Ἡ Κυπριακὴ Ἐκκλησία διατήρησε τὴ λυχνία τῆς Πατρίδοςκαὶ τῆς Ὀρθοδοξίας σταθερὰ ακοίμητη καὶ σὲ χρόνους κατὰ τοὺς ὁποίους χωρίς τὴν Ἐκκλησία ἡ λυχνία θὰ εἶχε πρὸ πολλοῦ σβεσθεῖ.
Μέσα ἀπὸ τὸ φωτόλαμπρο νέφος τῶν δαδοφόρων ἡρωικῶν ἀθλητῶν τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας, ὁλόφωτες προβάλλουν οἱ μορφὲς τῶν ἁγίων δεκατριῶν Μοναχῶν καὶ Ὁμολογητῶν τῆς ἱερὰς μονῆς Παναγίας Καντάρας.Οἱ Ἃγιοι αὐτοὶ Ὁσιομάρτυρες ἒζησαν τὸ 13ο αἰώνα μ.Χ.,κατὰ τοὺς χρόνους ποὺ ἡ νῆσος τῆς Κύπρου εὐρισκόταν κάτω ἀπὸ τὴν φράγκικη κυριαρχία.Οἱ κατακτητὲς ἒκαναν τὸ πᾶν,γιὰ νὰ ὑποτάξουν τὴν Ἐκκλησία στὴν ἐξουσία τοῦ Πάπα.Ἡ προσπάθειά τους ἂρχισε ἀπὸ τὸ 1220.Σὲ ἓνα συνέδριο,ποὺ ἒγινε στὴν πόλη τῆς Λεμεσοῦ καὶ στὸ ὁποῖο ἒλαβαν μέρος ἀντιπρόσωποι τοῦ κλήρου τῶν Λατίνων καὶ τῆς ἂρχουσας τάξεως, ἀποφασίσθηκε νὰ ἐπιβληθοῦν καταπιεστικὰ μέτρα γιὰ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐπικράτηση τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας.Μπροστὰ στὰ μέτρα αὐτὰ ἡ στάση τοῦ Ὀρθοδόξου κλήρου καὶ τῶν μοναχῶν ὑπῆρξε πραγματικὰ ὑπέροχη καὶ ἀξιοθαύμαστη.Περὶ τὸ 1228 οἱ ἀσκητὲς Ἰωάννης καὶ Κόνων, ποὺ ἐγκαταβιοῦσαν σὲ ἓνα ἀπὸ τὰ μοναστήρια τοῦ Καλοῦ Ὂρους τῆς Σίδης (Ἀλλαγιᾶς) τῆς Μικρασιατικῆς Παμφυλίας καὶ ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὴν εὐσέβειά τους, ἂφησαν τὸ μοναστήρι τους καὶ ἦλθαν στὴν Κύπρο.Στὴν ἀρχὴ πῆγαν στὴ μονὴ Μαχαιρᾶ. Ἀργότερα ἀποσύρθηκαν ἀπὸ ἐκεῖ μαζὶ μὲ ἓναν ἂλλο ἀσκητὴ, τὸν Θωμᾶ, στὴν ἱερὰ μονὴ τοῦ Χρυσοστόμου.Μὰ καὶ ἐδῶ δὲν εὐρῆκαν ἀνάπαυση.Ἒτσι ἐγκαταστάθηκαν στὸ ἀπόμερο μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Καντάρας καὶ ἂρχισαν τὴν ἂσκησή τους.Ἡ εὐλάβεια τῶν ἀσκητῶν μαζὶ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τους δραστηριότητα,τὴ φιλανθρωπία καὶ τῆν ἀγάπη γιὰ τοὺς πάσχοντες ἀδελφοὺς,ἒκαμαν ὣστε σὲ λίγο καιρὸ νὰ προστεθοῦν καὶ ἂλλοι μοναχοὶ στὴν ἀσκητικὴ τους παλαίστρα.Ἡ φήμη τῆς εὐλάβειας καὶ τῆς ἀρετῆς τῶν ταπεινῶν Ὁσίων ἒφθασε καὶ στὰ αὐτιὰ τῶν Λατίνων.Στὸ ἂκουσμα τῆς φήμης αὐτῆς ὁ φθόνος ἂναψε στὴν καρδιὰ τῶν Λατίνων.Ὁ Φράγκος Ἀρχιεπίσκοπος Εὐστόργιος,ποὺ ἒμενε στὴν Λευκωσία,ἀμέσως κάλεσε κοντά του τὸν ἱεροκήρυκά του Ἀνδρέα καὶ τὸν διέταξε νὰ πάρει τὸ βοηθό του,κάποιον Ἡλίερμο,γιὰ νὰ πᾶνε στὸ μοναστήρι τῆς Καντάρας.Ἒπρεπε οἱ ἲδιοι νὰ δοῦν καὶ νὰ πιστοποιήσουν τὰ λεγόμενα, μὰ καὶ νὰ παρασύρουν τοὺς Ὁσίους στὸ δικὸ τους δόγμα.Ὃμως αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατὸν.Οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ Εὐστοργίου ἒφυγαν ἀπὸ τὴ μονὴ ἂπρακτοι καὶ προσβεβλημένοι.
Οἱ πατέρες τῆς Καντάρας κλήθηκαν νὰ λογοδοτήσουν στὸν Λατίνο Ἀρχιερέα στὴ Λευκωσία. Ἒτσι καὶ ἒγινε.Οἱ Ὁσιοι,ἐνώπιον τοῦ Εὐστοργίου,ἒμειναν ἀμετάθετοι στὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ ὑπερασπίσθηκαν τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία.Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ συλληφθοῦν,νὰ μαστιγωθοῦν καὶ νὰ ριχθοῦν στὴ φυλακὴ,ὃπου παρέμειναν ἒγκλειστοι ἐπὶ τρία χρόνια.Στὶς 5 Ἀπριλίου τοῦ 1231 οἱ ἀβάσταχτες κακουχίες προκάλεσαν τὸ θάνατο τοῦ Ὁσιομάρτυρος Θεογνώστου.Οἱ Λατίνοι πῆραν τὸ τίμιο λείψανο,τὸ ἒσυραν στοὺς δρόμους τῆς Λευκωσίας καὶ στὴ συνέχεια τὸ ἒριξαν στὴ φωτιὰ καὶ τὸ ἒκαψαν.Ὁ Φράγκος Ἀρχιεπίσκοπος,ὂντας ὑποχρεωμένος νὰ ἀπουσιάσει ἀπὸ τὴν Κύπρο,ἒγραψε στὸν Πάπα τῆς Ρώμης Γρηγόριο Θ’ (1227-1241) καὶ ζήτησε ὁδηγίες τὶ νὰ κάνει μὲ τοὺς μοναχοὺς τῆς μονῆς Καντάρας.Καὶ αὐτὸς συμβούλεψε νὰ κληθοῦν γιὰ τρίτη φορὰ οἱ μοναχοὶ καὶ νὰ ἐρωτηθοῦν τὶ πιστεύουν.Ἐὰν ἐπιμένουν στὴ γνώμη τους,τότε νὰ τιμωρηθοῦν ὡς αἱρετικοὶ.
Ὑστερα ἀπὸ τὴν ὑπόδειξη αὐτὴ,ὁ Εὐστόργιος ἀνέθεσε τὴν ὑπόθεση τῶν Ὁσίων Πατέρων στὸν ἀντιπρόσωπό του Ἀνδρέα.Οἱ Ἁγιοι ὁμολόγησαν καὶ πάλι τὴν Ὀρθόδοξη πίστη τους καὶ διεκήρυξαν τὸ Συνοδικὸν τῆς Ζ’ Ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς Συνόδου,τὸ ὁποῖο ἀναγιγνώσκεται τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.Ἒτσι κάηκαν, κατόπιν πολλῶν βασανιστηρίων,«ράβδοις ἀνηλεῶς τυπτόμενοι καὶ τὴν σάρκα κατατεμνόμενοι»,ὃπως λέγει ἀνώνυμος χρονογράφος,ἀπὸ τοὺς Φράγκους,τὸ 1231,ἐπειδὴ ἐνέμεναν μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, ἀρνούμενοι τὶς καινοτομίες τῶν Λατίνων.