Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Κωνσταντίνος γεννήθηκε τὸ 1654,στὸ χωριὸ Μπρινκοβάνι τῆς Ρουμανίας καὶ διετέλεσε πρίγκιπας τῆς Βλαχίας κατὰ τὰ ἔτη 1688-1714.Ἀπὸ τὴν ἡλικία τοῦ ἑνὸς ἔτους ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα, ὁ ὁποῖος φονεύθηκε τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1655 σὲ μία ἐξέγερση τοῦ λαοῦ έναντίον τοῦ τότε ἡγεμόνος.Τὸν ἀνέθρεψαν ἡ μητέρα του καὶ οἱ παπποῦδες του Πάουνα καὶ Κωνσταντίνος Καντακουζηνὸς,στὴν πατρική του οἰκία,στὸ Βουκουράστι.Σπούδασε τὴν ἑλληνικὴ καὶ λατινικὴ γλώσσα.Μετά τὸν θάνατο τῶν δύο ἀδελφῶν του ἔμεινε κληρονόμος ὅλης τῆς περιουσίας τοῦ πατέρα του καὶ νυμφεύθηκε τὴ Μαρίκα, ἀνιψιὰ τοῦ Ἀντωνίου Βόδα ἀπὸ τὸ Ποπέστ.Τὸ 1678,ὅταν ὁ θεῖος του Σερμπάνος Καντακουζηνὸς ἔγινε ἡγεμόνας,βοήθησε τὸν Κωνσταντίνο νὰ φθάσει στὰ ὑψηλότερα ἀξιώματα.
Ἐπωφελούμενος στὴν ἀρχὴ τῆς ἡγεμονίας του ἀπὸ τὴν εἰρήνη στὴν χώρα,ἔβαλε τὰ θεμέλια γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς μονῆς Χουρὲζ,ὅπου κατασκεύασε τὴν οἰκογενειακὴ κατοικία του καὶ τὸ παρεκκλήσιό του.Ἀντιμετώπισε πολλὲς δυσκολίες καὶ πιέσθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους νὰ πληρώνει μεγαλύτερο φόρο.Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἐργάσθηκε σκληρὰ γιὰ τὴν πολιτιστικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῆς Βλαχίας.Τὸ 1709 συμμάχησε μὲ τὸν τσάρο Πέτρο Α’ τῆς Ρωσίας (1672-1725) ἐνάντια στοὺς Τούρκους καὶ τὸν σουλτάνο Ἀχμὲντ Γ’ (1673-1736).Ἐπειδὴ ἀρνήθηκε νὰ ἀσπασθεῖ τὴ μουσουλμανικὴ πίστη,κατηγορήθηκε γιὰ προδοσία, συνελήφθη καὶ ἀποκεφαλίσθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1715.
Σύμφωνα μὲ ἕνα Χρονικὸ στὶς 24 Μαρτίου 1714,τὴ Μεγάλη Τρίτη,ἦλθε στὸ Βουκουρέστι ὁ Μουσταφᾶ Ἀγᾶς,ὁ ὁποῖος τὸν συνέλαβε μαζὶ μὲ τὰ τέσσερα παιδιά του,ὅλους τοὺς γαμπρούς του,τὴ μεγαλύτερη νύμφη του,τὸν ἐγγονό του Κωνσταντίνο καὶ τὸ θησαυροφύλακα Γιαννάκη Βακαρέσκου.Μετὰ ἀπὸ πικρὸ ταξίδι τριῶν ἐβδομάδων,ἔφθασαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου βασανίσθηκαν σκληρὰ.Καταδικάσθηκαν σὲ θάνατο στὶς 15 Αὐγούστου 1714,τὴν ἡμέρα Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.Μὲ τὰ πρῶτα κτυπήματα τοῦ ξίφους ἔπεσε κάτω ἡ κεφαλὴ τοῦ θησαυροφύλακος Γιαννάκη Βασαρέσκου,κατόπιν τοῦ μεγαλύτερου υἱοῦ του καὶ ἀκολούθησαν τῶν ἄλλων τριῶν,τοῦ Στεφάνου,τοῦ Ράδου καὶ τοῦ Ματθαίου.Τὰ ἱερὰ λείψανά τους τὰ ἔριξαν στὰ νερὰ τοῦ Βοσπόρου,ἐνῶ τὶς τίμιες κεφαλές τους τὶς κάρφωσαν σὲ κοντάρια,τὶς περιέφεραν στὶς ὁδοὺς τῆς Πόλεως,καὶ,τέλος τὶς τοποθέτησαν στὴν πρώτη πόρτα τοῦ Σεραγίου,ὅπου ἔμειναν τρεῖς ἡμέρες καὶ,κατόπιν τὶς ἔριξαν καὶ αὐτὲς στὴ θάλασσα.Μὲ προτροπὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πῆγαν κρυφὰ εὐσεβεῖς Χριστιανοὶ καὶ, ἀφοῦ τὶς ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν θάλασσα καὶ τὶς ἐνταφίασαν μυστικὰ στὴ νῆσο Χάλκη,ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τῆς μονῆς τῆς Θεοτόκου,τὴν ὁποία εἶχε κτίσει ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης Ε’ ὁ Παλαιολόγος (1341-1391).Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Μάρτυρα Κωνσταντίνου καὶ τῶν θείων του μετεκομίσθηκαν μυστικὰ στὴ Ρουμανία ἀπὸ τὴ σύζυγό του Μαρίκα τὸ 1720,τὸν καιρὸ τῆς ἡγεμονίας τοῦ Νικολάου Μαυροκορδάτου καὶ τοποθετήθηκαν στὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Νέου.