Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

Άμφια και Χρυσοκέντητα υφάσματα Αγίου Όρους

Ανάμεσα στα έργα της μικροτεχνίας περιλαμβάνονται και τα πολυτελή εκκλησιαστικά υφάσματα ή άμφια, που φυλάσσονται στα πλούσια θησαυροφυλάκια όλων σχεδόν
των αθωνικών μοναστηριών, καθώς και σε πολλά εξαρτήματά τους. Πρόκειται για πολύτιμα μεταξωτά υφάσματα - χρυσοκέντητα, αργυροκέντητα, συρμάτινα κτλ. -, που
προορίζονταν είτε για να κοσμήσουν το Ιερό Βήμα και παράλληλα να εξυπηρετήσουν τις τελετουργικές ανάγκες του ναού μαζί με τα άλλα ιερά σκεύη του, είτε για να
χρησιμεύσουν για τις βαρύτιμες, συνήθως, ενδυμασίες των κληρικών. Επομένως μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δύο κατηγορίες: α) τα λειτουργικά, στα οποία υπάγονται
ο επιτάφιος, ιστορικού και λειτουργικού τύπου, ο αέρας και τα ποτηροκαλύμματα για το σκέπασμα του Ποτηριού και του δίσκου, η πύλη σαν παραπέτασμα στην κεντρική
είσοδο του τέμπλου και η ποδέα στα προσκυνητάρια κάτω από τις εικόνες, και β) τα ιερατικά, όπου ανήκουν οι ενδυμασίες των κληρικών και των τριών βαθμών που
φορούν όταν παίρνουν μέρος στις διάφορες τελετές και ιδιαίτερα κατά τη Θεία Λειτουργία. Σ' αυτά περιλαμβάνονται ο αρχιερατικός σάκκος, το ωμοφόριο μεγάλο και
μικρό, το επιτραχήλιο, το επιγονάτιο, τα επιμάνικα και το οράριο.
Επιμάνικα με παράσταση της Μετάδοσης των Αποστόλων
Τα υφάσματα αυτά στον Άθω συνεχίζουν αυτούσια τη βυζαντινή παράδοση με την εξαιρετική ποιότητα στην εργασία τους και την πετυχημένη επιλογή των εικονογραφικών
τους θεμάτων ανάλογα με το είδος τους. Επίσης θεωρούνται πολύ αξιόλογα από την άποψη των επιγραφών τους, επειδή μας δίνουν χρήσιμα στοιχεία για τους δωρητές,
που ήταν κυρίως ανώτεροι κληρικοί, και τους τεχνίτες, συνήθως κεντήτριες, που τα κατασκεύασαν.
Επιμάνικα με παράσταση του Αρχάγγελου Γαβριήλ
Το Άγιον Όρος φύλαξε μέχρι σήμερα ένα πλήθος από τα αριστουργήματα αυτά της βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής ύστερα από πολλούς κινδύνους, ιδίως πυρκαγιές
και πειρατικές επιδρομές, και παρ’ όλο που έχουμε να κάνουμε με εξαιρετικά λεπτά υλικά, τα οποία εύκολα φθείρονται. Σαν εξοχότερα δείγματα από όλα αυτά θα μπορούσαμε
να παραθέσουμε εδώ τους δύο αρχιερατικούς σάκκους της Λαύρας και των Ιβήρων, που θεωρούνται ακόμη ως χλαμύδες των αυτοκρατόρων Νικηφόρου Φωκά και Ιωάννου
Τσιμισκή και τους Επιταφίους των μονών Κασταμονίτου, Σταυρονικήτα, Γρηγορίου, Παντοκράτορος, Διονυσίου, Ζωγράφου κτλ.