Η Ιερά Μονή της Παναγίας της Γιάτρισσας είναι κτισμένη στην κορυφογραμμή του Ταϋγέτου σε υψόμετρο 1000μ. στα σύνορα των νομών Λακωνίας και Μεσσηνίας. Ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Γυθείου, Οιτύλου και πάσης Μάνης και είναι αφιερωμένη στη Γένεση της Παναγίας που γιορτάζεται στις 8 Σεπτεμβρίου.
Το ιερότερο τμήμα του Μοναστηριού της «Γιάτρισσας» και ο ανεκτίμητος θησαυρός του είναι η Ιερή Εικόνα της Παναγίας. Είναι μικρή σε μέγεθος, 51x35 πόντους και παλαιά, όπως δείχνει η σημερινή της κατάσταση. Είναι αγιογραφημένη, επάνω σε σκληρό ξύλο από καστανιά, η ωραία σκηνή της Γεννήσεως της Θεοτόκου. Ολόκληρη η Εικόνα είναι καλυμμένη με φύλλο από ασήμι. Έχει επενδυθεί με ασήμι ολόκληρη η μπροστινή επιφάνειά της και φαίνονται μόνο τα Πρόσωπα των Θεοπατόρων, Ιωακείμ και Άννης, του Βρέφους Μαριάμ και τριών άλλων γυναικών.
Η επένδυση της Εικόνας, με ασήμι, έγινε το 1863 μ.Χ., από τον Ηλία Παναγουλάκο, από το Γύθειο, καθώς μαρτυρείται τούτο από την επιγραφή, που σώζεται στο κάτω μέρος της Εικόνας: «ΔΙΑ ΣΙΝΔΡΟΜΗΣ ΙΛΙΑΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΑΚΟΣ ΚΕ ΔΙΑ ΧΙΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΠΙΘΑΚΗ 1863 ΚΥΘΗΕ».
Αξίζει να αναφέρουμε την αιτία για την οποία ο Ηλίας Παναγουλάκος έκανε τη δωρεά αυτή στην Εικόνα της «Γιάτρισσας»: Είχε προσβληθεί από την τρομερή, για την εποχή του, ασθένεια της φυματίωσης. Κατέφυγε αμέσως στους καλύτερους γιατρούς της Αθήνας. Αυτοί όταν διαπίστωσαν την αρρώστια, του συνέστησαν να αναχωρήσει για την Ελβετία. Η χώρα αυτή διέθετε τότε τους καλύτερους γιατρούς, τα τελειότερα Σανατόρια και τις πιο ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες για τους φυματικούς. Υπέδειξαν, λοιπόν, οι γιατροί στον Παναγουλάκο να φύγει σύντομα για την Ελβετία.
Αυτός όμως δεν συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις των γιατρών του, αλλά και με τις υπαγορεύσεις της γεμάτης πίστεως στη «Παναγία τη Γιάτρισσα» καρδιάς του. Αντί να αναχωρήσει για την Ελβετία, επέστρεψε στο Γύθειο και ανέβηκε στη «Γιάτρισσα». Εκεί παρέμεινε αρκετό χρόνο προσευχόμενος.
Περνούσε τις ημέρες του μέσα στην καθαρή ατμόσφαιρα του Ταϋγέτου και κυρίως στο πνευματικό περιβάλλον του Μοναστηριού. Είχε συντροφιά τη «Γιάτρισσα». Μπροστά στην εικόνα της, κάτω από το απαλό φως των καντηλιών, έψελνε κάθε βράδυ και πρωί. «Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου, εἰς σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.». Βρισκόμενος συνέχεια στο καμίνι του πυρετού έλεγε, με θέρμη, στη Παναγία: «Παράκλησιν εν ταις θλίψεσιν οίδα, και των νόσων ιατρόν σε γινώσκω… και πάντων των εν συμφοραίς, ταχινήν και οξείαν αντίληψιν».
Εδώ στο Μοναστήρι, το άφθονο οξυγόνο της πίστεως του γέμιζε, με την προσευχή και τη μελέτη της Αγίας Γραφής, τα στήθια του με ελπίδα και έπαιρνε δύναμη για να νικήσει την αρρώστια. Εδώ είχε συνεχή πνευματική υπερτροφία, με την συμμετοχή στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, τρεφόμενος με «το Πανάγιο Σώμα και το Ζωηρόν Αίμα του Σωτήρος Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών, υγείαν ψυχής τε και σώματος και ζωήν την αιώνιον». Τέλος, «κατά την πίστιν αυτού εγένετο». Η «Γιάτρισσα» του χάρισε το πολύτιμο και πολυπόθητο αγαθό, την υγεία.
Όταν και πάλι επισκέφθηκε τους γιατρούς του στην Αθήνα, τον βρήκαν απαλλαγμένο από την φυματίωση. Με πολλή ικανοποίηση τον βεβαίωσαν ότι, κανένα ίχνος της ασθενείας του υπήρχε. Είχε τελείως εξαλειφθεί. Τούτο δε ωφείλετο, κατά τους γιατρούς, στη μετάβασή του στην Ελβετία. (Δε γνώριζαν οι γιατροί, ότι ο ασθενής τους παρήκουσε στην εντολή τους και δεν επήγε στην Ελβετία). Η ευχάριστη αυτή διαπίστωση των γιατρών τον έκαμε να δακρύσει και να διηγηθεί στους γιατρούς το θαύμα της «Γιάτρισσα». «Τα όσα εποίησε» σ' αυτόν η Παναγία και όχι η Ελβετία.
Κατόπιν απ' όλα αυτά ο θεραπευθείς Ηλίας Παναγουλάκος ξαναγύρισε, όπως ο καθαρισμένος από τη λέπρα Σαμαρείτης, στο Μοναστήρι της «Γιάτρισσας», για να ευχαριστήσει την Παναγία. Μέσα στο Ναό ευρεθείς και πάλιν, εμπρός στην Εικόνα της Παναγίας, ψέλλισε τον ύμνο του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα: «Τι σοι δώρον προσάξω, της ευχαριστίας, ανθ' ώνπερ απήλαυσα, των σων δωρημάτων, και της σης αμετρήτου χρηστότητος; Τοιγαρούν δοξάζω, υμνολογώ και μεγαλύνω, σου την άφατον προς με συμπάθειαν». Εν συνεχεία επήρε τη θαυματουργό Εικόνα της Παναγίας και την επήγε στα Κύθηρα όπου την επένδυσε με καθαρό ασήμι, «εις μνημόσυνον αιώνιον» και απέραντη ευγνωμοσύνη.
Όπως μαρτυρά και η ιστορία του Ηλία Παναγουλάκου, το όνομα «Γιάτρισσα» δόθηκε στο Μοναστήρι αυτό από τα αποτελέσματα των προσευχών πολλών ασθενών και ευλαβών προσκυνητών. Τον καλό γιατρό τον επαινούν και τον διαφημίζουν σαν καλό επιστήμονα, χριστιανό άνθρωπο, σωτήρα των ασθενών, χρυσοχέρη στις επεμβάσεις, οι ασθενείς που θεραπεύτηκαν απ’ αυτόν. Και την Παναγία του Ταϋγέτου την ονόμασαν «Γιάτρισσα» όχι Προεδρικά Διατάγματα, μήτε διαταγές και εντολές «άνωθεν» προερχόμενες αλλά οι χριστιανοί. Οι πολλοί άρρωστοι που εζήτησαν και βρήκαν βοήθεια από την Παναγία στο Μοναστήρι της.
Ποίημα του Κυριάκου Γ. Καράντζαλη στην Παναγιά την Γιάτρισσα
Δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Φάρος της Λακωνίας», αρ.φ. 467/03.08.83
Στου Ταϋγέτου τις κορφές
και στις περήφανες τις αητοφωλιές
τα σύνορα κρατείς Εσύ
Προσηλιακής κι Αποσκιερής
Αρχόντισσα της Μάνης, Γιάτρισσα.
Κοντά σου κάθε λεύτερη ψυχή
μακριά απ’ των ανθρώπων την οργή
που γοργοπόδαρα το δρόμο πήρε
γι’ αυτές τις χιονισμένες τις γρανίτινες κορφές
γι’ αυτές τις χρυσοπόρφυρες πλαγιές.
Να έρχεται μεσ’ το δικό σου το μικρό το μοναστήρι
όταν η θύελλα σε κρύβη σε βαρειά ομίχλη
κάθε βραδάκι να σ’ ανάφτη το καντύλι.
Μες τ' ανεμοδαρσίματα του γέρου του χειμώνα.
Και τα χιόνια τα πολλά, πού το φεγγάρι ποια δε φέγγει.
Ω Γιάτρισσά μου!
Στου Ταΰγετου την ποιο ψιλή κορφή
η γερόντισσά σου Εκκλησιά, σαν φάρος στέκει.
Ω Παναγιά!
Εσύ ‘σαι η παρηγοριά των Μανιατών
και Γιάτρισσα των λαβομένων των σωμάτων και ψυχών.
Εσύ ‘σαι που συνδέεις τους ανθρώπους με Θεό,
πάνω απ’ αυτό το θαμποστόλιστο βουνό!
Το ιερότερο τμήμα του Μοναστηριού της «Γιάτρισσας» και ο ανεκτίμητος θησαυρός του είναι η Ιερή Εικόνα της Παναγίας. Είναι μικρή σε μέγεθος, 51x35 πόντους και παλαιά, όπως δείχνει η σημερινή της κατάσταση. Είναι αγιογραφημένη, επάνω σε σκληρό ξύλο από καστανιά, η ωραία σκηνή της Γεννήσεως της Θεοτόκου. Ολόκληρη η Εικόνα είναι καλυμμένη με φύλλο από ασήμι. Έχει επενδυθεί με ασήμι ολόκληρη η μπροστινή επιφάνειά της και φαίνονται μόνο τα Πρόσωπα των Θεοπατόρων, Ιωακείμ και Άννης, του Βρέφους Μαριάμ και τριών άλλων γυναικών.
Η επένδυση της Εικόνας, με ασήμι, έγινε το 1863 μ.Χ., από τον Ηλία Παναγουλάκο, από το Γύθειο, καθώς μαρτυρείται τούτο από την επιγραφή, που σώζεται στο κάτω μέρος της Εικόνας: «ΔΙΑ ΣΙΝΔΡΟΜΗΣ ΙΛΙΑΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΑΚΟΣ ΚΕ ΔΙΑ ΧΙΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΠΙΘΑΚΗ 1863 ΚΥΘΗΕ».
Αξίζει να αναφέρουμε την αιτία για την οποία ο Ηλίας Παναγουλάκος έκανε τη δωρεά αυτή στην Εικόνα της «Γιάτρισσας»: Είχε προσβληθεί από την τρομερή, για την εποχή του, ασθένεια της φυματίωσης. Κατέφυγε αμέσως στους καλύτερους γιατρούς της Αθήνας. Αυτοί όταν διαπίστωσαν την αρρώστια, του συνέστησαν να αναχωρήσει για την Ελβετία. Η χώρα αυτή διέθετε τότε τους καλύτερους γιατρούς, τα τελειότερα Σανατόρια και τις πιο ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες για τους φυματικούς. Υπέδειξαν, λοιπόν, οι γιατροί στον Παναγουλάκο να φύγει σύντομα για την Ελβετία.
Αυτός όμως δεν συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις των γιατρών του, αλλά και με τις υπαγορεύσεις της γεμάτης πίστεως στη «Παναγία τη Γιάτρισσα» καρδιάς του. Αντί να αναχωρήσει για την Ελβετία, επέστρεψε στο Γύθειο και ανέβηκε στη «Γιάτρισσα». Εκεί παρέμεινε αρκετό χρόνο προσευχόμενος.
Περνούσε τις ημέρες του μέσα στην καθαρή ατμόσφαιρα του Ταϋγέτου και κυρίως στο πνευματικό περιβάλλον του Μοναστηριού. Είχε συντροφιά τη «Γιάτρισσα». Μπροστά στην εικόνα της, κάτω από το απαλό φως των καντηλιών, έψελνε κάθε βράδυ και πρωί. «Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου, εἰς σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.». Βρισκόμενος συνέχεια στο καμίνι του πυρετού έλεγε, με θέρμη, στη Παναγία: «Παράκλησιν εν ταις θλίψεσιν οίδα, και των νόσων ιατρόν σε γινώσκω… και πάντων των εν συμφοραίς, ταχινήν και οξείαν αντίληψιν».
Εδώ στο Μοναστήρι, το άφθονο οξυγόνο της πίστεως του γέμιζε, με την προσευχή και τη μελέτη της Αγίας Γραφής, τα στήθια του με ελπίδα και έπαιρνε δύναμη για να νικήσει την αρρώστια. Εδώ είχε συνεχή πνευματική υπερτροφία, με την συμμετοχή στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, τρεφόμενος με «το Πανάγιο Σώμα και το Ζωηρόν Αίμα του Σωτήρος Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών, υγείαν ψυχής τε και σώματος και ζωήν την αιώνιον». Τέλος, «κατά την πίστιν αυτού εγένετο». Η «Γιάτρισσα» του χάρισε το πολύτιμο και πολυπόθητο αγαθό, την υγεία.
Όταν και πάλι επισκέφθηκε τους γιατρούς του στην Αθήνα, τον βρήκαν απαλλαγμένο από την φυματίωση. Με πολλή ικανοποίηση τον βεβαίωσαν ότι, κανένα ίχνος της ασθενείας του υπήρχε. Είχε τελείως εξαλειφθεί. Τούτο δε ωφείλετο, κατά τους γιατρούς, στη μετάβασή του στην Ελβετία. (Δε γνώριζαν οι γιατροί, ότι ο ασθενής τους παρήκουσε στην εντολή τους και δεν επήγε στην Ελβετία). Η ευχάριστη αυτή διαπίστωση των γιατρών τον έκαμε να δακρύσει και να διηγηθεί στους γιατρούς το θαύμα της «Γιάτρισσα». «Τα όσα εποίησε» σ' αυτόν η Παναγία και όχι η Ελβετία.
Κατόπιν απ' όλα αυτά ο θεραπευθείς Ηλίας Παναγουλάκος ξαναγύρισε, όπως ο καθαρισμένος από τη λέπρα Σαμαρείτης, στο Μοναστήρι της «Γιάτρισσας», για να ευχαριστήσει την Παναγία. Μέσα στο Ναό ευρεθείς και πάλιν, εμπρός στην Εικόνα της Παναγίας, ψέλλισε τον ύμνο του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα: «Τι σοι δώρον προσάξω, της ευχαριστίας, ανθ' ώνπερ απήλαυσα, των σων δωρημάτων, και της σης αμετρήτου χρηστότητος; Τοιγαρούν δοξάζω, υμνολογώ και μεγαλύνω, σου την άφατον προς με συμπάθειαν». Εν συνεχεία επήρε τη θαυματουργό Εικόνα της Παναγίας και την επήγε στα Κύθηρα όπου την επένδυσε με καθαρό ασήμι, «εις μνημόσυνον αιώνιον» και απέραντη ευγνωμοσύνη.
Όπως μαρτυρά και η ιστορία του Ηλία Παναγουλάκου, το όνομα «Γιάτρισσα» δόθηκε στο Μοναστήρι αυτό από τα αποτελέσματα των προσευχών πολλών ασθενών και ευλαβών προσκυνητών. Τον καλό γιατρό τον επαινούν και τον διαφημίζουν σαν καλό επιστήμονα, χριστιανό άνθρωπο, σωτήρα των ασθενών, χρυσοχέρη στις επεμβάσεις, οι ασθενείς που θεραπεύτηκαν απ’ αυτόν. Και την Παναγία του Ταϋγέτου την ονόμασαν «Γιάτρισσα» όχι Προεδρικά Διατάγματα, μήτε διαταγές και εντολές «άνωθεν» προερχόμενες αλλά οι χριστιανοί. Οι πολλοί άρρωστοι που εζήτησαν και βρήκαν βοήθεια από την Παναγία στο Μοναστήρι της.
Ποίημα του Κυριάκου Γ. Καράντζαλη στην Παναγιά την Γιάτρισσα
Δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Φάρος της Λακωνίας», αρ.φ. 467/03.08.83
Στου Ταϋγέτου τις κορφές
και στις περήφανες τις αητοφωλιές
τα σύνορα κρατείς Εσύ
Προσηλιακής κι Αποσκιερής
Αρχόντισσα της Μάνης, Γιάτρισσα.
Κοντά σου κάθε λεύτερη ψυχή
μακριά απ’ των ανθρώπων την οργή
που γοργοπόδαρα το δρόμο πήρε
γι’ αυτές τις χιονισμένες τις γρανίτινες κορφές
γι’ αυτές τις χρυσοπόρφυρες πλαγιές.
Να έρχεται μεσ’ το δικό σου το μικρό το μοναστήρι
όταν η θύελλα σε κρύβη σε βαρειά ομίχλη
κάθε βραδάκι να σ’ ανάφτη το καντύλι.
Μες τ' ανεμοδαρσίματα του γέρου του χειμώνα.
Και τα χιόνια τα πολλά, πού το φεγγάρι ποια δε φέγγει.
Ω Γιάτρισσά μου!
Στου Ταΰγετου την ποιο ψιλή κορφή
η γερόντισσά σου Εκκλησιά, σαν φάρος στέκει.
Ω Παναγιά!
Εσύ ‘σαι η παρηγοριά των Μανιατών
και Γιάτρισσα των λαβομένων των σωμάτων και ψυχών.
Εσύ ‘σαι που συνδέεις τους ανθρώπους με Θεό,
πάνω απ’ αυτό το θαμποστόλιστο βουνό!