Ὁ Ὅσιος Ἰωνὰς Μωυσέεβιτς Ἀταμάνσκιυ γεννήθηκε στὴν Ὀδησσὸ στὶς 14 Σεπτεμβρίου 1855. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Μωυσῆς καὶ ἦταν διάκονος καὶ ἡ μητέρα του Γλυκερία. Πέθαναν ὅμως νωρὶς καὶ ἄφησαν ὀρφανὸ τὸν Ὅσιο σὲ μικρὴ ἡλικία, ὁ ὁποῖος καθημερινά, νύχτα καὶ ἡμέρα, περνοῦσε τὸν χρόνο του προσευχόμενος στοὺς τάφους τῶν γονέων του. Τὴν κηδεμονία τοῦ φτωχοῦ παιδιοῦ ἀνέλαβε ὁ θεῖος του. Ὁ Ὅσιος πρόκοπτε στὴν ἀρετή, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν μόρφωση. Ὁ θεῖος ζῆλος φούντωνε μέσα στὴν καρδιά του. Ἔτσι τὸ 1884 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 1886 πρεσβύτερος. Διακόνησε τὴν Ἐκκλησία, στὴν ἀρχὴ ὡς ἐφημέριος σὲ χωριὸ καὶ ἀργότερα, ἀπὸ τὸ 1897, στὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Ὀδησσοῦ.Ἡ ποιμαντική του δράση ὑπῆρξε ἀξιοθαύμαστη. Οἱ φτωχοὶ καὶ ἄποροι εὕρισκαν καταφύγιο κοντά του. Ὁ Ὅσιος τοὺς δίδασκε μὲ τὴ λειτουργική του ζωὴ καὶ τὰ φλογερὰ κηρύγματά του. Ἡ ἐκκλησιαστική του κοινότητα ἦταν παρόμοια μὲ αὐτὴ τῆς Ἀρχαίας Ἐκκλησίας καὶ ἀναγνώριζε στὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου τὸν ἄνθρωπο τῆς εἰρήνης καὶ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ.Ἡ εὐεργετικὴ ποιμαντικὴ δράση τοῦ Ὁσίου φάνηκε περισσότερο κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Ρωσο – Ἰαπωνικοῦ πολέμου, τὸ 1905, κατὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1917 καὶ στὰ χρόνια τοῦ διωγμοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ὅσιος συνέχισε χωρὶς φόβο τὴν διακονία του μὲ πίστη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν λαό. Ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι πολλοὶ συνέρεαν πρὸς αὐτόν, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ νὰ θεραπευθοῦν ἀπὸ τὰ σωματικὰ καὶ ψυχικὰ νοσήματά τους.
Ὁ Ὅσιος Ἰωνὰς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1924 καὶ ἡ κανονικὴ πράξη τῆς ἁγιοποιήσεώς του ἔγινε τὸ 1995. Τὸ 1996 τὰ ἱερὰ λείψανά του μετακομίσθηκαν στὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Ὀδησσοῦ.