Ο διάβολος είναι τεχνίτης. Αν φέρει λ.χ. την ώρα της Θείας Λειτουργίας σε έναν πνευματικό άνθρωπο έναν ελεεινό λογισμό, εκείνος θα τον καταλάβει, θα τιναχθεί και θα τον διώξει. Γι' αυτό του φέρνει έναν πνευματικό λογισμό. «Το τάδε βιβλίο, του λέει, γράφει αυτό για την Θεία Λειτουργία». Μετά θα του τραβήξει την προσοχή λ.χ. στον πολυέλαιο. Θα αναρωτηθεί ποιος άραγε να τον έφτιαξε. Ή θα του θυμίσει έναν άρρωστο που πρέπει να πάει να τον δει. «Α! έμπνευση, λέει, την ώρα της Θείας Λειτουργίας», ενώ είναι ο διάβολος που μπαίνει ενδιάμεσος και πιάνει ο άνθρωπος την συζήτηση με τον λογισμό του. Οπότε ακούει τον ιερέα να λέει «Μετά φόβου ...;» και τότε καταλαβαίνει ότι τελείωσε η Θεία Λειτουργία και εκείνος δεν συμμετείχε καθόλου.
Να, και εδώ στον Ναό. πηγαίνει η εκκλησάρισσα να ανάψει τα κεριά στον πολυέλαιο και έχω παρατηρήσει ότι και μεγάλους ακόμα τους αποσπά ο πειρασμός εκεί πέρα και χαζεύουν την αδελφή πως ανάβει τα κεριά. Αυτό είναι τελείως παιδικό. Μόνον τα μικρούτσικα παιδάκια χαίρονται με κάτι τέτοια και λένε: «Τα άναψε!». Δηλαδή, αυτό για τα μικρά παιδάκια είναι δικαιολογημένο, αλλά για τους μεγάλους; Ή, ενώ πρέπει να αποφεύγουμε τις κινήσεις την ώρα της Θείας Λειτουργίας, ο πειρασμός μπορεί να βάλει εκείνη την ιερή ώρα μια αδελφή να γυρίζει στο αναλόγιο τα φύλλα του βιβλίου, να κάνει θόρυβο και να αποσπά τους άλλους.
Ακούνε «κριτς-κριτς», «τι γίνεται;» λένε και φεύγει έτσι ο νους από τον Θεό και χαίρεται το ταγκαλάκι. Γι' αυτό να προσέχουμε να μη γινόμαστε εμείς αιτία να αποσπάται η προσοχή των άλλων την ώρα της θείας λατρείας. Κάνουμε ζημιά στον κόσμο και δεν το καταλαβαίνουμε. Ή παρατηρήστε σε καμία ανάγνωση. Όταν φθάσει ο αναγνώστης στο πιο ιερό σημείο, από το οποίο θα βοηθηθούν οι άνθρωποι, τότε ή θα χτυπήσει δυνατά από το αέρα η πόρτα ή θα βήξει κάποιος και θα αποσπασθεί η προσοχή τους και δεν θα ωφεληθούν από αυτό το ιερό σημείο. Έτσι κάνει την δουλειά του το ταγκαλάκι.
Ω, αν βλέπατε τον διάβολο πως κινείται! Δεν τον έχετε δει, γι' αυτό δεν καταλαβαίνετε μερικά πράγματα! Κάνει το παν, για να μη βοηθηθεί ο άνθρωπος. Το έχω παρατηρήσει στο Καλύβι, όταν συζητώ. Μόλις φθάσω ακριβώς στο σημείο που θέλω, στο πιο ευαίσθητο, για να βοηθήσω αυτούς που με ακούν, τότε ή κάποιος θόρυβος γίνεται ή έρχονται άλλοι και διακόπτω. Τους βάζει προηγουμένως ο διάβολος να χαζεύουν απέναντι την Σκήτη ή να βλέπουν κάτι, και κανονίζει να έρθουν στο πιο λεπτό σημείο της συζητήσεως για να αλλάξω θέμα και να μην ωφεληθούν. Γιατί, όταν αρχίσει η συζήτηση, ξέρει ο διάβολος που θα καταλήξει και, επειδή βλέπει ότι θα πάθει ζημιά, στέλνει κάποιον ακριβώς στο πιο ευαίσθητο σημείο, για να με διακόψει. «Ε, Πάτερ, από πού να μπούμε;», φωνάζει. «Πάρτε λουκούμια και νερό και ελάτε από 'κει», τους λέω. Άλλοι μπαίνουν εκείνη την στιγμή μέσα, οπότε με διακόπτουν, γιατί πρέπει να σηκωθώ να χαιρετήσω.
Άλλοι έρχονται μετά από λίγο και πρέπει πάλι να σηκωθώ, αρχίζουν και την κουβέντα «από πού είσαι κ.λπ.»; Οπότε είμαι αναγκασμένος να αρχίσω πάλι από την αρχή, να ξαναπώ φερ' ειπείν το παράδειγμα που έλεγα. Μόλις προχωρώ, φωνάζει από κάτω άλλος: «Ε, Πάτερ Παϊσιε, που μένεις; Από 'δω είναι η πόρτα;». Άντε ξανά να σηκωθείς; Βρε τον πειρασμό! Έξι-επτά φορές μια μέρα μου έκανε το ίδιο, μέχρι που αναγκάσθηκα και έβαλα μερικούς; φρουρούς! «Εσύ κάθισε εκεί και κοίταζε να μην έρθει κανένας από 'κει. Εσύ κάθισε εδώ, μέχρι να τελειώσω την δουλειά μου». Έξι-επτά φορές να αρχίζεις ολόκληρη ιστορία, να τους φέρνεις στο σημείο που θα βοηθηθούν, και τα ταγκαλάκια να δημιουργούν σκηνές!
Βρε τον πειρασμό τι κάνει! Γυρίζει το κουμπί συνέχεια σε άλλη συχνότητα. Μόλις ο αγωνιζόμενος πάει να συγκινηθεί λίγο από κάτι, τακ, του γυρίζει το κουμπί αλλού και ξεχνιέται με εκείνο. Θυμάται πάλι κάτι πνευματικό; Τακ, του θυμίζει κάτι άλλο. Τον κάνει όλο τούμπες. Ο άνθρωπος, αν μάθει πως εργάζεται ο διάβολος, θα απαλλαγεί από πολλά πράγματα.
-Γέροντα, πως θα μάθει;
-Να παρακολουθεί. Άμα παρακολουθεί κανείς, μαθαίνει. Βλέπεις, οι τσοπαναραίοι είναι οι καλύτεροι μετεωρολόγοι, γιατί παρακολουθούν τα σύννεφα, τον αέρα.
π. παϊσιος
Να, και εδώ στον Ναό. πηγαίνει η εκκλησάρισσα να ανάψει τα κεριά στον πολυέλαιο και έχω παρατηρήσει ότι και μεγάλους ακόμα τους αποσπά ο πειρασμός εκεί πέρα και χαζεύουν την αδελφή πως ανάβει τα κεριά. Αυτό είναι τελείως παιδικό. Μόνον τα μικρούτσικα παιδάκια χαίρονται με κάτι τέτοια και λένε: «Τα άναψε!». Δηλαδή, αυτό για τα μικρά παιδάκια είναι δικαιολογημένο, αλλά για τους μεγάλους; Ή, ενώ πρέπει να αποφεύγουμε τις κινήσεις την ώρα της Θείας Λειτουργίας, ο πειρασμός μπορεί να βάλει εκείνη την ιερή ώρα μια αδελφή να γυρίζει στο αναλόγιο τα φύλλα του βιβλίου, να κάνει θόρυβο και να αποσπά τους άλλους.
Ακούνε «κριτς-κριτς», «τι γίνεται;» λένε και φεύγει έτσι ο νους από τον Θεό και χαίρεται το ταγκαλάκι. Γι' αυτό να προσέχουμε να μη γινόμαστε εμείς αιτία να αποσπάται η προσοχή των άλλων την ώρα της θείας λατρείας. Κάνουμε ζημιά στον κόσμο και δεν το καταλαβαίνουμε. Ή παρατηρήστε σε καμία ανάγνωση. Όταν φθάσει ο αναγνώστης στο πιο ιερό σημείο, από το οποίο θα βοηθηθούν οι άνθρωποι, τότε ή θα χτυπήσει δυνατά από το αέρα η πόρτα ή θα βήξει κάποιος και θα αποσπασθεί η προσοχή τους και δεν θα ωφεληθούν από αυτό το ιερό σημείο. Έτσι κάνει την δουλειά του το ταγκαλάκι.
Ω, αν βλέπατε τον διάβολο πως κινείται! Δεν τον έχετε δει, γι' αυτό δεν καταλαβαίνετε μερικά πράγματα! Κάνει το παν, για να μη βοηθηθεί ο άνθρωπος. Το έχω παρατηρήσει στο Καλύβι, όταν συζητώ. Μόλις φθάσω ακριβώς στο σημείο που θέλω, στο πιο ευαίσθητο, για να βοηθήσω αυτούς που με ακούν, τότε ή κάποιος θόρυβος γίνεται ή έρχονται άλλοι και διακόπτω. Τους βάζει προηγουμένως ο διάβολος να χαζεύουν απέναντι την Σκήτη ή να βλέπουν κάτι, και κανονίζει να έρθουν στο πιο λεπτό σημείο της συζητήσεως για να αλλάξω θέμα και να μην ωφεληθούν. Γιατί, όταν αρχίσει η συζήτηση, ξέρει ο διάβολος που θα καταλήξει και, επειδή βλέπει ότι θα πάθει ζημιά, στέλνει κάποιον ακριβώς στο πιο ευαίσθητο σημείο, για να με διακόψει. «Ε, Πάτερ, από πού να μπούμε;», φωνάζει. «Πάρτε λουκούμια και νερό και ελάτε από 'κει», τους λέω. Άλλοι μπαίνουν εκείνη την στιγμή μέσα, οπότε με διακόπτουν, γιατί πρέπει να σηκωθώ να χαιρετήσω.
Άλλοι έρχονται μετά από λίγο και πρέπει πάλι να σηκωθώ, αρχίζουν και την κουβέντα «από πού είσαι κ.λπ.»; Οπότε είμαι αναγκασμένος να αρχίσω πάλι από την αρχή, να ξαναπώ φερ' ειπείν το παράδειγμα που έλεγα. Μόλις προχωρώ, φωνάζει από κάτω άλλος: «Ε, Πάτερ Παϊσιε, που μένεις; Από 'δω είναι η πόρτα;». Άντε ξανά να σηκωθείς; Βρε τον πειρασμό! Έξι-επτά φορές μια μέρα μου έκανε το ίδιο, μέχρι που αναγκάσθηκα και έβαλα μερικούς; φρουρούς! «Εσύ κάθισε εκεί και κοίταζε να μην έρθει κανένας από 'κει. Εσύ κάθισε εδώ, μέχρι να τελειώσω την δουλειά μου». Έξι-επτά φορές να αρχίζεις ολόκληρη ιστορία, να τους φέρνεις στο σημείο που θα βοηθηθούν, και τα ταγκαλάκια να δημιουργούν σκηνές!
Βρε τον πειρασμό τι κάνει! Γυρίζει το κουμπί συνέχεια σε άλλη συχνότητα. Μόλις ο αγωνιζόμενος πάει να συγκινηθεί λίγο από κάτι, τακ, του γυρίζει το κουμπί αλλού και ξεχνιέται με εκείνο. Θυμάται πάλι κάτι πνευματικό; Τακ, του θυμίζει κάτι άλλο. Τον κάνει όλο τούμπες. Ο άνθρωπος, αν μάθει πως εργάζεται ο διάβολος, θα απαλλαγεί από πολλά πράγματα.
-Γέροντα, πως θα μάθει;
-Να παρακολουθεί. Άμα παρακολουθεί κανείς, μαθαίνει. Βλέπεις, οι τσοπαναραίοι είναι οι καλύτεροι μετεωρολόγοι, γιατί παρακολουθούν τα σύννεφα, τον αέρα.
π. παϊσιος