β Πε. 3,14 Διό, ἀγαπητοί, ταῦτα προσδοκῶντες σπουδάσατε ἄσπιλοι καὶ ἀμώμητοι αὐτῷ εὑρεθῆναι ἐν εἰρήνῃ,
Β Πε. 3,14 Δια τούτο, αγαπητοί, εφ' όσον τόσον ύψιστα και εξαίσια γεγονότα περιμένομεν, προσπαθήστε με ζήλον και επιμέλειαν να ευρεθήτε ενώπιον του Κυρίου, όταν θα έλθη ως κριτής, άσπιλοι και έμεμπτοι (οπότε και θα αντικρύσετε τον Κυριον με ειρήνην και χαράν).
Β Πε. 3,15 καὶ τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν μακροθυμίαν σωτηρίαν ἡγεῖσθε, καθὼς καὶ ὁ ἀγαπητὸς ἡμῶν ἀδελφὸς Παῦλος κατὰ τὴν αὐτῷ δοθεῖσαν σοφίαν ἔγραψεν ὑμῖν,
Β Πε. 3,15 Το δε γεγονός, ότι ο Κυριος αναβάλλει να έλθη ένεκα της μεγάλης αυτού μακροθυμίας, να το θεωρήσετε ως θεόσδοτον ευκαιρίαν, που οδηγεί προς την σωτηρίαν, όπως ο αγαπητός αδελφός ημών Παύλος σας έχει γράψει, σύμφωνα με την σοφίαν, που του έχει δοθή από τον Θεόν.
Β Πε. 3,16 ὡς καὶ ἐν πάσαις ταῖς ἐπιστολαῖς λαλῶν ἐν αὐταῖς περὶ τούτων, ἐν οἷς ἐστι δυσνόητά τινα, ἃ οἱ ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτοι στρεβλοῦσιν ὡς καὶ τὰς λοιπὰς γραφὰς πρὸς τὴν ἰδίαν αὐτῶν ἀπώλειαν.
Β Πε. 3,16 Οπως επίσης και εις όλας τας επιστολάς του κάμνει λόγον περί των μεγάλων αυτών θεμάτων, μεταξύ των οποίων υπάρχουν μερικά δυσνόητα, που οι αμαθείς και αστήρικτου εις την χριστιανικήν αλήθειαν τα διαστρεβλώνουν, όπως άλλωστε διαστρεβλώνουν και τας άλλας Γραφάς, δια να καταλήξουν έτσι οι ίδιοι θεληματικά εις την αιώνιον απώλειαν.
Β Πε. 3,17 Ὑμεῖς οὖν, ἀγαπητοί, προγινώσκοντες φυλάσσεσθε, ἵνα μὴ τῇ τῶν ἀθέσμων πλάνῃ συναπαχθέντες ἐκπέσητε τοῦ ἰδίου στηριγμοῦ,
Β Πε. 3,17 Σεις λοιπόν, αγαπητοί, γνωρίζοντες αυτά εκ των προτέρων, να λαμβάνετε τα μέτρα σας και να προφυλάσσεσθε, δια να μη συναρπασθήτε από την πλάνην των ασεβών ψευδοδιδασκάλων και εκπέσετε από το ακλόνητον στήριγμά σας, από την χριστιανικήν αλήθειαν.
Β Πε. 3,18 αὐξάνετε δὲ ἐν χάριτι καὶ γνώσει τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. αὐτῷ ἡ δόξα καὶ νῦν καὶ εἰς ἡμέραν αἰῶνος· ἀμήν.
Β Πε. 3,18 Αλλά να αυξάνεσθε συνεχώς εις την χάριν και την γνώσιν του Κυρίου ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού. Εις αυτόν ας είναι η άπειρος δόξα και τώρα και εις την ανέσπερον ημέραν της αιωνιότητος. Αμήν.