Τόμος Γ' Κεφάλαιο Ι'
2. Κάποιοι αδελφοί πήγαν στον αββά Αντώνιο να του αναφέρουν τα οράματα που έβλεπαν, και να πληροφορηθούν απ΄ αυτόν εάν πρόκειται για αληθινά οράματα ή τα δημιουργούν οι δαίμονες.
Αυτοί είχαν ένα γαϊδουράκι που τους ψόφησε στον δρόμο.
Μόλις έφθασαν στον Γέροντα, πρόλαβε και τους είπε:
“Πώς ψόφησε το γαϊδουράκι στον δρόμο;”
“Πού το ξέρεις, αββά;” τον ρώτησαν.
Κι εκείνος τους είπε:
“Οι δαίμονες μου το φανέρωσαν”.
“Μα κι εμείς -είπαν- γι αυτό το θέμα ήρθαμε να σε ρωτήσουμε, γιατί βλέπουμε οράματα και πολλές φορές βγαίνουν αληθινά. Αλλά μη τυχόν πέφτουμε σε πλάνη;”
Και ο Γέροντας παίρνοντας ως παράδειγμα αυτό που συνέβη με τον όνο, τους πληροφόρησε ότι προέρχονται από τους δαίμονες.
5. Κάποιος αδελφός είπε στον αββά Αντώνιο:
“Προσευχήσου για μένα”.
Και ο Γέροντας του λέει:
“Ούτε εγώ σε σπλαχνίζομαι ούτε ο Θεός, εάν συ ο ίδιος δεν σπεύσεις με ζήλο να ζητήσεις από τον Θεό”.
6. Είπε επίσης ότι ο Θεός δεν επιτρέπει να ΄ρθουν οι μεγάλοι πειρασμοί στη γενιά αυτή όπως στις παλαιότερες, γιατί γνωρίζει ότι είναι αδύναμοι και
δεν αντέχουν.
7. Είπε ο αββάς Αντώνιος ότι θα΄ ρθει εποχή, πού οι άνθρωποι θα φέρονται όπως οι παράφρονες. Και όταν θα βλέπουν κάποιον πού δεν θα
συμπεριφέρεται ως παράφρων, θα τα βάζουν μαζί του και θα του λένε:
“Εσύ είσαι τρελός”, επειδή δεν είναι όμοιος μ΄ αυτούς.
19. Είπε ο αββάς Αγάθων:
“Εάν κάποιος μου είναι υπερβολικά αγαπητός αλλά καταλάβω ότι με παρασύρει σε κάποιο ελάττωμα, κόβω αμέσως τις σχέσεις μου μαζί του”.
33. Είπε επίσης ο αββάς Δανιήλ:
“Όσο ακμάζει το σώμα, τόσο η ψυχή αδυνατίζει, και όσο το σώμα αδυνατίζει, τόσο η ψυχή ακμάζει”.
35. Ρωτήθηκε ο μακάριος Επιφάνιος εάν αρκεί ένας δίκαιος άνθρωπος για να κινήσει τον Θεό σε ευσπλαχνία, και είπε:
“Ναι, γιατί ο ίδιος ο Θεός είπε: Ψάξτε να βρείτε έναν άνθρωπο ο οποίος να είναι στην πράξη δίκαιος και ευσεβής και θα φανώ σπλαχνικός για όλο το
λαό”.
40. Είπε ο αββάς Ησαϊας:
“Η απλότητα και το να μην έχουμε περί πολλού τον εαυτό μας, καθαρίζει την καρδιά από την πονηρία”.
47. Ο ίδιος είπε:
“Καμιά αρετή δεν μπορεί να αναμετρηθεί με την αρετή, να μην εξουθενώνουμε τον άλλον”.
50. Ρωτήθηκε από κάποιον η αμμάς Θεοδώρα σχετικά με τα ακούσματα που φθάνουν στ΄ αυτιά μας:
“Πώς είναι δυνατόν -είπε- όταν γενικά τ΄ αυτιά μας δέχονται λόγια κοσμικών ανθρώπων ή οποιαδήποτε άλλα άσχετα, να παραμένουν προσανατολισμένα στον Θεό μόνο;”Και η αμμάς του λέει:
“Όπως ακριβώς αν κάθεσαι σε τραπέζι όπου υπάρχουν πολλά φαγητά και τρως βέβαια, αλλά όχι με ευχαρίστηση, το ίδιο και όταν κοσμικά λόγια φθάνουν στ΄ αυτιά σου, την καρδιά σου να έχεις στραμμένη στον Θεό και μ΄ αυτή τη διάθεση δεν θ΄ ακούς με ευχαρίστηση και δεν παθαίνεις καμιά ζημιά”.
64. Είπε ο αββάς Ιακώβ:
“Δεν χρειάζονται τα λόγια μοναχά, γιατί πολλά λένε οι άνθρωποι τούτον τον καιρό, χρειάζονται έργα.
Αυτό είναι το ζητούμενο και όχι τα λίγα τα άκαρπα”.
78. Ρωτήθηκε ο αββάς Μιώς από έναν στρατιωτικό εάν ο Θεός δέχεται τον μετανοημένο.
Κι εκείνος αφού τον κατήχησε λέγοντάς του πολλά, τον ρώτησε:
“Πες μου, αγαπητέ, εάν σχισθεί η χλαίνη σου, την πετάς;”
“Όχι, -είπε- τη ράβω πάλι και τη χρησιμοποιώ”.
“Αν λοιπόν εσύ -του λέει ο Γέροντας- λυπάσαι το ρούχο σου, ο Θεός δεν θα λυπηθεί το δικό του πλάσμα;”
83. Ένας αδελφός συμβουλεύθηκε τον αββά Ποιμένα:
“Διέπραξα -είπε- μεγάλη αμαρτία και θέλω να μπω σε κανόνα μετανοίας για τρία χρόνια”.
Και ο Γέροντας του λέει:
“Πολύ είναι”.
“Μήπως για ένα χρόνο;” ρωτάει ο αδελφός.
“Πολύ είναι” απαντά πάλι ο Γέροντας.
Αυτοί που βρίσκονταν εκεί είπαν:
“Μέχρι σαράντα μέρες;”
Και πάλι ο Γέροντας είπε:
“Είναι πολύ”.
Και πρόσθεσε:
“Εγώ πιστεύω ότι εάν ο άνθρωπος μετανοήσει με όλη του την καρδιά και δεν συνεχίσει να κάνει την αμαρτία, και μέσα σε τρεις μέρες τον δέχεται ο
Θεός”.
96. Κάποιος αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα:
“Αν δω κάτι, το βλέπεις σωστό να μιλήσω γι αυτό;
Ο Γέροντας του λέει:
“Είναι γραμμένο ότι όποιος εκφράσει γνώμη, πριν του δώσουν τον λόγο, προδίδει αμυαλοσύνη και είναι ντροπή του.
Αν σε ρωτήσουν, μίλησε, αλλιώς σώπαινε”.
102.Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Ποιμένα:
“Εάν βρεθεί ένας άνθρωπος να κάνει κάποια αμαρτία και μετανοήσει, θα τον συγχωρήσει ο Θεός;”
Και ο Γέροντας του λέει:
“Μα, ο Θεός που έδωσε εντολή στους ανθρώπους να κάνουν αυτό, πολύ περισσότερο δεν θα το κάνει ο ίδιος;
Είναι γνωστό ότι στον Πέτρο έδωσε εντολή: Μέχρι εβδομήντα φορές το εφτά να συγχωρούμε”.
111.Ρώτησε κάποιος αδελφός τον αββά Ποιμένα:
“Τι είναι μετάνοια για την αμαρτία;”
Και ο Γέροντας απάντησε:
“Το να μην κάνει κανείς στο εξής την αμαρτία. Γι αυτό τον λόγο οι δίκαιοι ονομάσθηκαν άμεμπτοι, γιατί έπαυσαν να αμαρτάνουν και έγιναν
δίκαιοι”.
121.Άλλος αδελφός ρώτησε τον αββά Ποιμένα:
“Είναι προτιμότερο το να μιλάει κανείς ή να σιωπά;”
Ο Γέροντας είπε:
“Εκείνος που μιλάει, επειδή το θέλει ο Θεός, καλά κάνει.
Και εκείνος που σιωπά, γιατί το θέλει ο Θεός, επίσης καλά κάνει”.
147.Είπε ο αββάς Παλλάδιος:
“Η ψυχή που ασκείται κατά Θεόν πρέπει ή να μαθαίνει με εμπιστοσύνη ακούγοντας όσα δεν γνωρίζει, ή να διδάσκει με σαφήνεια όσα έμαθε με την
πείρα. Αν κανένα από τα δυο δεν θέλει, δεν είναι στα καλά της. Γιατί είναι αρχή απομάκρυνσης από τον Θεό η χορτασιά της διδασκαλίας και η
ανορεξία να ακούσει λόγο Θεού, για τον οποίο πάντοτε πεινάει η ψυχή του ανθρώπου που αγαπάει τον Θεό”.
155.Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Σισόη:
“Τι να κάνω, αββά, που έπεσα;”
“Σήκω πάνω πάλι” απαντά ο Γέροντας.
“Σηκώθηκα -του λέει ο αδελφός- και ξαναέπεσα”.
“Σήκω ξανά και ξανά”, λέει ο Γέροντας.
Και ρωτάει ο αδελφός:
“Ως πότε;”
“Έως ότου -αποκρίνεται ο Γέροντας- σε βρει η ώρα του θανάτου είτε στο καλό είτε στην πτώση.
Γιατί σ΄ όποια κατάσταση βρεθεί ο άνθρωπος, σ΄ αυτήν και φεύγει”.
159.Έλεγε κάποιος από τους Γέροντες:
“Παρεκάλεσα τον αββά Σισόη να μου πει έναν λόγο, και μου είπε ότι όσα μπορεί ο άνθρωπος να τα αποφύγει και δεν λαμβάνει τα μέτρα του, είναι
σαν να προκαλεί την αμαρτία”.
173.Είπε ο αββάς Υπερέχιος:
“Αληθινά σοφός είναι όχι αυτός πού διδάσκει με τα λόγια, αλλά εκείνος που παιδαγωγεί με το παράδειγμα”.
189.Ρωτήθηκε Γέροντας:
“Ποιο είναι το έργο του μοναχού;”
Και απάντησε:
“Η διάκριση”.
192.Ρωτήθηκε Γέροντας:
“Τι πρέπει να κάνει ο μοναχός;”
Και είπε:
“Να επιδιώκει κάθε τι το καλό και να απέχει από κάθε κακό”.
196.Είπε Γέροντας:
“Το να βιάζει κανείς σ΄ όλες τις περιπτώσεις τον εαυτό του, αυτός είναι ο δρόμος του Θεού”.
197.Είπε Γέροντας:
“Μην κάνεις τίποτε, προτού εξετάσει την καρδιά σου αν αυτό που θέλεις να κάνεις είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού”.
204.Είπε Γέροντας:
“Να μη θέλεις ν΄ αποφεύγεις την καταφρόνια από μέρους των άλλων”.
209.“Ο Θεός -είπε άλλος Γέροντας- ζητάει από τον άνθρωπο τούτα: Τον νού, τον λόγο και την πράξη”.
212.Ο ίδιος είπε:
“Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από τα εξής:
- Να φοβάται την κρίση του Θεού,
- να μισήσει την αμαρτία,
- να αγαπήσει την αρετή και
- να προσεύχεται στον Θεό αδιάλειπτα”.
223.Είπε Γέροντας:
“Οι Προφήτες έγραψαν τα βιβλία (της Γραφής). Ήρθαν κατόπιν οι Πατέρες και τα εφάρμοσαν. Οι μεταγενέστεροι τα αποστήθισαν.
Ήρθε κι αυτή η γενεά, τα έγραψε και τα τοποθέτησε στα ράφια, όπου μένουν αχρησιμοποίητα”.
260.Είπε Γέροντας:
“Ο άνθρωπος που εκούσια προσφέρει τον εαυτό του σε θλίψη, πιστεύω ότι μεταξύ των μαρτύρων τον λογαριάζει ο Θεός.
Γιατί τα δάκρυα του ανθρώπου αυτού υπολογίζονται ως αίμα”.
302.Είπε Γέροντας:
“Το ψέμα το εκπροσωπεί ο παλαιός άνθρωπος, ενώ, αντίθετα, την αλήθεια ο αναγεννημένος άνθρωπος”.
303.Είπε επίσης:
“Η ρίζα των καλών έργων είναι η αλήθεια. Το ψέμα είναι θάνατος”.
2. Κάποιοι αδελφοί πήγαν στον αββά Αντώνιο να του αναφέρουν τα οράματα που έβλεπαν, και να πληροφορηθούν απ΄ αυτόν εάν πρόκειται για αληθινά οράματα ή τα δημιουργούν οι δαίμονες.
Αυτοί είχαν ένα γαϊδουράκι που τους ψόφησε στον δρόμο.
Μόλις έφθασαν στον Γέροντα, πρόλαβε και τους είπε:
“Πώς ψόφησε το γαϊδουράκι στον δρόμο;”
“Πού το ξέρεις, αββά;” τον ρώτησαν.
Κι εκείνος τους είπε:
“Οι δαίμονες μου το φανέρωσαν”.
“Μα κι εμείς -είπαν- γι αυτό το θέμα ήρθαμε να σε ρωτήσουμε, γιατί βλέπουμε οράματα και πολλές φορές βγαίνουν αληθινά. Αλλά μη τυχόν πέφτουμε σε πλάνη;”
Και ο Γέροντας παίρνοντας ως παράδειγμα αυτό που συνέβη με τον όνο, τους πληροφόρησε ότι προέρχονται από τους δαίμονες.
5. Κάποιος αδελφός είπε στον αββά Αντώνιο:
“Προσευχήσου για μένα”.
Και ο Γέροντας του λέει:
“Ούτε εγώ σε σπλαχνίζομαι ούτε ο Θεός, εάν συ ο ίδιος δεν σπεύσεις με ζήλο να ζητήσεις από τον Θεό”.
6. Είπε επίσης ότι ο Θεός δεν επιτρέπει να ΄ρθουν οι μεγάλοι πειρασμοί στη γενιά αυτή όπως στις παλαιότερες, γιατί γνωρίζει ότι είναι αδύναμοι και
δεν αντέχουν.
7. Είπε ο αββάς Αντώνιος ότι θα΄ ρθει εποχή, πού οι άνθρωποι θα φέρονται όπως οι παράφρονες. Και όταν θα βλέπουν κάποιον πού δεν θα
συμπεριφέρεται ως παράφρων, θα τα βάζουν μαζί του και θα του λένε:
“Εσύ είσαι τρελός”, επειδή δεν είναι όμοιος μ΄ αυτούς.
19. Είπε ο αββάς Αγάθων:
“Εάν κάποιος μου είναι υπερβολικά αγαπητός αλλά καταλάβω ότι με παρασύρει σε κάποιο ελάττωμα, κόβω αμέσως τις σχέσεις μου μαζί του”.
33. Είπε επίσης ο αββάς Δανιήλ:
“Όσο ακμάζει το σώμα, τόσο η ψυχή αδυνατίζει, και όσο το σώμα αδυνατίζει, τόσο η ψυχή ακμάζει”.
35. Ρωτήθηκε ο μακάριος Επιφάνιος εάν αρκεί ένας δίκαιος άνθρωπος για να κινήσει τον Θεό σε ευσπλαχνία, και είπε:
“Ναι, γιατί ο ίδιος ο Θεός είπε: Ψάξτε να βρείτε έναν άνθρωπο ο οποίος να είναι στην πράξη δίκαιος και ευσεβής και θα φανώ σπλαχνικός για όλο το
λαό”.
40. Είπε ο αββάς Ησαϊας:
“Η απλότητα και το να μην έχουμε περί πολλού τον εαυτό μας, καθαρίζει την καρδιά από την πονηρία”.
47. Ο ίδιος είπε:
“Καμιά αρετή δεν μπορεί να αναμετρηθεί με την αρετή, να μην εξουθενώνουμε τον άλλον”.
50. Ρωτήθηκε από κάποιον η αμμάς Θεοδώρα σχετικά με τα ακούσματα που φθάνουν στ΄ αυτιά μας:
“Πώς είναι δυνατόν -είπε- όταν γενικά τ΄ αυτιά μας δέχονται λόγια κοσμικών ανθρώπων ή οποιαδήποτε άλλα άσχετα, να παραμένουν προσανατολισμένα στον Θεό μόνο;”Και η αμμάς του λέει:
“Όπως ακριβώς αν κάθεσαι σε τραπέζι όπου υπάρχουν πολλά φαγητά και τρως βέβαια, αλλά όχι με ευχαρίστηση, το ίδιο και όταν κοσμικά λόγια φθάνουν στ΄ αυτιά σου, την καρδιά σου να έχεις στραμμένη στον Θεό και μ΄ αυτή τη διάθεση δεν θ΄ ακούς με ευχαρίστηση και δεν παθαίνεις καμιά ζημιά”.
64. Είπε ο αββάς Ιακώβ:
“Δεν χρειάζονται τα λόγια μοναχά, γιατί πολλά λένε οι άνθρωποι τούτον τον καιρό, χρειάζονται έργα.
Αυτό είναι το ζητούμενο και όχι τα λίγα τα άκαρπα”.
78. Ρωτήθηκε ο αββάς Μιώς από έναν στρατιωτικό εάν ο Θεός δέχεται τον μετανοημένο.
Κι εκείνος αφού τον κατήχησε λέγοντάς του πολλά, τον ρώτησε:
“Πες μου, αγαπητέ, εάν σχισθεί η χλαίνη σου, την πετάς;”
“Όχι, -είπε- τη ράβω πάλι και τη χρησιμοποιώ”.
“Αν λοιπόν εσύ -του λέει ο Γέροντας- λυπάσαι το ρούχο σου, ο Θεός δεν θα λυπηθεί το δικό του πλάσμα;”
83. Ένας αδελφός συμβουλεύθηκε τον αββά Ποιμένα:
“Διέπραξα -είπε- μεγάλη αμαρτία και θέλω να μπω σε κανόνα μετανοίας για τρία χρόνια”.
Και ο Γέροντας του λέει:
“Πολύ είναι”.
“Μήπως για ένα χρόνο;” ρωτάει ο αδελφός.
“Πολύ είναι” απαντά πάλι ο Γέροντας.
Αυτοί που βρίσκονταν εκεί είπαν:
“Μέχρι σαράντα μέρες;”
Και πάλι ο Γέροντας είπε:
“Είναι πολύ”.
Και πρόσθεσε:
“Εγώ πιστεύω ότι εάν ο άνθρωπος μετανοήσει με όλη του την καρδιά και δεν συνεχίσει να κάνει την αμαρτία, και μέσα σε τρεις μέρες τον δέχεται ο
Θεός”.
96. Κάποιος αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα:
“Αν δω κάτι, το βλέπεις σωστό να μιλήσω γι αυτό;
Ο Γέροντας του λέει:
“Είναι γραμμένο ότι όποιος εκφράσει γνώμη, πριν του δώσουν τον λόγο, προδίδει αμυαλοσύνη και είναι ντροπή του.
Αν σε ρωτήσουν, μίλησε, αλλιώς σώπαινε”.
102.Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Ποιμένα:
“Εάν βρεθεί ένας άνθρωπος να κάνει κάποια αμαρτία και μετανοήσει, θα τον συγχωρήσει ο Θεός;”
Και ο Γέροντας του λέει:
“Μα, ο Θεός που έδωσε εντολή στους ανθρώπους να κάνουν αυτό, πολύ περισσότερο δεν θα το κάνει ο ίδιος;
Είναι γνωστό ότι στον Πέτρο έδωσε εντολή: Μέχρι εβδομήντα φορές το εφτά να συγχωρούμε”.
111.Ρώτησε κάποιος αδελφός τον αββά Ποιμένα:
“Τι είναι μετάνοια για την αμαρτία;”
Και ο Γέροντας απάντησε:
“Το να μην κάνει κανείς στο εξής την αμαρτία. Γι αυτό τον λόγο οι δίκαιοι ονομάσθηκαν άμεμπτοι, γιατί έπαυσαν να αμαρτάνουν και έγιναν
δίκαιοι”.
121.Άλλος αδελφός ρώτησε τον αββά Ποιμένα:
“Είναι προτιμότερο το να μιλάει κανείς ή να σιωπά;”
Ο Γέροντας είπε:
“Εκείνος που μιλάει, επειδή το θέλει ο Θεός, καλά κάνει.
Και εκείνος που σιωπά, γιατί το θέλει ο Θεός, επίσης καλά κάνει”.
147.Είπε ο αββάς Παλλάδιος:
“Η ψυχή που ασκείται κατά Θεόν πρέπει ή να μαθαίνει με εμπιστοσύνη ακούγοντας όσα δεν γνωρίζει, ή να διδάσκει με σαφήνεια όσα έμαθε με την
πείρα. Αν κανένα από τα δυο δεν θέλει, δεν είναι στα καλά της. Γιατί είναι αρχή απομάκρυνσης από τον Θεό η χορτασιά της διδασκαλίας και η
ανορεξία να ακούσει λόγο Θεού, για τον οποίο πάντοτε πεινάει η ψυχή του ανθρώπου που αγαπάει τον Θεό”.
155.Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Σισόη:
“Τι να κάνω, αββά, που έπεσα;”
“Σήκω πάνω πάλι” απαντά ο Γέροντας.
“Σηκώθηκα -του λέει ο αδελφός- και ξαναέπεσα”.
“Σήκω ξανά και ξανά”, λέει ο Γέροντας.
Και ρωτάει ο αδελφός:
“Ως πότε;”
“Έως ότου -αποκρίνεται ο Γέροντας- σε βρει η ώρα του θανάτου είτε στο καλό είτε στην πτώση.
Γιατί σ΄ όποια κατάσταση βρεθεί ο άνθρωπος, σ΄ αυτήν και φεύγει”.
159.Έλεγε κάποιος από τους Γέροντες:
“Παρεκάλεσα τον αββά Σισόη να μου πει έναν λόγο, και μου είπε ότι όσα μπορεί ο άνθρωπος να τα αποφύγει και δεν λαμβάνει τα μέτρα του, είναι
σαν να προκαλεί την αμαρτία”.
173.Είπε ο αββάς Υπερέχιος:
“Αληθινά σοφός είναι όχι αυτός πού διδάσκει με τα λόγια, αλλά εκείνος που παιδαγωγεί με το παράδειγμα”.
189.Ρωτήθηκε Γέροντας:
“Ποιο είναι το έργο του μοναχού;”
Και απάντησε:
“Η διάκριση”.
192.Ρωτήθηκε Γέροντας:
“Τι πρέπει να κάνει ο μοναχός;”
Και είπε:
“Να επιδιώκει κάθε τι το καλό και να απέχει από κάθε κακό”.
196.Είπε Γέροντας:
“Το να βιάζει κανείς σ΄ όλες τις περιπτώσεις τον εαυτό του, αυτός είναι ο δρόμος του Θεού”.
197.Είπε Γέροντας:
“Μην κάνεις τίποτε, προτού εξετάσει την καρδιά σου αν αυτό που θέλεις να κάνεις είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού”.
204.Είπε Γέροντας:
“Να μη θέλεις ν΄ αποφεύγεις την καταφρόνια από μέρους των άλλων”.
209.“Ο Θεός -είπε άλλος Γέροντας- ζητάει από τον άνθρωπο τούτα: Τον νού, τον λόγο και την πράξη”.
212.Ο ίδιος είπε:
“Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από τα εξής:
- Να φοβάται την κρίση του Θεού,
- να μισήσει την αμαρτία,
- να αγαπήσει την αρετή και
- να προσεύχεται στον Θεό αδιάλειπτα”.
223.Είπε Γέροντας:
“Οι Προφήτες έγραψαν τα βιβλία (της Γραφής). Ήρθαν κατόπιν οι Πατέρες και τα εφάρμοσαν. Οι μεταγενέστεροι τα αποστήθισαν.
Ήρθε κι αυτή η γενεά, τα έγραψε και τα τοποθέτησε στα ράφια, όπου μένουν αχρησιμοποίητα”.
260.Είπε Γέροντας:
“Ο άνθρωπος που εκούσια προσφέρει τον εαυτό του σε θλίψη, πιστεύω ότι μεταξύ των μαρτύρων τον λογαριάζει ο Θεός.
Γιατί τα δάκρυα του ανθρώπου αυτού υπολογίζονται ως αίμα”.
302.Είπε Γέροντας:
“Το ψέμα το εκπροσωπεί ο παλαιός άνθρωπος, ενώ, αντίθετα, την αλήθεια ο αναγεννημένος άνθρωπος”.
303.Είπε επίσης:
“Η ρίζα των καλών έργων είναι η αλήθεια. Το ψέμα είναι θάνατος”.