Σάββατο 4 Απριλίου 2009

Ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς Α’, μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Νεομάρτυρα, «τίνα μὲν εἶχε πατρίδα ἐπὶ τὴ γῆ, ἢ τίνας γονεῖς, ἢ μὲ ποὶον τρόπον ἐγένετο ἀρχιερεὺς τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ ἱστορίαν ἔγγραφον ἢ παραδοσὶν τινά, δὲν ἐμάθομεν» μαρτυρεῖ ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, συγγραφέας τοῦ Βίου τοῦ Ἁγίου. Μία παράδοση θέλει τὸν Ἅγιο Θεωνὰ Μυτιληναῖο καὶ γι’ αὐτὸ πολλοὶ νεότεροι ἐρευνητὲς τὸν ἀποκαλοῦν Λέσβιο, εἴτε γιατί καταγόταν ἀπὸ τὴν Λέσβο, εἴτε γιατί παρέμεινε ἐκεῖ ὡς πνευματικός, στὸ Πλωμάρι.
Ὁ Ἅγιος Θωνᾶς ἴσως νὰ γεννήθηκε κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ. Ἀγνοοῦνται ὅλα τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ζωή του πρὶν ἀπὸ τὴν μετάβασή του στὸ Ἅγιον Ὄρος. Κατ’ ἀρχὴν ἀσκήτεψε στὴ Μονὴ Παντοκράτορος, ὡς Πρεσβύτερος. Ἀργότερα ὅμως ἐγκατέλειψε, γιὰ νὰ συγκαταριθμηθεῖ στὴ συνοδεία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Νεομάρτυρα (τιμᾶται 1 Νοεμβρίου), ὁ ὁποῖος μόναζε σὲ μία τοποθεσία πάνω ἀπὸ τὴ Μονὴ Ἰβήρων, στὸ μονύδριο τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Κατὰ τὸ ἔτος 1518 ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος μὲ τὴν συνοδεία ἕξι μαθητῶν του, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τοῦ Θεωνᾶ, ἐγκατέλειψε τὴν Σκήτη τοῦ Προδρόμου καὶ κατέφυγε στὰ ἐνδότερα τοῦ Ἄθωνος, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ μία ὀπτασία ὁ Γέροντας ἀποφάσισε νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἔτσι τὴν Παρασκευὴ τῆς Διακαινησίμου τοῦ ἔτους 1518, ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος καὶ ἡ συνοδεία του ἐγκατέλειψαν τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀφοῦ διῆλθαν ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἀκολούθησαν τὴν ὁδὸ πρὸς τὴν Θεσσαλία, πέρασαν ἀπὸ τὸ κάστρο τῆς Πέτρας (Πλαταμῶνος) καὶ τὰ Μετέωρα καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὴ μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στὴ Δερβεκίστα (Ἀνάληψη) τῆς Αἰτωλίας, ὅπου καὶ διέμειναν ἐπὶ ἕνα ἔτος.
Ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς ἦταν ὁ πιστότερος καὶ καλύτερος μαθητὴς τοῦ Ἰακώβου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἐστάλη πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο Ἄρτᾳς, Ἀκάκιο, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσει ἐνταλτήριο γράμμα γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη πνευματικὴ ἐργασία στοὺς Χριστιανοὺς τῆς περιοχῆς. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος σύντομα κατέστη λαοφιλὴς καὶ σημειοφόρος, ὁ Ἐπίσκοπος Ἄρτᾳς Ἀκάκιος τὸν φθόνησε. Ἔτσι ἀποδέχθηκε τὶς συκοφαντίες κάποιων ψευδομοναχῶν καὶ διέβαλε τὸν Ἅγιο Ἰάκωβο στοὺς Τούρκους ὡς ἐπαναστάτη. Ὁ μπέης τῶν Τρικάλων ἀπέστειλε στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι συνέλαβαν τὸν Ἰάκωβο καὶ δυὸ μαθητές του, τὸν διάκονο Ἰάκωβο καὶ τὸν μοναχὸ Διονύσιο καὶ τοὺς μετέφεραν στὰ Τρίκαλα, ὅπου παρέμειναν στὴ φυλακὴ γιὰ σαράντα ἡμέρες. Ἐκεῖ ἐπισκέφθηκαν τὸν Ἰάκωβο καὶ δυὸ ἄλλοι μαθητές του, ὁ Θεωνᾶς καὶ ὁ Μαρκιανὸς καὶ τὸν ρώτησαν γιὰ τὴν τύχη τῆς μονῆς καὶ τῶν ἀδελφῶν μετὰ τὸν θάνατό του. Τότε ὁ Ἰάκωβος προφήτευσε ὅτι αὐτοὶ θὰ ἐγκαταλείψουν τὴ μονὴ καὶ θὰ συγκεντρωθοῦν σὲ κάποιο μοναστῆρι κοντὰ στὴν Θεσσαλονίκη. Ἀπέστειλε μάλιστα καὶ ἐπιστολὴ στοὺς μαθητές του, μὲ τὴν ὁποία ὅριζε τὸν Ἅγιο Θεωνὰ ὡς διάδοχο καὶ ἡγούμενο τῆς μονῆς Προδρόμου.
Τὴν 1η Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1519 ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος καὶ οἱ δυὸ μαθητές του, Ἰάκωβος καὶ Διονύσιος, ἀφοῦ βασανίσθηκαν φρικτὰ στὸ Διδυμότειχο καὶ στὴν Ἀδριανούπολη ἀντίστοιχα, ἀπαγχονίστηκαν. Τὰ ἱερὰ σκηνώματα τῶν τριῶν Νεομαρτύρων ἀγοράσθηκαν ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ἐνταφιάσθηκαν στὸ χωριὸ Ἀρβανιτοχῶρι, πέντε χιλιόμετρα ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη.
Σύμφωνα μὲ τὴν προφητεία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου, μετὰ τὸν θάνατό του, ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς καὶ ἡ συνοδεία τῆς Δερβεκίστας ἐγκατέλειψαν τὸ ἑπόμενο ἔτος τὴ μονὴ καὶ μετέβησαν στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ μονὴ τῆς Σιμωνόπετρας. Ἀπὸ κάποιο Ἀρτινὸ ἱερέα πληροφορήθηκαν γιὰ τοὺς τάφους τῶν Ἁγίων καὶ φρόντισαν γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τους. Μετὰ ἀπὸ λίγο, τὸ ἔτος 1522, «οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἁγίου καὶ διὰ τὴν ἔνδειαν τῶν ἀναγκαίων, καὶ μᾶλλον διὰ τὴν προφητείαν τοῦ Ἁγίου ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴν Σιμωνόπετραν», μαζὶ μὲ τὰ ἅγια λείψανα τῶν τριῶν Νεομαρτύρων καὶ ᾖλθαν στὰ περίχωρα τῆς Θεσσαλονίκης. Ἐγκαταστάθηκαν στὸ μοναστῆρι τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας, «τὸ ὁποῖον ἦτο τότε, μονύδριον μικρότατον, παλαιότατον καὶ σεσαθρωμένον, ἀνοικοδόμησαν ἐκ βάθρων καὶ ἱκανὰ κελλία ἔκτισαν διὰ τοὺς ἀδελφούς, χάριτι Θεοῦ συνήχθησαν ἕως ἑκατὸν πεντήκοντα ἀδελφοί, οἵτινες διῆγον κοινοβιακὴν ζωήν».
Ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας μαρτυρεῖται ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς σὲ διάφορες πηγές, μέχρι τὸ 1535. Ἡ ἀνάρρηση τοῦ Ἁγίου στὸ μητροπολιτικὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης θὰ πρέπει νὰ συνέβη μετὰ τὸ ἔτος αὐτό, διότι μέχρι τὸ 1535 Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ἦταν ὁ Ἰωάσαφ καὶ σὲ ἔγγραφο τοῦ ἔτους 1538 ἀναφέρεται ὁ Ἅγιος Θεωνᾶς ὡς Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου στὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης δὲν ἦταν πολύχρονη, διότι μαρτυρεῖται ὡς Μητροπολίτης τὸ Μάιο τοῦ 1541, ἐνῷ τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1542 ἀναφέρεται ὡς κεκοιμημένος πλέον. Συνεπῶς θὰ πρέπει νά κοιμήθηκε περὶ τὰ μέσα τοῦ ἔτους 1541.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Θεωνᾶ, ἀμέσως μετὰ τὴν κοίμησή του, μεταφέρθηκε μὲ τρόπο θαυμαστὸ καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας. Τὸ ἔτος 1821 μεταφέρθηκε στὴ Σκόπελο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ μονὴ Ἐσφιγμένου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἐκ νέου στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας, ὅπου φυλάσσεται μὲ εὐλάβεια μέχρι σήμερα. Ἡ μνήμη του στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας ἑορτάζεται τὴν Δ’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν