Η Αγία Ραΐς καταγόταν από την πόλη Βάταν (ή Τάμαν) της Αιγύπτου και ήταν θυγατέρα κάποιου Πέτρου και από 12χρονών έγινε μοναχή.
Όταν κάποτε πήγε στην πηγή, μαζί με άλλες παρθένες, για να φέρει νερό, είδε πλήθος χριστιανών τους οποίους είχε δεμένους ο ηγεμόνας Λουκιανός. Τότε και αυτή πήγε και έσμιξε με το πλήθος αυτό. Ο δε δεσμοφύλακας, τη συμβούλεψε να απομακρυνθεί για να μη χάσει τη ζωή της μαζί με τους υπόλοιπους. Η δε Αγία Ραΐς όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά με ευτολμία παρουσιάστηκε μπροστά στον ηγεμόνα, περιγέλασε τους θεούς του και τον έφτυσε κατάμουτρα, επειδή και αυτός ειρωνεύτηκε τον Χριστό. Αμέσως τότε τη βασάνισαν φρικτά και στο τέλος την αποκεφάλισαν, παίρνοντας έτσι το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.
Όταν κάποτε πήγε στην πηγή, μαζί με άλλες παρθένες, για να φέρει νερό, είδε πλήθος χριστιανών τους οποίους είχε δεμένους ο ηγεμόνας Λουκιανός. Τότε και αυτή πήγε και έσμιξε με το πλήθος αυτό. Ο δε δεσμοφύλακας, τη συμβούλεψε να απομακρυνθεί για να μη χάσει τη ζωή της μαζί με τους υπόλοιπους. Η δε Αγία Ραΐς όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά με ευτολμία παρουσιάστηκε μπροστά στον ηγεμόνα, περιγέλασε τους θεούς του και τον έφτυσε κατάμουτρα, επειδή και αυτός ειρωνεύτηκε τον Χριστό. Αμέσως τότε τη βασάνισαν φρικτά και στο τέλος την αποκεφάλισαν, παίρνοντας έτσι το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.