
Η αποκριά, έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα, καθώς μεταμφιέσεις εμφανίζονται γύρω στο 2000 π.Χ. στην Ασία, και συγκεκριμένα στη Μεσοποταμία και τη Βαβυλώνα. "Η δούλα ντύνεται κυρά και ο υπηρέτης αφέντης".
Στον Ελλαδικό χώρο εξαπλώνεται η Διονυσιακή λατρεία από την Αρχαϊκή εποχή και μετά, με διάφορες γιορτές όπως τα Βάκχεια, Κώμοι, Λήναια, Ανθεστήρια. Κάποια στοιχεία τους, τα συναντούμε και σήμερα όπως οι μεταμφιέσεις, οι χοροί, η οινοποσία, και η ευθυμία που γενικευόταν και έφτανε σε επίπεδα παροξυσμού.
Αργότερα, κατά τούς Ρωμαϊκούς χρόνους οργανώνονταν γιορτές προς τιμή του Βάκχου, του Κρόνου, τα Λουπερκάλια και τα Σατουρνάλια. Πρόκειται για συνδυασμό της λατρείας Θεών και της ανάγκης για ψυχαγωγία μέχρι ακολασίας.
Στη Βυζαντινή εποχή εμφανίζονται οι καλένδες με γιορτές και μεταμφιέσεις, που φτάνουν μέχρι και τον "γυναικισμό των στρατιωτών".
Στη Νεώτερη Ελλάδα, κυριαρχούν οι μεταμφιέσεις και η προσωπιδογραφία, κυρίως στη Βόρειο Ελλάδα. "Αι Απόκρεω πανηγυρίζονται πανδήμως και μεγαλοπρεπώς" και συνδέονται άμεσα με τις Βυζαντινές Καλένδες.

Κύρια στοιχεία της Αποκριάς, είναι το κέφι, η ευτυχία, οι αστεϊσμοί και προπαντός οι μεταμφιέσεις. Στοιχεία που της δίνουν έναν εντελώς ιδιαίτερο τόνο και τη διαφοροποιούν ουσιαστικά από τις άλλες μέρες του χρόνου.
Ο παραδοσιακός εορτασμός της Αποκριάς κορυφώνεται την τελευταία Κυριακή, την Κυριακή της Τυρινής, που λέγεται και Τρανή Αποκριά. «Τσι Μεγάλες Αποκρές κουζουλαίνονται (τρελαίνονται, ξεφαντώνουν) και οι γρες», λέγουν επιγραμματικά στην Κρήτη.
Οι συνεστιάσεις που γίνονται και άλλες μέρες μεταξύ συγγενών και φίλων, στο δείπνο της βραδιάς αυτής, παίρνουν εντονότερο χαρακτήρα. Τα τραγούδια που λέγονται είναι χαρακτηριστικά των αισθημάτων που επικρατούν.
Όπως λένε στην Κίμωλο: «Τούτες οι μέρες το 'χουνε, τούτες οι βδομάδες, οπού 'χει φίλους κράζει τους, οπού 'χει εχθρούς καλεί τους, οπού 'χει στην ξενιτιά στέλνει και φέρνει τους του».
Έθιμα της Αποκριάς
Η τελευταία Κυριακή της Αποκριάς, δηλαδή η Κυριακή της Τυροφάγου, είναι συνδεδεμένη και με διάφορες προλήψεις όπως ότι κατά τη διάρκειά της δεν πρέπει κανείς να λούζει τα μαλλιά του, γιατί θα ασπρίσουν ή ότι δεν πρέπει κανείς να παντρεύεται γιατί το ζευγάρι δεν θα περάσει καλά.

Την «Κυριακή της Απόκρεω» στο νομό Πέλλας, οι νοικοκυρές έσφαζαν έναν πετεινό, τον οποίο μαγείρευαν με ρύζι και έπειτα έτρωγε όλη η οικογένεια. Την ίδια ημέρα έφτιαχναν πίτα μόνο με φύλλα. Έπειτα άρχιζε η νηστεία «από κρέας». Κρέας έτρωγαν ξανά την ημέρα του Πάσχα.
Η εβδομάδα μετά την Κυριακή της Αποκριάς μέχρι την «Κυριακή της Τυροφάγου» λεγόταν «άσπρη εβδομάδα», γιατί υπήρχε η συνήθεια να τρώνε γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά. Οι γυναίκες δεν λούζονταν τη βδομάδα αυτή, για να μην ασπρίσουν τα μαλλιά τους, όπως χαρακτηριστικά έλεγαν.

Το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής γίνονταν και το έθιμο της «συγχώρεσης». Οι κάτοικοι των χωριών επισκέπτονταν τους γονείς τους, τα πεθερικά τους, τους παππούδες, τους κουμπάρους τους και αφού τους φιλούσαν το χέρι, ζητούσαν «συγχώρεση». Στα παιδιά που πήγαιναν επίσκεψη οι συγγενείς έδιναν λεφτά.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το έθιμο του «βρασμένου αυγού», που γίνονταν την ημέρα αυτή όχι μόνο στα χωριά της Αλμωπίας αλλά και σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Η γιαγιά κάθε οικογένειας μάζευε γύρω της τα εγγόνια, ξεφλούδιζε έπειτα ένα βρασμένο αυγό και το έδενε με μια κλωστή στην άκρη ενός πλάστη. Στη συνέχεια το ακουμπούσε διαδοχικά στα στόματα των εγγονιών, τα οποία είχαν τα χέρια τους πίσω στην πλάτη. Όποιο εγγόνι κατόρθωνε να πιάσει με το στόμα του το αυγό, εκείνο το έτρωγε. Σκοπός του εθίμου αυτού ήταν να «κλείσουν τα στόματα» για τη Σαρακοστή τα οποία ξανάνοιγαν τη Λαμπρή. Στο ίδιο παιδί η γιαγιά έδινε χαλβά ή λεφτά για να αγοράσει καραμέλες. Έτσι άρχιζε η Σαρακοστή.

Οι μεταμφιεσμένοι, οι Γέροι, με ζωόμορφη όψη και ζωσμένοι πολλά κουδούνια και οι Κορέλες, άντρες ντυμένοι γυναικεία, γυρίζουν δρόμους και σπίτια σηκώνοντας το νησί με χαρούμενες φωνές, ορχηστρικές κινήσεις, τραγούδια, χορούς και προπαντός με τους δυνατούς και αρμονικούς χτύπους των κουδουνιών.
Πηγή:PATHFINDER