Ὁ Ὃσιος Κορνήλιος τοῦ Κόμελ γεννήθηκε στὴν πόλη Ροστώβ τῆς Ρωσίας τὸ 1455 καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν εὐγενὴ οἰκογένεια Κριούκωφ τῶν βογιάρων.Ὁ ἀδελφὸς του Λουκιανὸς ὑπηρετοῦσε στὸ δικαστήριο τοῦ μεγάλου πρίγκιπα τῆς Μόσχας Βασιλείου Βασίλεβιτς Τέμνυϊ.Ὃταν ὁ Λουκιανὸς ἀποφάσισε νὰ ἀποσυρθεῖ στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου τῆς Λευκῆς Λίμνης,αὐτὸ ἐπηρέασε καὶ τὸν Κορνήλιο,ὁ ὁποῖος ἀγαποῦσε πολύ τὸ μοναχικὸ βίο.Τὸν ἀκολούθησε,λοιπὸν,στὴ μονὴ,ὃπου ἂρχισε τὴν αὐστηρὴ ἂσκηση. Ἀκόμη καὶ στὸ ἀρτοποιεῖο τῆς μονῆς,ὃπου διακονοῦσε,φοροῦσε βαριὲς ἁλυσίδες,γιὰ νὰ ἀσκεῖται περισσότερο, ἐνῶ ἠσχολεῖτο καὶ μὲ τὴν ἀντιγραφὴ ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων.Λίγο ἀργότερα ὁ Ὃσιος Κορνήλιος κατέφυγε στὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Γενναδίου στὸ Νόβγκοροντ,ἀλλὰ προτιμώντας νὰ ζήσει τὸν ἡσυχαστικὸ βίο κατέφυγε τελικά στο δάσος τοῦ Κομέλ τὸ 1497. Ἐ;δῶ,τὸ 1501,ἀνήγειρε ἓνα ξύλινο ναὸ πρὸς τιμὴν τῆς Θεοτόκου καὶ λίγο ἀργότερα ὁ Μητροπολίτης Σίμων τὸν ὃρισε ὡς ἱερομόναχο τῆς μονῆς.Σιγὰ – σιγὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν αὐξήθηκε καὶ ὁ Ὃσιος Κορνήλιος οἰκοδόμησε καὶ νέο ναὸ καὶ συνέγραψε μοναχικὸ Κανόνα μὲ βάση τὸ Τυπικὸν τοῦ Ὁσίου Ἰωσήφ Βολοκολάμσκ καὶ τοῦ Ὁσίου Νείλου τῆς Σόρα.
Ὁ Ὃσιος διακρίθηκε γιὰ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς πάσχοντες,τοὺς φτωχοὺς καὶ τὰ ὀρφανὰ.Ἐπίσης,ἒκτισε ναὸ πρὸς τιμὴν Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου,πρὸς τὸν ὁποῖο ἒτρεφε ίδιαίτερο σεβασμὸ καὶ τὸν ὁποῖο ἀξιώθηκε νὰ βλέπει σὲ ὁράματα.
Ὁ Ὃσιος Κορνήλιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1537.