Ο Άγιος Δαβίδ καταγόταν από την Ουαλία και ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Από νεαρά ηλικία ακολούθησε το μοναχικό βίο και εκάρη μοναχός. Αποσύρθηκε στη νήσο του Ουάιτ, καθοδηγούμενος από τον Γέροντα Παυλίνο. Κήρυξε προς τους Βρετανούς και ανοικοδόμησε ναό στην πόλη Γκλαστένμπουρυ, όπου κατά την παράδοση κήρυξε ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας.
Ο Άγιος Δαβίδ ίδρυσε δώδεκα μοναστήρια στα οποία επέβαλε τους κανόνες της Ανατολικής Εκκλησίας. Οι μοναχοί μιλούσαν σπάνια και ως κύριο έργο τους είχαν την προσευχή.
Ο Άγιος έλαβε μέρος σε δύο Συνόδους κατά του Πελαγιανισμού, που έγιναν στην πόλη Μπρέβυ το 512 ή 519 μ.Χ. και στην πόλη Βικτόρια λίγο αργότερα. Κατά την διάρκεια της Συνόδου εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Ουαλίας, αλλά αποδέχθηκε την εκλογή του μετά από πολλές πιέσεις.
Ο Άγιος Δαβίδ κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη το έτος 544 μ.Χ.