
Οι Τούρκοι προσπάθησαν να τον εξισλαμίσουν και για το λόγο αυτό μεταχειρίστηκαν έναν έμπειρο μουσουλμάνο διδάσκαλο, ο οποίος σαν αφορμή για να πλησιάσει τον Γεώργιο προσκόμισε σε αυτόν χρυσό για κατασκευή κοσμήματος. Κατά τις επαφές μαζί του ο Γεώργιος απέδειξε ότι η μόνη αληθινή πίστη είναι η Χριστιανική και ήλεγξε ως ψευδή την μουσουλμανική θρησκεία. Για τον λόγο αυτό οδηγήθηκε στον κριτή. Παρά τις κολακείες, τις υποσχέσεις και τις απειλές ο Μάρτυρας παρέμεινε σταθερός στην πατρώα ευσέβεια. Ο ιερεύς Πέτρος τον επισκέφθηκε στην φυλακή, τον ασπάσθηκε και του είπε: «Χαίρε, Γεώργιε, εσύ σήμερα δόξασες τον Χριστό, όπως κάποτε ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος, και ο νέος Στέφανος την εποχή της εικονομαχίας και άλλοι πολλοί Άγιοι, γιατί παρόμοιο έργο και εσύ έκανες». Μετά από αυτά ο Άγιος οδηγήθηκε και πάλι ενώπιον του κριτού, ο οποίος του υποσχέθηκε ότι θα τον υιοθετήσει και θα του χαρίσει αμέτρητα πλούτη και δόξα, εάν αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος και πάλι εξεδήλωσε την διάθεσή του να μαρτυρήσει και ομολόγησε τον Χριστό. Τότε ο κριτής, υποκύπτοντας στις πιέσεις του όχλου, παρέδωσε τον Μάρτυρας στο μαινόμενο πλήθος, το οποίο τον έδεσε και τον περιέφερε ανά τις οδούς της πόλεως. Έτσι, ο Άγιος Γεώργιος αναδείχθηκε Μάρτυρας της Πίστεως και υπέστη τον διά πυράς θάνατο, το έτος 1515 μ.Χ. στη Σόφια της Βουλγαρίας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω Πνεύματι, ἀνακηρύξας, τὴν τοῦ Κτίσαντος, οἰκονομίαν, ἀθλητικῶς ἠγωνίσω Γεώργιε καὶ τοῦ πυρὸς ἐνεγκῶν τὴν κατάφλεξιν, καταδροσίζεις ἠμᾶς θείαις χάρισι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.